Τζιοβάνι Σιμεόνε, ένας καλλιεργημένος guerrero πίσω απ' το όνομα του πατρός

Μαριλένα Καλόπλαστου
Τζιοβάνι Σιμεόνε, ένας καλλιεργημένος guerrero πίσω απ' το όνομα του πατρός

bet365

Αργεντινός, με ισπανική υπηκοότητα. Ένας πράος luchador, που γεννήθηκε με ομφάλιο λώρο το ποδόσφαιρο, αλλά έμαθε γρήγορα ότι στη ζωή υπάρχουν κι άλλα πράγματα να γνωρίσει...

«Το ποδόσφαιρο περνάει γρήγορα. Όχι το ποδόσφαιρο, η ζωή. Υπάρχουν 24 ώρες την ημέρα και αυτός ο χρόνος φεύγει χωρίς να το καταλάβουμε. Παίρνεις τηλέφωνο και έχει περάσει μισή ώρα. Φαντάσου όταν σταματήσεις να παίζεις… Μένω εκεί έξω, στο γήπεδο προπόνησης και ο τελευταίος συμπαίκτης βγαίνει έξω και λέει: 'Δεν θα φύγεις;' "Μπα, άσε με εδώ, διασκεδάζω." Είναι αυτό που ήθελα να κάνω, είμαι εκεί που πάντα ήθελα να είμαι. Μου μένουν μόνο 10 χρόνια, στα 35 τελείωσε. Αφήστε με να το απολαύσω».

Ο Τζιοβάνι Σιμεόνε είχε πάντα μια περίεργη σχέση με τον Χρόνο. Αυτόν τον γεράκο, απατεώνα που καθορίζει την άχρονη, αιωνιότητα. Δεν ήθελε απλώς να παίξει ποδόσφαιρο, όπως τόσα και τόσα άλλα παιδιά σε εκείνο το σημείο της Γης που οι άνθρωποι συντίθενται με νερό, αίμα, οστά και Ντιέγκο Μαραντόνα. Πόσο μάλλον εκείνος που περπατούσε με προσοχή μέσα στο σπίτι για να μην πατήσει πάνω στα χαρτάκια με σημειώσεις τακτικής του πατέρα του που βρίσκονταν παντού...

Ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο στην Ευρώπη. Να φύγει άμεσα από την Αργεντινή. Να γνωρίσει παράλληλα με το σύμπαν εντός των τεσσάρων γραμμών και εκείνο έξω από αυτές. Να βιώσει κάθε πιθανή εμπειρία που θα τον οδηγούσε να βρει ποιός τελικά είναι. «Το να ξέρεις πολλά για το ποδόσφαιρο και τίποτα για οτιδήποτε άλλο δεν σε οδηγεί μακριά», λέει στον Sid Lowe σε συνέντευξη του στην Guardian.

Ο Τζιο λατρεύει το διάβασμα, τα ντοκιμαντέρ, το ψάρεμα, το περπάτημα, τον διαλογισμό. Ήθελε να μελετήσει τα αστέρια, την ιστορία, την ψυχολογία. Πριν από αυτά όμως, αυτό που πιότερο επιθυμούσε ήταν να ακούσει την ηδονική σύνθεση του Tony Britten καθώς ένα γιγάντιο σεντόνι με αστέρια κουνιέται στο ύψος της σέντρας.

Ο Τζιοβάνι Σιμεόνε έχει περίεργη σχέση και με τον χώρο. Ακολουθώντας από μικρός τον μπαμπά Τσόλο, δεν ένιωσε ποτέ απόλυτα Αργεντινός. Ούτε όμως κι απόλυτα Ευρωπαίος. «Γεννήθηκα στο Μπουένος Άιρες, αλλά ήταν σαν να ήμουν Ευρωπαίος. Με τον καιρό συνειδητοποίησα ότι η Αργεντινή είναι η πατρίδα μου, αλλά βαθιά μέσα μου, στην Ευρώπη ένιωσα οικεία. Αυτό δεν είναι μόνο το ποδόσφαιρο, αυτή είναι η ζωή που έζησα που με έκανε Ευρωπαίο και Νοτιοαμερικανό μαζί», εξομολογείται.

Το ποδόσφαιρο ως μέρος του όλου

Το πρώτο πράγμα που μπορεί να ανασύρει από τη μνήμη του, η πρώτη ανάμνηση από την ύπαρξή του πάνω στη γη, είναι ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στην Ιταλία, ένας αγκώνας στο πρόσωπό του κι ένα δόντι να πέφτει. Ήταν περίπου πέντε ετών, στις ακαδημίες της Λάτσιο, κι εκείνο ήταν το πρώτο δόντι που έχασε.

To 2008, στα 13, πήγε και χάραξε κρυφά απ' τους γονείς του το πιο μεγάλο απ' τα όνειρά του στο αριστερό του χέρι. «Ήμουν 13 όταν έκανα το πρώτο μου τατουάζ. Υποτίθεται ότι πρέπει να είσαι 18, αλλά ήμουν τόσο... οπαδός του Champions League που έφτιαξα το λογότυπο στα 13. Ο μπαμπάς μου δεν το ήθελε. Και η μαμά μου είπε: 'Γιατί;' είπα: 'Επειδή τη μέρα που θα παίξω και θα πετύχω το πρώτο μου γκολ σε αυτό, τότε θα φιλήσω το τατουάζ. Ήμουν 13 και η στάση μου ήταν: Ευρώπη, Ευρώπη, Ευρώπη».

Το 2008, ηταν η χρονιά που ο πατέρα του -κι αναπόφευκτα πρότυπό του- κλήθηκε να κοουτσάρει τη Ρίβερ Πλέιτ. Στις ακαδημίες των Μιγιοναριος, ο Ντιέγκο βρέθηκε για πρώτη φορά μπροστά του, σαν «εμπόδιο». Τα υπόλοιπα παιδιά ρωτούσαν τον Τζιοβάνι: «γιατί παίζεις ποδόσφαιρο; αφού έχεις λεφτά». Για εκείνον η απάντηση ήταν πολύ απλή. Έπαιζε γιατί το απολάμβανε, καταλάβαινε όμως ότι για κάποιους άλλους το ποδόσφαιρο ήταν λύτρωση.

Εκείνος ήταν ο «Τσολίτο», ο «γιος του Σιμεόνε», ο «μικρός Τσόλο». Κι αν κάτι πήρε από τον βλοσυρό Αργεντινό κόουτς, κι ας μην έπαιξε στο κέντρο όπως αρχικά επιθυμούσε, ήταν αδιαμφισβήτητα το πείσμα. Πείσμα τόσο, ώστε να αποδείξει ότι δεν βρέθηκε στη Ρίβερ χάρις σε εκείνον.

Και πράγματι οι οποιεσδήποτε κατηγορίες νεποτισμού διαλύθηκαν, όταν ο Τσόλο έφυγε -έμεινε στον πάγκο λιγότερο από ένα χρόνο- κι εκείνος έμεινε. Πάλεψε για τη θέση του, πέρασε από όλα τα ηλικιακά κλιμάκια. Έφθασε στην πρώτη ομάδα. Στη συνέχεια συνεργάστηκε και με την Μπάνλφιντ του Ματίας Αλμέιδα όπου τον ζήτησε και εν τέλει τον πήρε ως δανεικό, εντυπωσιάζοντας με τους αριθμούς του.

«Είμαι ο Τζιο και δεν με έστειλε ο πατέρας μου», πόσες φορές χρειάστηκε να πει αυτή τη φράση ούτε ο ίδιος μπορεί να υπολογίσει ακριβώς, αλλά όσο βαριά κι αν ήταν η υποχρέωση απέναντι στον εαυτό του να αποδείξει ότι δεν είναι απλά ο γιος του Τσολο, άλλο τόσο είχε μεταλάβει το cholismo. Προσπάθεια μέχρι τέλους, μάχη, άγριο ποδόσφαιρο, σε συνδιασμό με καλή τεχνική και αίσθηση του γκολ.

Δεν ένιωθε βέβαια ότι έχει καταφέρει κάτι. Όχι, όσο εκκρεμούσε ο στόχος της Ευρώπης, αυτός του Champions League. Η πρώτη που του άνοιξε την πόρτα της γηραιάς Ηπείρου ήταν η Τζένοα. Προσαρμόστηκε στο ιταλικό ποδόσφαιρο πολύ φυσικά. Ο απολογισμός του την πρώτη χρονιά στη Serie A ήταν 14 γκολ και 2 ασίστ σε 37 παιχνίδια.

Ακολούθησε ένα όχι και τόσο παραγωγικό πέρασμα από τη Φιορεντίνα με συνολικά 22 γκολ και 4 ασίστ σε 80 συμμετοχές. Όσο ήταν στην πρωτεύουσα της Τοσκάνης, ο Αργεντινός επισκέφθηκε τη Γκαλερί Ουφίτσι. Ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία - πινακοθήκες στον κόσμο που φιλοξενεί μερικά από τα πιο εντυπωσιακά αναγεννησιακά έργα.

Λεονάρντο Ντα Βίντσι, Μιχαήλ Άγγελος, Τιτσιάνο, Μποτιτσέλι του προκαλούσαν πάντοτε έλξη παρόμοια με εκείνη του ποδοσφαιρικού του προτύπου Ραμαδέλ Φαλκάο. Πολύ νωρίτερα αφού βρεθεί στις όχθες του ποταμού Άρνο, στο ανάκτορο της Φλωρεντίας κι ανάμεσα στους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της, είχε ψάξει τα μυστικά της Τέχνης όπως παρουσιάζονται στην ύψιστη μορφή τους, στην ιταλική πόλη.

Στη συνέχεια ήρθε η Κάλιαρι και η ευκαιρία να γνωρίσει την πρωτεύουσα της Σαρδηνίας και δεύτερο μεγαλύτερο νησί στη Μεσόγειο. Περπάτησε δεκάδες φορές στις ακτές της και τους κρυμμένους κόλπους της. Μέχρι να έρθει η Βερόνα το μέρος που επέλεξε ο Σαίξπηρ για τόπο του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, το σημείο της Ιταλίας που έζησε εξόριστος ο Δάντης Αλιγκέρι. Και εσχάτως η Νάπολι. Εκεί που επιβεβαίωσε τη θεία κι αιώνια παρουσία του Θεού δυο λαών.

Η ομάδα του ιταλικού Νότου, έφερε μαζί της τ' αστέρια και η πρώτη εκείνη επιθυμια του 13χρονου Τζιοβάνι δεν ήταν ποτέ πιο κοντά. Δεν περίμενε όμως ότι θα έρθει στο ντεμπούτο του, στην πρώτη του επαφή με την μπάλα. Ο Τσολίτο δεν προγραμμάτισε κάτι στη ζωή. Προτιμά να ζει όσα έρθουν στον δρόμο του, κι όχι να τα στοιβάζει σε αυστηρά χρονοδιαγράμματα με στόχους προς επίτευξη. Βιώνει έντονα κάθε στιγμή όπως όταν σκόραρε κόντρα στη Λίβερπουλ, φίλησε τελικά το ιερό λογότυπο στο χέρι του και ξέσπασε σε κλάματα. Τα γονίδια βλέπεις... Όμως μάλλον δεν θα τον δεις ποτέ σε κάποιο ξέσπασμα από εκείνα που μας συνηθίζει ο Τσόλο. Κι αυτό "χρέωσε" το στον διαλογισμό.

«Έμαθα πολλά από τον διαλογισμό. Και το περπάτημα, η παρατήρηση, η μυρωδιά είναι ένα είδος διαλογισμού. Το απλό, το γεγονός να απολαμβάνω τη στιγμή σημαίνει να διαλογίζομαι. Και να διαλογίζομαι σημαίνει να νιώθω αγκυροβολημένος στην πραγματικότητα αυτής της ακριβώς στιγμής, να νιώθω παρόν, ζωντανός, στο σωστό μέρος. Όταν διαλογίζομαι, μπαίνω σε μια δική μου αρμονία που μου επιτρέπει Να βρω ισορροπία. Μια ισορροπία που τη φέρνω στο γήπεδο», έχει πει σε συνέντευξή του.

Το καλοκαίρι επισκέφθηκε την Ινδία. Ήταν κι αυτό ένα όνειρό του, να δει τον πολιτισμό, τις συνήθειες, τις παραδόσεις. Να γνωρίσει τελικά ένα "μείγμα μοναδικών αισθήσεων" όπως το περιέγραψε συγκεκριμένα. Εκεί βρίσκεται ούτως ή άλλως και η μήτρα της κοσμοθεωρίας του. Ο Τζιοβάνι είχε πάντα μια περίεργη σχέση με τον χρόνο, ποτέ δεν βιάστηκε ούτε έψαξε τον πιο γρήγορο δρόμο να φτάσει στα όνειρα του, γι' αυτό όταν εκπληρώνονται είναι ολοκληρωτικά εκεί, για να το απολαύσει...

«Η ευτυχία δεν θα έρθει σε αυτούς που δεν ξέρουν να εκτιμούν αυτά που έχουν ήδη» - Βούδας

@Photo credits: Getty Images/Ideal Image
 

CHAMPIONS LEAGUE Τελευταία Νέα