Mythbuster: Ο Μέσι έχει φοβερούς συμπαίκτες, ο Μαραντόνα είχε «φίτσουλες»

Mythbuster: Ο Μέσι έχει φοβερούς συμπαίκτες, ο Μαραντόνα είχε «φίτσουλες»

Γιώργος Μανταίος Γιώργος Μανταίος
Mythbuster: Ο Μέσι έχει φοβερούς συμπαίκτες, ο Μαραντόνα είχε «φίτσουλες»

bet365

Για τον Λιονέλ Μέσι έχουν ειπωθεί τα πάντα. Άρα αντί να πλέξουμε κι εμείς το εγκώμιο του –πλέον undisputed- καλύτερου ποδοσφαιριστή της γενιάς του, ας καταρρίψουμε έναν μύθο που αφορά τη σύγκρισή του με τον κορυφαίο της προηγούμενης γενιάς: τον Ντιέγκο Μαραντόνα.

Ένας από τους πιο διαδεδομένους και ανθεκτικούς στο χρόνο μύθους, είναι ότι ο Λιονέλ Μέσι περιστοιχίζεται από αρκετούς εκπληκτικούς συμπαίκτες, ενώ ο Ντιέγκο είχε δίπλα του κυρίως μετριότητες. Κομψά το λέμε, δηλαδή, γιατί στην πραγματικότητα ειδικά η Αργεντινή του 1990 αντιμετωπίζεται από πολύ κόσμο ως «ο Μαραντόνα, ο Κανίγια, ένας τερματοφύλακας που δεν θυμάμαι το όνομά του και άλλοι 19 φίτσουλες».

Πάμε λοιπόν να καταρρίψουμε αυτόν τον μύθο συγκρίνοντας τη σημερινή «Αλμπισελέστε» με εκείνη που αγωνίστηκε το Mondiale της Ιταλίας, αλλά και με την ενδιάμεση.

Το βασικότερο στοιχείο που πρέπει ληφθεί υπόψη είναι οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο και οι κανονισμοί του. Το 1990 επιτρέπονταν μόνο τρεις ξένοι στα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, συνεπώς μόνο οι κορυφαίοι από κάθε χώρα της λατινικής Αμερικής είχαν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν το όνειρο του διάπλου του Ατλαντικού για ένα καλό συμβόλαιο στην Ευρώπη. Παράδειγμα: εάν ίσχυαν σήμερα οι ίδιοι περιορισμοί, δεν υπήρχε καμία περίπτωση να σπαταλήσει δύο θέσεις ξένων η Σεβίλλη για να πάρει δύο Αργεντινούς ακραίους μπακ, τον αριστερό Ακούνια και τον δεξιό Μοντιέλ, ο οποίος μάλιστα μοιράζεται το χρόνο με τον βετεράνο Ισπανό, Χεσούς Νάβας! Τώρα υπάρχει η πολυτέλεια να αποκτά μια ομάδα ξένους ποδοσφαιριστές, ακόμα και ως εναλλακτικές λύσεις.

Παράλληλα, δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμα το εκτεταμένο scouting, δεν υπήρχε ούτε υποτυπώδες δίκτυο επαφών με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ενώ η επικοινωνία ήταν λίγο καλύτερη από τα ταχυδρομικά περιστέρια. Ακόμα κι αν συμπτωματικά μία ομάδα εντόπιζε ένα σούπερ ταλέντο από τη Βραζιλία ή την Αργεντινή, μέχρι να τον αποκτήσει περνούσαν χρόνια καθώς θα έπρεπε να περιμένει μια μεγάλη διοργάνωση για να τον δει σε δράση. Δεν είναι τυχαίο ότι το σημαντικότερο παιδί-θαύμα που έχει αναδείξει το ποδόσφαιρο της Αργεντινής (καθότι ο Μέσι πήγε στην Ισπανία από τα 14) χρειάστηκε να φτάσει 22 ετών για να πάρει μεταγραφή από τη Μπόκα στην Μπαρτσελόνα. Για τον Ντιέγκο μιλάμε...

Άρα, λοιπόν, υπάρχει ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών στη σημερινή Αργεντινή που χαρακτηρίζονται ως «ταλεντάρες που δεν υπήρχαν το 1990» με το μάτι του τηλεθεατή της Nova και του Cosmote (δυνατότητα η οποία επίσης δεν υπήρχε στα 90s). Σε αυτό ανήκουν ο Χούλιαν Άλβαρες της Μάντσεστερ Σίτι, ο Κριστιάν Ρομέρο της Τότεναμ, ο Έντσο Φερνάντες της Μπενφίκα, ο Λισάντρο Μαρτίνες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Χουάν Φόιτ της Βιγιαρεάλ και μερικοί άλλοι. Ποιο είναι το κοινό τους χαρακτηριστικό; Ανήκουν στην ίδια ηλικιακή ομάδα (21-24 ετών) και μετανάστευσαν στην Ευρώπη πριν από τα 20.

Εσείς πήρατε μέρος στον μεγάλο διαγωνισμό του Gazzetta για την 55άρα Samsung QLED Smart 4K;

Είχε αντίστοιχους ποδοσφαιριστές η Αργεντινή του 1990, η ομάδα που έχει λοιδορηθεί όσο ελάχιστες; Φυσικά είχε. Απλώς άργησαν να έλθουν στην Ευρώπη για τους λόγους που αναφέραμε, όπως ο Νέστορ Σενσίνι που πήρε για πρώτη φορά το αεροπλάνο για Ιταλία στα 23 του χρόνια και έμεινε εκεί μέχρι τα... βαθιά γεράματα παίζοντας στην Serie A έως τα 40. Ακριβώς στην ίδια ηλικία πήγε στο Campionato και ο Άμπελ Μπάλμπο για να μείνει εκεί 11-12 χρόνια. Η Λάτσιο απέκτησε τον Ντεζότι στα 24, η Μπάρι το Νέστορ Λορένζο (νυν ομοσπονδιακός της Κολομβίας) στα 23, η Βερόνα τον Κανίχια στα 22, ενώ ο Μαραντόνα ήταν από τα 24 στη Νάπολι μετά το αποτυχημένο πέρασμά του από τη Βαρκελώνη.

Την εποχή εκείνη το ιταλικό πρωτάθλημα κυριαρχούσε σχεδόν σε απόλυτο βαθμό, άρα όταν μιλάμε για Ευρώπη δεν υπήρχαν οι εναλλακτικές της Premier League (ιδρύθηκε το 1992), της Ligue 1 (δεν είχαν «πέσει» χρήματα) και της Μπουντεσλίγκα (ελάχιστοι ξένοι), δεν υπήρχαν οικονομικοί «παράδεισοι» όπως η Ρωσία και η Τουρκία. Άρα η ελίτ των κορυφαίων ποδοσφαιριστών του πλανήτη είχε συγκεντρωθεί στη Serie Α με τη Μίλαν των Ολλανδών (Φαν Μπάστεν, Γκούλιτ, Ράικαρντ), την Ίντερ των Γερμανών (Κλίνσμαν, Ματέους, Μπρέμε), τη Νάπολι του Ντιέγκο και των Βραζιλιάνων (Καρέκα, Αλεμάο).
Συνεπώς, η Αργεντινή του 1990 διέθετε παίκτες αντάξιους με τους νεαρούς που συμμετέχουν τώρα στα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.

«Ναι αλλά δεν είχε προσωπικότητες, παρά μόνο τον Ντιέγκο. Ενώ σήμερα...» θα υποστηρίξει κάποιος. Κατ΄αρχάς οι υπόλοιπες σημερινές προσωπικότητες όπως ο Ντιμπάλα και ο Ντι Μαρία δεν υπολογίζονται καν ως βασικοί από τον Σκαλόνι, ενώ περισσότερο έχουν συνεισφέρει οι Οταμέντι, Λαουτάρο Μαρτίνες.

Αλλά ας εξετάσουμε ποιοι ήταν οι προσωπικότητες της ομάδας του 1990.

Ο ηγέτης της Ιντεπεντιέντε Ρικάρντο Χιούστι, ένας φανταστικός αμυντικός χαφ, ήταν Παγκόσμιος Πρωταθλητής με την ομάδα τού 1986 και μαζί με τον νεότερο Πέντρο Μονζόν, κάτοχοι του Κυπέλλου Λιμπερταδόρες (Πρωταθλητριών δηλαδή) και του Διηπειρωτικού. Επέλεξαν να μη φύγουν ποτέ από τη Νότια Αμερική. Ο σέντερ μπακ Χουάν Σιμόν και ο μέσος Γκαμπριέλ Καλντερόν ήταν συνομήλικοι του Μαραντόνα και μαζί κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων το 1979. Έπαιξαν για κάποια χρόνια στην Ευρώπη σε ομάδες όπως η Παρί Σεν Ζερμέν, η Μπέτις, η Μονακό. Ο στόπερ Σερισουέλα, ο επονομαζόμενος «καρχαρίας» (φαντάζεστε γιατί) έπαιξε 20 χρόνια επαγγελματικά στην Αργεντινή και το Μεξικό. Ακόμα πιο εκτενής (26 χρόνια) ήταν η καριέρα του Χοσέ Μπασουάλδο που έκανε δύο σύντομα «περάσματα» από την Ευρώπη όμως με ομάδες της πατρίδας του πήρε δύο φορές το Λιμπερταδόρες, ενώ το 1991 και το 1993 κατέκτησε και δύο Κόπα Αμέρικα με την Αργεντινή.

Για τον Χόρχε Μπουρουσάγκα και μόνο το γεγονός ότι «υπέγραψε» τον τελικό του 1986 σημειώνοντας το νικητήριο γκολ, τον ανάγει σε σπουδαία προσωπικότητα. Ωστόσο η πιο εμβληματική μορφή της Αργεντινής το 1990 μετά το Ντιέγκο, δεν είναι άλλος από τον Σέρχιο Γκοϊκοετσέα. Ο τερματοφύλακας που μπήκε από το... παράθυρο (τραυματίστηκε ο Πούμπιντο) στην ενδεκάδα αναδείχθηκε σε «ήρωα» της ομάδας, καθιερώθηκε, πανηγύρισε δυο διαδοχικά Κόπα Αμέρικα (1991, 1993) και μάλιστα το 1993 ήταν MVP της διοργάνωσης. Ο Γκοϊκοετσέα, λοιπόν, δεν έπαιξε ποτέ στην Ευρώπη γιατί όταν το επιχείρησε, το 1992 στη Γαλλία και τη Μπρέστ, η ομάδα χρεοκόπησε και διαλύθηκε. Είναι αντάξιος του Εμιλιάνο Μαρτίνες; Εγώ θα πω ότι μάλλον είναι καλύτερος από τον τερματοφύλακα που έχει ενυτυπωσιακή παρουσία στο Κατάρ.

Αν είναι να μιλήσουμε για ομαδάρα με αμέτρητες προσωπικότητες και πολλούς παίκτες παγκόσμιας κλάσης, θα την αναζητήσουμε στην ακριβώς π.Μ. (προ Μέσι) εποχή. Και μόνο μια ματιά στα ρόστερ της Αργεντινής στα Μουντιάλ 1998 και 2002 –καθώς ο «κοντός Θεός» πρωτοεμφανίστηκε το 2006- αρκεί για να πέσει το σαγόνι στο πάτωμα. Μπατιστούτα, Κρέσπο, Ζανέτι, Αγιάλα, Σορίν, Ποκετίνο, «Πιόχο» Λόπες, Σιμεόνε, Αϊμάρ, Ποκετίνο, Βερόν, Ορτέγα, Σάμουελ, Γκαγιάρδο και... μπόνους οι Αλμέιδα, Μπούργος της ΑΕΚ.
Από αυτή την ομάδα, πράγματι, είχαν πολλά να ζηλέψουν και η «Αλμπισελέστε» του 1990 και η σημερινή. Μεταξύ τους, όμως, οι ομοιότητες είναι πολύ περισσότερες από τις διαφορές με βασικότερη την ύπαρξη ενός αδιαφιλονίκητου ηγέτη, που βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από τους υπόλοιπους.
Άρα, ο μύθος ότι στην Ιταλία ο Μαραντόνα οδήγησε μια παρέα από «άμπαλους» στον τελικό, ενώ το 2022 ο Μέσι έχει πολύ μεγαλύτερη υποστήριξη, καταρρίπτεται!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Γιώργος Μανταίος
Γιώργος Μανταίος
  • Tags: