Σάλκε: Ομάδα των Ναζί ή απλώς θύματα του Τρίτου Ράιχ; (pics & vid)

Θοδωρής Βασίλης
Σάλκε: Ομάδα των Ναζί ή απλώς θύματα του Τρίτου Ράιχ; (pics & vid)

bet365

Η Σάλκε αποτέλεσε την πρώτη πραγματικά σπουδαία ομάδα του γερμανικού ποδοσφαίρου η οποία όμως συνδέθηκε με το ναζιστικό καθεστώς. Το gazzetta.gr ρίχνει φως σε μια υπόθεση για το κατά πόσο ο μύθος αυτός είναι αληθινός.

Η Σάλκε διανύει μία από τις χειρότερες περιόδους της ιστορίας της, ένας σύλλογος που από την πρώτη ημέρα της ίδρυσης του βρέθηκε στα φώτα της δημοσιότητας για τους λάθος λόγους, με πιο χαρακτηριστικό την εποχή που κυριάρχησε και όλοι το συνέδεσαν με τον Χίτλερ και το ναζιστικό καθεστώς.

Λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

1939. Ο Αδόλφο Χίτλερ και οι Ναζί βρίσκονται στην εξουσία της Γερμανίας και τα σχέδια τους για την επικράτηση του ναζισμού στην Ευρώπη άρχισαν να αποκαλύπτονται. Ένα χρόνο πριν, η Γερμανία είχε εισβάλει στην Αυστρία την οποία και είχε προσαρτήσει στο Τρίτο Ράιχ, την «επιστροφή» της γενέτειράς του στο γερμανικό Ράιχ, όπως θα κραύγαζε τρεις ημέρες αργότερα ο ίδιος, στη διαβόητη ομιλία του στην Πλατεία των Ηρώων στη Βιέννη, στις 15 Μαρτίου 1938.

Η ναζιστική προπαγάνδα ήταν πανταχού παρούσα και εξαίρεση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει το ποδόσφαιρο. Επομένως, δεν προκάλεσε καμία έκπληξη το γεγονός ότι δύο παίκτες της Σάλκε είχαν το σύμβολο του καθεστώτος του Χίτλερ στις μπλούζες τους, το Reichsadler, τον εραλδικό αετό, καθώς και μία σβάστικα.

Η Σάλκε με πάνω από 150.000 μέλη (μία από τις πέντε ομάδες παγκοσμίως σε αριθμό μελών) κατέκτησε τα έξι από τα επτά πρωταθλήματα κατά την διάρκεια της ναζιστικής Γερμανίας από το 1933 έως το 1945. Η απόλυτη κυριαρχία των «βασιλικών μπλε» κατά εκείνη την περίοδο προκάλεσε πολλά ερωτήματα και το κατά πόσο υπήρχε πραγματική σύνδεση του συλλόγου με το ναζιστικό καθεστώς, αλλά και γιατί δύο ποδοσφαιριστές της πρωταθλήτριας φορούσαν φανέλα με τον αυτοκρατορικό σταυρό σε αντίθεση με την υπόλοιπη ομάδα.

Πρόδρομος του «Total Football» και του tiki-taka

Μία Σάλκε η οποία για πολλούς είναι η πρώτη σπουδαία ομάδα που γνώρισε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, και την δεκαετία του 1920 ήταν που με το στυλ παιχνιδιού της αποτέλεσε τον πρόδρομο για το «Total Football» των Ολλανδών και το ισπανικό tiki-taka. Το καινοτόμο ποδόσφαιρο της Σάλκε έμεινε γνωστό ως Schalker Kreisel (η σβούρα της Σάλκε) μια μεταφορά της επαναστατικής φιλοσοφίας της γερμανικής ομάδας στην γρήγορη εναλλαγή της μπάλας.

Μάλιστα, στο βιβλίο Tor! The Story of German Football, ο Ούλι Χέσε αναφέρεται στο πρωτοποριακό τρόπο παιχνιδιού της Σάλκε η οποία προσπαθούσε με κάθε τρόπο να απλώνει το παιχνίδι της σε όλο το γήπεδο με κοντινές και γρήγορες πάσες, με διαρκή κίνηση των ποδοσφαιριστών ώστε να δημιουργείται χώρος. Και μπορεί στην αρχή το στυλ αυτό να μην φέρνει αποτελέσματα, αλλά μακροπρόθεσμα θα είναι το όπλο για την απόλυτη κυριαρχία για μια ολόκληρη δεκαετία.

Θεμελιωτές του Schalker Kreisel ήταν τα αδέρφια Χανς και Φρεντ Μπόλμαν. Έχοντας μεγαλώσει στην Μεγάλη Βρετανία όταν οι γονείς τους μετανάστευσαν από την Γερμανία λίγο πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, τα δύο αδέρφια απελάθηκαν κι επέστρεψαν στην πατρίδα τους το 1920. Χωρίς να γνωρίζουν καλά καλά την γερμανική γλώσσα εγκαταστάθηκαν στο Gelsenkirchen, μια πόλη που είχε ως βασική ασχολία την εξόρυξη άνθρακα στην κοιλάδα του Ρουρ. Εκεί το 1904 είχε ιδρυθεί η FC Schalke.

Ένας από τους ποδοσφαιριστές της ομάδας, ο Fred Kühne, είχε συναντήσει τα αδέρφια Μπόλμαν στην Αγγλία και τους πείθει να ενταχθούν στην ομάδα. Εκείνη την εποχή, η Σάλκε μόλις είχε κερδίσει την άνοδο στην δεύτερη κατηγορία της περιφέρειας του Ρουρ και ο Χανς και ο Φρεντ θα άλλαζαν για πάντα το στάτους του συλλόγου. Δίδαξαν στους συμπαίκτες τους το σκωτσέζικο τρόπο παιχνιδιού που επίσης στηριζόταν στις πάσες και το ενσωμάτωσαν στο δυναμικό παιχνίδι της Σάλκε. «Έκαναν πράγματα που τα βλέπαμε για πρώτη φορά, όπως το ψαλιδάκι και το ένα-δύο», εκμυστηρευόταν αργότερα ο φορ της ομάδας, Ερνστ Κούζορα.

Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 20 η Σάλκε άρχισε να αποτελείται από τους ανθρακωρύχους της περιοχής κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να κερδίσει όλο και περισσότερους οπαδούς, προκαλώντας το ενδιαφέρον της τοπικής κοινωνίας σε σημείο που στο γήπεδο έδιναν το παρών στους αγώνες της μέχρι και 40.000 άνθρωποι. Τελειοποιώντας το νέο στυλ παιχνιδιού η Σάλκε αρχίζει σιγά σιγά να κυριαρχεί των αντιπάλων της στην Δυτική Γερμανία και το 1929 φτάνει για πρώτη φορά στα προημιτελικά του πρωταθλήματος. Παρά το γεγονός πως την επόμενη χρονιά 14 ποδοσφαιριστές της τιμωρούνται με ένα χρόνο απουσίας από τα γήπεδα εξαιτίας της ενέργειας της διοίκησης να πληρώσει τους ποδοσφαιριστές της σε μια εποχή που το άθλημα ήταν αυστηρά ερασιτεχνικό.

Η ποινή δεν εμπόδισε την Σάλκε να σταθεί ξανά στα πόδια της. 70.000 άνθρωποι έδωσαν το παρών στο Glückauf-Kampfbahn, στο τότε γήπεδο του συλλόγου, για το πρώτο παιχνίδι της ομάδας με την επιστροφή των 14 από την τιμωρία. Η ομάδα συνέχισε από εκεί που είχε σταματήσει και το 1934 έρχεται ο πρώτος τίτλος με τη νίκη με 2-1 επί της Νυρεμβέργης. Σκόρερ των δύο γκολ ήταν ο Φριτζ Σζέπαν και ο Ερνστ Κούζορα, παιδικοί φίλοι, οι οποίοι είχαν σχηματίσει ένα τρομερό επιθετικό δίδυμο το οποίο βρισκόταν με κλειστά μάτια. Απόρροια της φιλίας τους ήταν και το γεγονός πως ο Σζέπαν παντρεύτηκε την αδερφή του Κουζόρα. Οι δυο τους πέτυχαν πάνω από 450 γκολ για την Σάλκε, ενώ έφτασαν και στην εθνική Γερμανίας με τον Σζέπαν μάλιστα να φοράει και το περιβραχιόνιο της «Νασιοναλμανσαφτ». Παράλληλα όμως οι δυο τους μοιράζονταν και τις ίδιες πολιτικές ιδέες για το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας.

Η άνοδος των Ναζί στην εξουσία

Το 1933 ένα χρόνο πριν τον πρώτο τίτλο της Σάλκε, οι Ναζί είχαν αναλάβει την εξουσία της χώρας (γερμανικά: Machtergreifung) με την κατάσταση να αλλάζει δραματικά σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της Γερμανίας. Η Ναζιστικοποίηση που οι Εθνικοσοσιαλιστές ονόμασαν Gleichschaltung = ευθυγράμμιση, συγχρονισμός) ήταν η προοδευτική υπαγωγή του γερμανικού κράτους και της γερμανικής κοινωνίας στην ιδεολογία και την πολιτική του κυρίαρχου Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματου, δημιουργώντας ένα σύστημα απολυταρχικού ελέγχου του κάθε ατόμου, και τον περιοριστικό συντονισμό όλων των τομέων της κοινωνίας και του εμπορίου.

Μέσα σε αυτό το κλίμα βίας που στο τέλος θα οδηγήσει στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σάλκε θα έχει την πιο πετυχημένη περίοδο της ιστορίας της. Με τους Σζέπαν και Κούζορα οι «βασιλικοί μπλε» έφταναν κάθε χρόνο στον τελικό κατακτώντας τον τίτλο πέντε φορές μέχρι το 1942.

Στο τέλος του 20ου αιώνα και έχοντας περάσει πάνω από 50 χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και το Ολοκαύτωμα με τη γενοκτονία Εβραίων, Ρομά και άλλων εθνοτικών, πολιτικών και κοινωνικών ομάδων σε στρατόπεδα εξόντωσης, η σύνδεση της Σάλκε με το καθεστώς του Χίτλερ ήταν ένα θέμα που δεν είχε ξεκαθαρίσει. Κανένας στο σύλλογο δεν επιθυμούσε να μάθει και να ψάξει αν υπήρχαν σχέσεις του κλαμπ με το Ναζισμό. Όλα αυτά μέχρι το 2001. Εκείνη την χρονιά η Σάλκε αποφασίζει να δοθεί το όνομα του Φριτζ Σζέπαν σε ένα κοντινό δρόμο από την έδρα της ομάδας. Αμέσως στην δημοσιότητα αρχίζουν και βγαίνουν λεπτομέρειες για την ζωή του. Το μεγάλο αστέρι της Σάλκε ήταν μέλος του NSDAP (του ναζιστικού μορφώματος) και συμμετείχε στο Aryanization, την πρώτη πανεθνική, προσχεδιασμένη δράση εναντίον των Εβραίων: ένα μποϋκοτάζ των εβραϊκών επιχειρήσεων και απόκτησή τους έναντι ενός μικρού ποσού (που δεν είχε καμία σχέση με την αντικειμενική αξία της επιχείρησης). Με αυτόν τον τρόπο ο Σζέπαν έγινε ιδιοκτήτης μιας εβραϊκής επιχείρησης με τους ιδιοκτήτες Σάλι Μέγιερ και Τζούλι Λίχτμαν να απελαύνονται στην Ρίγα όπου κι εκτελέστηκαν.

Οι αποκαλύψεις αυτές όπως ήταν λογικό σόκαραν τους ανθρώπους της Σάλκε οι οποίοι αρχικά αποφάσισαν να μην προχωρήσουν στην μετονομασία του δρόμου, ενώ ανέθεσαν την διεξαγωγή μιας έρευνας σχετικά με τις όποιες σχέσεις του συλλόγου με το ναζιστικό καθεστώς, καθιστώντας τους την πρώτη γερμανική ομάδα που αποφάσισε να σπάσει αυτό το ταμπού. Ο κοινωνιολόγος Στέφαν Γκοχ ανέλαβε την μελέτη αποφασίζοντας να ψάξει το σκοτεινό παρελθόν των «βασιλικών μπλε» και τα στοιχεία που βρήκε ήταν εντυπωσιακά. Μάλιστα, οι έρευνές του εκδόθηκαν αργότερα σε βιβλίο με τον τίτλο Zwischen Blau und Weiß liegt Grau (Μεταξύ μπλε και λευκού, υπάρχει το γκρι).

Η Σάλκε ήταν ένα non-political σύλλογος πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και οι πολιτικές προτιμήσεις τόσο των μελών όσο και των παικτών ήταν κοινές με αυτές της υπόλοιπης χώρας και αυτό δεν θα άλλαζε ούτε επί ναζιστικού καθεστώτος. Αρκετά μέλη κι επίσημοι του συλλόγου έγιναν μέλη του NSDAP, αλλά μόλις τρεις παίκτες συμμετείχαν σε αυτό. Ο κεντρικός αμυντικός Χανς Μπόρνεμαν, αλλά και τα δύο αστέρια της ομάδας οι Σζτέπαν και Κούζορα.

Σζτέπαν-Κούζορα, αστέρια της Σάλκε και μέλη του NSDAP

Ο Σζτέπαν αποτελεί την πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Εκτός από την απόκτηση εβραϊκού μαγαζιού, εξέφρασε δημόσια την υποστήριξή στους Ναζί προτρέποντας τον κόσμο να ακολουθήσει τον Χίτλερ: «Θα πρέπει να δείξουμε την πίστη μας στον Φύρερ μας, γιατί πολέμησε για εμάς». Για να καταλάβει κανείς την σημασία των δηλώσεων του Σζτέπαν θα πρέπει να σημειωθεί πως εκείνη την εποχή ήταν ο αρχηγός της εθνικής Γερμανίας και τα λεγόμενα του αποτελούσαν άλλο ένα προπαγανδιστικό όπλο στην φαρέτρα του καθεστώτος. Μετά το τέλος του πολέμου και κατά την διάρκεια της αποποίησης του ναζισμού με δίκες μελών του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, βρέθηκε κατηγορούμενος για να αθωωθεί τελικά. Ο ίδιος μέχρι το τέλος της ζωής του ποτέ δεν συνειδητοποίησε το κακό που προκάλεσε στους Εβραίους ιδιοκτήτες του μαγαζιού Σάλι Μέγιερ και Τζούλι Λίχτμαν.

Αντίθετα, για τον Χανς Μπόρνεμαν δεν βρέθηκαν στοιχεία, ενώ ο τρίτος της παρέας ο Κούζορα - όπως και ο Σζέπαν - φέρεται να είχε μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για τον Χίτλερ. «Οι Γερμανοί ποδοσφαιριστές είναι στο πλευρό του Φύρερ. Η Γερμανία πρέπει να ζήσει και θα συνεχίσουμε να πολεμάμε». Ωστόσο, οι σύγχρονοι ερευνητές αρνήθηκαν ότι θα χρησιμοποιούσε τέτοια γλώσσα αφού θεωρούταν μετριοπαθής. Μετά το τέλος του πολέμου αφού ανακρίθηκε για το αν ανήκε στο ναζιστικό κόμμα, αφέθηκε ελεύθερος. «Το μόνο που θέλαμε ήταν να παίξουμε ποδόσφαιρο. Η πολιτική και η θρησκεία δεν μας ενδιέφεραν», δήλωνε χρόνια αργότερα ο Κούζορα. Αυτό όμως, είναι σχετικό αν θυμηθεί κανείς πως τόσο ο ίδιος όσο και οι συμπαίκτες του έγιναν μέλη του NSDAP. Βέβαια, υπάρχει μια δόση αλήθειας στα λεγόμενα του Κουζόρα που βρίσκει εφαρμογή και στην εν γένει πολιτική της Σάλκε. Η πλειοψηφία δεν ήταν γνήσιοι Ναζί αλλά παράλληλα δεν έδειξαν και καμία αντίσταση στα όσα άσχημα γίνονταν.

Όταν οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία, η Σάλκε αμέσως απέκλεισε τους Εβραίους από την ομάδα υπακούοντας χωρίς δισταγμό στις εντολές του Τρίτου Ράιχ, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον τίτλο του 1934. Τότε οι πολωνικές εφημερίδες κυκλοφόρησαν με τίτλους όπως... «Ο γερμανικός τίτλος είναι στα χέρια της Πολωνίας» με αναφορά στο γεγονός πως οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της πρωταθλήτριας Γερμανίας ήταν πολωνικής καταγωγής. Αυτό προκάλεσε την άμεση αντίδραση της Σάλκε η οποία με επιστολή, την οποία υπέγραφαν οι 13 ποδοσφαιριστές - ανάμεσά τους και οι Σζέπαν και Κούζορα, τόνιζε: «Οι γονείς μας έχουν γεννηθεί στην Γερμανία, δεν είμαστε Πολωνοί μετανάστες».

Κάποιοι από τους ποδοσφαιριστές εκμεταλλεύτηκαν την διασημότητα τους απολαμβάνοντας σημαντικά προνόμια όπως απουσία από προπονήσεις και αγώνες μέχρι και απαλλαγή από την υποχρέωση να βρεθούν στην πρώτη γραμμή του πολέμου. Μόνο ένας παίκτης, ο Ότο Τιμπούλσκι, φέρεται να αρνήθηκε να κάνει τον ναζιστικό χαιρετισμό, αλλά και αυτός στα μεγάλα ματς υπάκουσε στις εντολές. Όπως αναφέρει ο Στέφαν Γκοχ... «Στο κλαμπ δεν υπήρχαν ένοχοι αλλά ούτε και ήρωες. Δεν ήταν καλύτεροι ή χειρότεροι σε σχέση με το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ή άλλους γερμανικούς συλλόγους για αυτό το θέμα (αντίσταση στο ναζιστικό καθεστώς).

Σύμφωνα με την έρευνα του πολιτικού επιστήμονα και ιστορικού Νιλς Χάβεμαν η οποία έχει αποτυπωθεί στο βιβλίο του Fußball unterm Hakenkreuz (η μπάλα κάτω από την σβάστικα) τέσσερις ήταν οι γερμανικοί σύλλογοι που μπορούν να θεωρηθούν υποστηρικτές των Ναζί. Βέρντερ Βρέμης, Στουτγκάρδη και Μόναχο 1860 είχαν εκφράσει από την αρχή την υποστήριξή τους στον Αδόλφο Χίτλερ με αποτέλεσμα και την οικονομική τους ενίσχυση. Η τέταρτη ομάδα ήταν η Σάλκε, αλλά για διαφορετικούς λόγους.

Εργαλειοποίηση της επιτυχίας από το καθεστώς

Η τεράστια επιτυχία των «βασιλικών μπλε» αποτέλεσε την καλύτερη ευκαιρία για τους Ναζί να εργαλειοποιήσουν την επιτυχία αυτή προς όφελος τους. Η καταγωγή της ως ένας σύλλογος της εργατικής τάξης, με την απρόσμενη επιτυχία μιας ομάδας φίλων που εργάζονταν στα ανθρακωρυχεία της κοιλάδας του Ρουρ, χρησίμευσε ως το τέλειο παράδειγμα του Volksgemeinschaft (που σημαίνει "κοινότητα των ανθρώπων) που οραματιζόταν ο Χίτλερ για την ιδανική γερμανική κοινωνία, δηλαδή ένα φυλετικά ενοποιημένο και ιεραρχικά οργανωμένο σώμα στο οποίο τα συμφέροντα των ατόμων θα ήταν αυστηρά εξαρτώμενα από αυτά του έθνους. Ο τρόπος που επικρατούσε η Σάλκε στον αγωνιστικό χώρο, ορισμένες φορές διασύροντας τους αντιπάλους της, αποτέλεσε το τέλειο παράδειγμα για την ανάπτυξη της ναζιστικής δαρβινικής ιδεολογίας περί φυλής υιοθετώντας την οπτική των κοινωνικών Δαρβινιστών για την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου σχετικά με την «επιβίωση του ισχυρότερου», θέτοντας στερεότυπα όπως με τους Εβραίους. Για να είμαστε ξεκάθαροι η ιδεολογία αυτή δεν υιοθετήθηκε από την Σάλκε αλλά ούτε πάντως πρόβαλε κάποια αντίσταση ώστε να μην χρησιμοποιηθεί η ίδια ως το ιδανικό παράδειγμα του «ισχυρότερου».

Παράλληλα, για πολύ καιρό υπήρχε η φήμη πως ο ίδιος ο Φύρερ ήταν οπαδός της Σάλκε. Μάλιστα, το 2008, οι Times αναπαρήγαγαν αυτό τον μύθο χωρίς να υπάρχει καμία τέτοια απόδειξη, σε κείμενο με τους 50 χειρότερους ποδοσφαιρικούς οπαδούς όλων των εποχών. Το δημοσίευμα αυτό είχε προκαλέσει την αντίδραση της γερμανικής ομάδας η οποία μέσω του υπεύθυνου δημοσίων σχέσεων, Γκερντ Βος, κατέρριψε εμφατικά τη θεωρία προς το αγγλικό ΜΜΕ.

«Ελέγξαμε μια και δυο φορές αν η διοίκηση της ομάδας μεταξύ 1933 και 1945 είχε ονομάσει μια κερκίδα ''κερκίδα του Φύρερ'' για παράδειγμα και παρακολουθήσαμε κάθε επεισόδιο του «Allo 'Allo» σε μια προσπάθεια να βρούμε κάποιο στοιχείο. Αλλά τίποτα. Στην πραγματικότητα, αποδείχτηκε ότι πρέπει να ήταν υποστηρικτής από την πολυθρόνα του, διότι ποτέ δεν έκανε τον κόπο να εμφανιστεί σε έναν από τους αγώνες μας, ακόμη κι αν ήταν τελικός μιας διοργάνωσης δίπλα στην πόρτα του στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου. Ίσως ήταν πολύ απασχολημένος με τις πολιτικές γενοκτονίας ή... ίσως και να μην ήταν καν φίλαθλος. Συνοψίζοντας, ο Χίτλερ ήταν υποστηρικτής της Σάλκε επειδή κέρδισε τους περισσότερους τίτλους κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και με την ίδια λογική, η Μάργκαρετ Θάτσερ θα έπρεπε να είναι φίλαθλος της Λίβερπουλ. Αρκετά αστείο που δεν συμπεριλήφθηκε κι εκείνη στη λίστα.

Με εκτίμηση,

Γκερντ Βος»

Και αυτή είναι η αλήθεια. Στον Χίτλερ δεν άρεσε το ποδόσφαιρο, ένα άθλημα που του είχε προκαλέσει και μία τις πιο δυσάρεστες εμπειρίες του όταν η Γερμανία είχε ηττηθεί με 2-0 από τη Νορβηγία το 1936 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου, στο μοναδικό ποδοσφαιρικό αγώνα που είχε παρακολουθήσει από κοντά. Παρόλα αυτά, το άθλημα αυτό ήταν το πιο δημοφιλές στην χώρα και αποτελούσε για το καθεστώς ένα ιδανικό εργαλείο προπαγάνδας.

Η διάσημη φωτογραφία

Αυτό μας φέρνει ξανά την χρονιά του 1939 και τον τελικό του πρωταθλήματος όπου η Σάλκε διέλυσε με 9-0 την Αντμίρα Βιέννης κατακτώντας το τρόπαιο με την πανηγυρική φωτογραφία από εκείνο το παιχνίδι να έχει μείνει στην ιστορία. Γιατί ιστορική; Γιατί δύο ποδοσφαιριστές της ομάδας, οι Ότο Σβάισφουρθ και Βάλτερ Μπεργκ, είχαν κληθεί ήδη στις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, την διαβόητη Βέρμαχτ και όπως έχει αποτυπωθεί στην φωτογραφία, φοράνε φανέλα με ραμμένο τον ναζιστικό αετό. Το ιστορικό τμήμα της Σάλκε χρόνια αργότερα εξηγούσε τον λόγο που έγινε αυτό. «Οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές έπρεπε να φοράνε με το Reichsadler (αυτοκρατορικό αετό). Ήταν μια ένδειξη πως και οι ποδοσφαιριστές πρέπει να υπηρετούν στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Τελικά, οι φανέλες ήταν μια προώθηση της ιδέας του Volksgemeinschaft του Χίτλερ αυτό που θεωρούσε ιδανική γερμανική κοινωνία».

Τρία χρόνια αργότερα, το 1942, όταν η Σάλκε έφτασε ξανά στον τελικό κόντρα στην Φιρστ Βιέννα, οκτώ από τους παίκτες της φορούσαν φανέλα με το Reichsadler σε μια εποχή που ο πόλεμος πλέον είχε απλωθεί παντού και ούτε και τα μεγάλα αστέρια του ποδοσφαίρου δεν μπορούσαν να τον αποφύγουν. Η Φιρστ Βιέννα δεν μπόρεσε να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ραπίντ η οποία ένα χρόνο πριν είχε γίνει η μοναδική αυστριακή ομάδα που κατέκτησε το γερμανικό πρωτάθλημα μετά τη νίκη της με 4-3, παρά το γεγονός πως ήταν πίσω στο σκορ με 3-0! Αντίπαλός της; Η Σάλκε. Αυτή την φορά όμως η ομάδα της κοιλάδας του Ρουρ δεν την πάτησε κι επικράτησε εύκολα με 2-0. Αυτός ήταν και ο τελευταίος τίτλος της για πάνω από μια δεκαετία. Οι μέρες δόξας της Σάλκε είχαν φτάσει στο τέλος.

Το ερώτημα όμως παραμένει. Τελικά εκείνη η θρυλική ομάδα της Σάλκε ευνοήθηκε από το καθεστώς του Χίτλερ; Στην Ισπανία του Φράνκο είναι γνωστό πως ο Ισπανός δικτάτορας κανόνιζε το τελικό αποτέλεσμα στέλνοντας τον διευθυντή της κρατικής ασφάλειας στα αντίπαλα αποδυτήρια για να απειλήσει τους παίκτες, όπως είχε κάνει στην Μπαρτσελόνα το 1943 σε ένα ματς που οι Καταλανοί ηττήθηκαν με 11-1 από την Ρεάλ Μαδρίτης κι ενώ στο πρώτο παιχνίδι είχαν επικρατήσει με 3-0. Για την περίπτωση της Σάλκε οι ιστορικοί πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ από τους Ναζί. Κατά καιρούς έχουν βγει φήμες περί στημένων αγώνων χωρίς όμως κάποια απόδειξη. Η αλήθεια είναι ότι η Σάλκε ήταν η καλύτερη ομάδα εκείνη την εποχή, και είναι χαρακτηριστικό πως ποδοσφαιριστής της ήταν αυτός που πίστευε πως ένα παιχνίδι της ομάδας του ήταν στημένο, αλλά όχι για να κερδίσει, αλλά να ηττηθεί.

Ο λόγος για τον τελικό με την Ραπίντ Βιέννης με τον Ερνστ Κούζορα, αρχηγός της ομάδας και μέλος του NSDAP, να αρνείται να παραλάβει το μετάλλιο αφού θεωρούσε ότι οι Ναζί για κάποιο λόγο επιθυμούσαν τη νίκη των Αυστριακών στηριζόμενος σε κάποιες περίεργες αποφάσεις του διαιτητή. Πάλι, όμως, αποδείξεις δεν υπήρχαν.

Για τον λόγο αυτό η όποια σύνδεση του συλλόγου με τους Ναζί παραμένει διφορούμενη. Οι άνθρωποι της Σάλκε ποτέ δεν εναντιώθηκαν στον Χίτλερ και μάλιστα αποτέλεσαν το ιδανικό πρότυπο για το πνεύμα που θα έπρεπε να υπάρχει στην γερμανική εργατική τάξη. Από την άλλη όμως, το κλαμπ δεν διέφερε σε τίποτα σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, το οποίο βρισκόταν σε μια χώρα με ένα ολοκληρωτικό καθεστώς όπου η κάθε σου κίνηση βρισκόταν υπό διαρκή παρακολούθηση και το παραμικρό ατόπημα μπορούσε να σε οδηγήσει στην φυλακή ή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης ή ακόμα χειρότερα στον θάνατο.

Το σίγουρο είναι ότι η ιστορία της Σάλκε θα μπορούσε να είναι ένα ωραίο παραμύθι για το πως μια παρέα φίλων ανακάλυψε ένα μοναδικό τρόπο παιχνιδιού φτάνοντας στα όρια του μύθου. Δυστυχώς, όμως, η κληρονομιά του Schalker Kreisel θα επισκιάζεται παντοτινά από την πιο σκοτεινή περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας.

Πηγές: thesefootballtimes, FC Schalke 04.de, encyclopedia.ushmm.org, wikipedia

 

BUNDESLIGA Τελευταία Νέα