Γκρεγκ Μονρό: Ένας αντιρρησίας συνείδησης

Γκρεγκ Μονρό: Ένας αντιρρησίας συνείδησης

Βασίλης Βλαχόπουλος
Γκρεγκ Μονρό: Ένας αντιρρησίας συνείδησης
Αν η απόφαση για κάθε συνεργασία εμπεριέχει υψηλό ρίσκο, αυτή που έλαβε ο Γκρεγκ Μονρό το περασμένο καλοκαίρι αφήνοντας τον λαμπερό κόσμο του ΝΒΑ για την Μπάγερν Μονάχου προφανώς έμοιαζε ριψοκίνδυνη και η Euroleague Greece εξηγεί τι ανάγκασε τον 29χρονο σέντερ να «μεταναστεύσει» στην Ευρώπη.

Είναι αλήθεια ότι, το περασμένο καλοκαίρι, η είδηση της συνεργασίας της Μπάγερν Μονάχου με τον Γκρεγκ Μονρό τάραξε τα… λιμνάζοντας νερά υπό την έννοια ότι δεν επρόκειτο για παίκτη της σειράς αλλά για εν ενεργεία αθλητή του ΝΒΑ με διψήφιο μέσο όρο πόντων (13.7π.) στην τελευταία του χρονιά, (θεωρητικά) σε εξαιρετικά παραγωγική ηλικία κι έπειτα από 632 αγώνες στο ΝΒΑ. Ωστόσο, οι αριθμοί, το πλούσιο βιογραφικό και η ηλικία μάλλον ήταν στη μία πλευρά του νομίσματος, γιατί στην άλλη βρίσκονται οι επιταγές του σύγχρονου μπάσκετ και η αμφιβολία για το κατά πόσο ο νυν σέντερ της γερμανικής ομάδας, μπορεί να τις υπηρετήσει. Αυτή βέβαια είναι μια μεγάλη συζήτηση, εμπεριέχει όλους όσοι έχουν αντίστοιχα σωματικά χαρακτηριστικά και τη χαμηλή ταχύτητα του Μονρό και γενικώς τους παίκτες οι οποίοι χαρακτηρίζονται «δεινόσαυροι» λόγω του στιλ παιχνιδιού. Στην περίπτωση του Μονρό, η αμφιβολία αναπτύχθηκε σε τέτοιο βαθμό όπου εξελίχθηκε σε βεβαιότητα ότι το ΝΒΑ δεν του ταιριάζει.

Η μεγάλη σχολή του Τζόρτζτάουν

Γεννημένος στη Νέα Ορλεάνη, ο Μονρό ανακηρύχθηκε κορυφαίος παίκτης της Πολιτείας Λουιζιάνα (2007) στην προτελευταία του χρονιά στο σχολείο, πριν δηλαδή μετακομίσει σ’ ένα από τα σπουδαιότερα αμερικανικά πανεπιστήμια με «ειδίκευση» στην παραγωγή σέντερ. Αυτός ο τιμητικός τίτλος συντροφεύει το Τζόρτζτάουν, από τα σπλάχνα του οποίου αναδείχθηκαν ένα σωρό AllStar ψηλοί προεξεχόντων των Πάτρικ Γιούινγκ, Αλόνζο Μούρνινγκ, Ντικέμπε Μουτόμπο. Τα «στενά» όρια του κολεγιακού μπάσκετ δεν τον κράτησαν περισσότερα από δύο χρόνια κι έτσι ο «Big Moose» επέλεξε το φωτεινό δρόμο του ΝΒΑ. Το συγκεκριμένο παρατσούκλι τον συντροφεύει από τα παιδικά χρόνια του, δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος, επρόκειτο περισσότερο για μια έκφραση πάνω στον εκνευρισμό ενός φίλου του, αλλά του άρεσε, το… πήρε μαζί του στην εξέλιξη της καριέρας του και το «κουβαλάει» μέχρι σήμερα.

Ο Μονρό αποτέλεσε το σπουδαίο project τον Ντιτρόιτ Πίστονς οι οποίοι τον επέλεξαν στο Νο7 στο ντραφτ (2010). Ο «ψηλός» μάλλον ανταποκρίθηκε στον συγκεκριμένο ρόλο αλλά το casting δεν ήταν επαρκές για να αποδράσουν τα «κακά παιδιά» από τη μετριότητα στην οποία κινούνται στα τελευταία χρόνια, με κύριο χαρακτηριστικό ότι επί ημερών του δεν έπαιξαν καν στα Play Offs. Ο ίδιος φόρεσε τη φανέλα των Πίστονς για περίπου 380 παιχνίδια με μέσους όρους πόντων στην τελευταία τετραετία περί των 15.6π., ενώ στην τελευταία χρονιά του είχε και 10.2 ριμπάουντ. Ήταν μάλιστα ο τελευταίος άνθρωπος που φόρεσε τη φανέλα με το (αγαπημένο του) Νο10 στη φανέλα, πριν αυτή αποσυρθεί προς τιμή του Ντένις Ρόντμαν, τον Απρίλιο του 2011.

Η «μοιραία» απόφαση

Αυτή η άποψη εκφράστηκε από… κόσμο και κοσμάκη και κατατέθηκε μετά την πάροδο μιας διετίας στους Μιλγουόκι Μπακς. Για την ακρίβεια, το 2015 ο Μονρό απέκτησε τη δυνατότητα επιλογής ομάδας. Από τότε καλλιεργήθηκε η αμφιβολία για το επίπεδο προσαρμογής του στην ταχύτητα που απαιτεί το ΝΒΑ. Τούτο βέβαια έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το συμβόλαιο των 50 εκατομμυρίων δολαρίων που του είχαν δώσει οι Μιλγουόκι Μπακς. Και δεν πέρασε δα κι ένας… αιώνας, παρά μόνο τέσσερα χρόνια. Πολλοί ισχυρίζονται όμως ότι εκείνη η επιλογή του, ήταν καταδικαστική για την μετέπειτα πορεία του. Το γεγονός δηλαδή ότι επέλεξε το maximum συμβόλαιο θυσιάζοντας πρωταγωνιστικό αγωνιστικό ρόλο, καθότι είχε τη δυνατότητα να υπογράψει είτε στους Νιου Υόρκ Νικς είτε στους Λος Άντζελες Λέικερς. Εντούτοις, αν επέλεγε ένα από τα δύο μεγαλύτερα franchise του ΝΒΑ, το πιθανότερο είναι να τον είχε πάρει κι αυτόν η κατηφόρα με όλα όσα έλαβαν χώρα στις δύο ομάδες στη διετία 2015-17. Ενδεχομένως να είχαν δίκιο γιατί στα χρόνια που ακολούθησαν ο Μονρό έμοιαζε με χαμένο ναυτικό που αναζητούσε ένα λιμάνι να αράξει.

Από τις 7 Νοεμβρίου 2017 έως και την περσινή σεζόν αγωνίστηκε σε τέσσερις διαφορετικές ομάδες και στους Μπόστον Σέλτικς σε δύο διαφορετικές χρονιές περιόδους. Σα να επρόκειτο για περιπλανώμενο καλλιτέχνη. Θα μπορούσε όμως να κερδίσει το δαχτυλίδι του Πρωταθλητή αλλά πέρυσι οι Τορόντο Ράπτορς τον παραχώρησαν στους Μπρούκλιν Νετς, τον περασμένο Φεβρουάριο, για να καταλήξει στη Βοστόνη. Συγκεκριμένος κανόνας δεν υφίσταται, συνήθως όμως, όταν ένας παίκτης αναγκάζεται να αλλάξει πέντε φορές πόλη, μέσα σε διάστημα δύο χρόνων, είναι προφανές ότι το κλίμα έχει πάψει να τον σηκώνει. Ο ίδιος αρνήθηκε να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι δεν ταιριάζει στο τωρινό στιλ του ΝΒΑ.

«Πολλοί λένε ότι δεν μπορώ να παίξω πλέον. Ας μου εξηγήσουν όμως γιατί οι Ουόριορς επέλεξαν τον ΝτεΜάρκους Κάζινς, γιατί είχαν παλιότερα τον Ζάσα Πατσούλια, γιατί ακόμη παραμένουν στο Πρωτάθλημα παίκτες όπως ο Εμπίντ, ο Ντρούμοντ ή ο Μαρκ Γκασόλ; Γιατί παραμένουν παραγωγικοί όπως θεωρώ ότι είμαι κι εγώ. Το μόνο που μπορώ να ελέγξω είναι ότι γίνεται εντός των γραμμών και προς αυτήν την κατεύθυνση συγκεντρώνομαι», είχε πει τότε, ολίγον αγανακτισμένος από την όλη κουβέντα που έγινε γύρω από το όνομά του.

Στο Μόναχο δίχως διαπραγμάτευση!

Ανεξαρτήτως των δηλώσεων, στο μυαλό του Μονρό είχε ωριμάσει η σκέψη της… ηρωικής εξόδου κι εκεί προέκυψε η Μπάγερν Μονάχου. Αυτό το συμπέρασμα προέκυψε από την ομολογία του αθλητικού διευθυντή της γερμανικής ομάδας, Ντάνιελ Μπαϊέζι, στο βίντεο παρουσίασης του Μονρό που «έφτιαξε» η Μπάγερν Μονάχου. «Ήταν η πιο εύκολη συμφωνία που έχω πετύχει. Του είπαμε ποιοι είμαστε, τι μπορούμε να προσφέρουμε και μέχρι ποιο σημείο έχουμε τη δυνατότητα να φτάσουμε. Αν δεν είσαι έτοιμος να έρθεις στην Ευρώπη, μην έρχεσαι. Αν όμως θέλεις να κάνεις αυτό το ταξίδι μαζί μας, είμαι ανοιχτοί και ενθουσιασμένοι (με την προοπτική). Νομίζω ότι δεν είχαμε κάνει καν διαπραγμάτευση. Ήταν κάτι σαν «αυτό έχουμε, πάρτο ή άφησέ το» και το πήρε».

Η παρουσίαση του Μονρό έγινε μάλιστα στο πλέον αγαπημένο μέρος του, στο Γουίνγουντ του Μαϊμάμι. Ένα μέρος το οποίο φημίζεται για τις συνοικίες του, είναι γεμάτο πολύχρωμα γκράφιτι, ενώ υπάρχει κι ένα υπαίθριο μουσείο με έργα μερικών από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες του δρόμου σε παγκόσμιο επίπεδο. Εκεί στεγάζονται από μοντέρνες γκαλερί τέχνης, ακριβές μπουτίκ ρούχων, έως χώροι διασκέδασης.

Προς το παρόν διασκεδάζει στο Μόναχο έχοντας doubledouble στους μέσους όρους του με 11.5 πόντους και 10 ριμπάουντ κι έχοντας ήδη αναδειχθεί σε «πρόσωπο» της Μπάγερν. Μένει να φανεί αν θα την οδηγήσει και στην πολυπόθητη συμμετοχή στα PlayOffs της Euroleague.