Αιώνιος μαέστρος μιας «Βασίλισσας»

Τον ονόμασαν Μαέστρο. Όχι τυχαία. Ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς ενέπνευσε μία ολόκληρη μπασκετική γενιά στη Γιουγκοσλαβία. Ίσως και περισσότερο.

Το μακρινό 1989 δίδασκε αυτά που επιλέγουν οι περισσότεροι προπονητές τώρα για να κερδίσουν ένα ματς. Μιλούσε για ένα μπάσκετ δίχως θέσεις. Και πως οι ψηλοί μιας ομάδας πρέπει να απειλούν από μακριά.

Ο Κροάτης βαθμοφόρος στο στρατό, Μορμόνος και προπονητής, ήταν μπροστά από την εποχή του. Ίσως αυτό να αποτέλεσε ευχή και κατάρα. Ειδικά όταν επέλεξε να εργαστεί στην Ελλάδα. Η παρουσία του στην ΑΕΚ – του Μάκη Ψωμιάδη - προκάλεσε έκπληξη. Ακόμα και στους παίκτες της Ένωσης.

Και όμως, η διπλή θητεία της θρυλικής μορφής στον πάγκο της ΑΕΚ κρύβει άπειρες ιστορίες.

Το Oral History γυρίζει σε μία εποχή που διέθετε τη δική της... χρυσόσκονη. Τη δική της γοητεία και ο Τσόσιτς πρόσφερε απλόχερα μπόλικο μπάσκετ. Κυρίες και κύριοι, ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς της ΑΕΚ.

Ο πράος Τσόσιτς, ο οποίος είχε γίνει Μορμόνος κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Γιούτα, συνήθιζε να ακούει εκκλησιαστική μουσική στο αυτοκίνητό του. Και ένας παίκτης μπορούσε να του μιλήσει για τα πάντα. Εκείνος θα άκουγε στωικά. Και θα τον συμβούλευε.

Όταν όμως, στο παρκέ, δεν συνέβαινε αυτό που ζητούσε, τότε ο Τσόσιτς άλλαζε. Μπορεί να έσπρωχνε έναν παίκτη. Να τον τσιμπούσε! Να ξεσπούσε μία... μορμονική κόλαση.

Το ρόλο του αφηγητή αναλαμβάνουν τέσσερις παίκτες του. Ο καθένας έλαβε διαφορετικά πράγματα από τον Κρέζο, όπως τον αποκαλούσαν.

Ο Βασίλης Λανές θυμήθηκε ένα απίθανο ταξίδι στη Γιουγκοσλαβία χωρίς διαβατήρια! Ο Χρήστος Κουντουράκης δεν μπορεί να ξεχάσει το πρώτο ματς με προπονητή τον Τσόσιτς. Ο Παναγιώτης Αριδάς αναλύει το σύστημα που φέρει το όνομά του – ακόμη και όταν δεν έπαιζε – ενώ ο Φώτης Κατσικάρης μιλάει για τον άνθρωπο που του άλλαξε τη ζωή και τον προπονητή που τον έπεισε να γίνει κόουτς.

Αυτή είναι η κιτρινόμαυρη ιστορία ενός ανθρώπου και αθλητή που έζησε για το μπάσκετ. Και ας κόπηκε το νήμα της στην ηλικία των 46 ετών. Οι θρύλοι δεν πεθαίνουν ποτέ...

Κεφάλαιο 1ο: Ο Τσόσιτς στην ΑΕΚ; Αλήθεια;

Όταν ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς συμφώνησε με την ΑΕΚ, η είδηση έμοιαζε με... βόμβα. Ένας πρώην προπονητή της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας στην Ένωση με ιδιοκτήτη τον Μάκη Ψωμιάδη. Αλήθεια, τι θυμούνται οι παίκτες του από εκείνη την ημέρα; Και τι από το πρώτο αντάμωμα;

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Ήταν μεγάλος σταθμός για την καριέρα μου, τελικά. Τότε δεν αποδείχτηκε. Σε όλα τα κομμάτια. Το πιο σημαντικό είναι πως με έπεισε – και αυτό θεωρώ ότι είναι η πιο σημαντική δουλειά ενός προπονητή – σε κάποια πράγματα που λέει, τα οποία είναι καλύτερα και για τον παίκτη και για την ομάδα: η ατομική βελτίωση ενός παίκτη και μέσα απ' αυτή να βελτιωθεί και η ομάδα. Ουσιαστικά μου άλλαξε το παιχνίδι.

Μέχρι να αρχίσω να δουλεύω μαζί του, ήμουν ένας... Πώς να το πω; Ένα πλέι μέικερ, λέμε τώρα πλέι μέικερ, που ήθελα να σκοράρω, να έχω τον έλεγχο του παιχνιδιού. Έπαιζα με τον ένστικτο και μόνο με αυτό. Μου έβαλε το μυαλό, κάθε μέρα από την προπόνηση να σκέφτομαι το παιχνίδι όπως είναι. Να βλέπω και να διαβάζω το παιχνίδι. Όχι τις άμυνες του αντιπάλου, αλλά τους συμπαίκτες μου, τι πρέπει να παίξουμε τώρα και αυτή είναι μία διαδικασία πολύ μεγάλη και δύσκολη. Ειδικά αν πρέπει να αλλάξεις τα πάντα.

Ήμουν μικρός σε ηλικία, αλλά εκεί έλαβα τα πρώτα ερεθίσματα της προπονητικής, να με προβληματίσει το παιχνίδι, να αρχίσω να σκέφτομαι τι κάνει ο αντίπαλος, οι άλλες ομάδες, οι άλλοι παίκτες. Τότε μπήκα σε πιο βαθιά... νερά απ' ότι μου αναλογούσε ως παίκτη.

Είχα φύγει για την Αμερική, όταν ήμουν στον Σπόρτινγκ. Ήθελα να μείνω εκεί, αφού το μπάσκετ στην Ελλάδα ήταν ημιεπαγγελματικό τότε. Ένας παίκτης με το δικό μου ταλέντο δεν μπορούσε να επενδύσει στο μπάσκετ. Έπρεπε να κάνω κάτι άλλο. Οπότε πήγα να σπουδάσω και ένα καλοκαίρι που επέστρεψα για να δω τους δικούς μου, ήταν η περίοδος που επέστρεψε ο Κρέζο στην ΑΕΚ. Και ζήτησε να με δει. Στην πρώτη του θητεία στην ΑΕΚ είχαμε παίξει αντίπαλοι, είχε δει κάποια παιχνίδια. Ήταν ένα ματς με τον Πανιώνιο που έπαιξα «ένας-τέσσερις» τον Φάνη και δεν είχε βάλει καλάθι. Είχα ένα διάστρεμμα σε εκείνο το ματς και μπήκα στο τελευταίο δεκάλεπτο να παίξω. Παίζαμε μία ζώνη «3-2» και έκανα λάθος και ακολούθησα τον Φάνη.

Το είδε ο Ζευγώλης και είπε στον κόουτς της ομάδας, τον Διαμαντόπουλο, να το κρατήσουμε. Και κερδίσαμε στο τελευταίο δευτερόλεπτο με ένα φόλοου του Αγγελίδη. Αυτή ήταν η προσέγγιση του Κρέζο, τότε ακούστηκε για πρώτη φορά ο όρος “ρολίστας”. Δεν υπήρχε τότε και για να πας στην ΑΕΚ ή στον Ολυμπιακό ή σε άλλη καλή ομάδα θα έπρεπε να ήσουν καλός παίκτης, να έχεις αριθμούς.

Δεν υπήρχαν οι παίκτες που κοιτάνε σήμερα οι προπονητές. Και όχι έναν, αλλά και δύο και τρεις.

Ήθελε, λοιπόν, να πάρει έναν περιφερειακό μαζί με τον Γκέκο και τον Παταβούκα και τους είχε πει από την αρχή ότι η πρώτη επιλογή ήμουν εγώ. Και μπήκαμε στη διαδικασία.

Την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε σε ένα ξενοδοχείο, είχε μία τόσο δυνατή προσωπικότητα που λες «κάθομαι με αυτόν τον τύπο, ο οποίος είναι ένας από τους πιο εμβληματικούς που έχουν περάσει από την Ευρώπη», μολονότι δεν υπήρχε τόση δημοσιότητα εκείνη την εποχή. Δεν ξέρω πως θα ήταν στο σήμερα.

Ήταν μία τεράστια προσωπικότητα, πρεσβευτής των Κροατών στην Γουάσινγκτον. Ήταν Μορμόνος, το ασπάστηκε όταν πήγε στο Μπρίγκαμ Γιανγκ. Μάλιστα, μία φορά μου είχε πει ότι ως teenager ήταν πολύ άγριος. Άλλαξε όλη η ζωή του.

Χρήστος Κουντουράκης (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Τον Τσόσιτς τον γνώρισα όταν πήγα στην ΑΕΚ από τον Νέστορα, 20 ετών. Εκείνη τη χρονιά ο Ψωμιάδης έχει εμφανιστεί στα πράγματα και κάνει ντόρο. Έχει πάρει την ΑΕΚ, κυνηγούσε μεγάλους παίκτες και κάνει μεταγραφή τον Γαλακτερό, αλλά για την επόμενη χρονιά, τον Λανέ, που ήταν τραυματίας με χιαστό και θα έπαιζε μετά τα Χριστούγεννα. Ο Βρέινς δεν είχε έρθει ακόμα. Ακουγόταν ότι θα φέρει τον Τσόσιτς για τη θέση του προπονητή, αλλά στην ομάδα δεν είχε φέρει ιδιαίτερους παίκτες. Εγώ έκλεισα μαζί με τον Λανέ, αλλά άργησε λίγο να ολοκληρωθεί η συμφωνία και η ομάδα είχε ήδη αναχωρήσει για την προετοιμασία της. Περιμένω δύο-τρεις ημέρες, μας παρουσιάζει η ΑΕΚ μαζί, εμένα και τον Βασίλη, και μας στέλνει στην προετοιμασία στο εξωτερικό. Ήμουν απροπόνητος από την καλοκαιρινή περίοδο, αλλά ήμουν η νέα προσθήκη, το πιο δυνατό όνομα στην ομάδα. Πάω, κάνω μία πρωινή προπόνηση και κατευθείαν το απόγευμα στο φιλικό ματς.

“Χρήστο, έχουμε γίνει ρεζίλι"

Ξεκινάει η αναμέτρηση, παίζουμε απέναντι σε μία ιταλική ομάδα. Μπαίνω μέσα, δεν κάνω τίποτα απολύτως. Ντριπλάρω, μου χτυπάει η μπάλα στα πόδια, κάνω λάθος πάσα, χάνω λέι απ. Είναι όλα μία τραγωδία. Είμαι μέσα στα νεύρα, σκέφτομαι "πω πω, είναι το πρώτο παιχνίδι με βλέπει ο Τσόσιτς, με βλέπουν οι συμπαίκτες μου”. Κοντράρομαι και με έναν Ιταλό σε πιο δυναμικό παιχνίδι, δεν μου βγαίνει που δεν μου βγαίνει τίποτα, λέω “Χρήστο, έχουμε γίνει ρεζίλι", τον σπρώχνω, με σπρώχνει, του τραβάω ένα... μπουνίδι, τον ξαπλώνω κάτω, μέσα στα νεύρα μου που δεν είχα κάνει τίποτα. Τελειώνει το ματς, εγώ έχω αποβληθεί και βγαίνουμε έξω από το γήπεδο. Και όταν πάει ο Μάκης στον Τσόσιτς τον ρωτάει, “Πώς σου φάνηκε ο καινούργιος;”, ο προπονητής απάντησε, “Εντάξει είναι, βρίσκεται πίσω σε φυσική κατάσταση, αλλά τουλάχιστον έχει ψυχή. Καλός είναι...”.

Στην αρχή δεν με έβαζε καθόλου. Δούλευε μαζί μου πάνω στο παιχνίδι. Τότε οι παίκτες που πηγαίναν σε μία ομάδα ήταν σαν περιουσία της. Ο προπονητής δούλευε πάνω τους, έπαιρνε έναν παίκτη 20 χρόνων και θα τον είχε μέχρι τα 25, τα 26 του. Αυτό ήταν το μεγάλο μας κέρδος με τον Τσόσιτς. Είχε και ανθρώπους, βοηθούς και γυμναστές και δούλευε πολύ με τους παίκτες, βελτιωθήκαμε όλοι μαζί του. Αυτό ήταν το θετικό. Το αρνητικό ήταν η διοίκηση και το πήγαινε-έλα των παικτών, οι απληρωσιές.

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): Ήταν φοβερός άνθρωπος, ένας πραγματικός κύριος. Και μπόλικο μπάσκετ. Οι γνώσεις του ήταν τρομερές. Κάποια στιγμή, σε συζητήσεις που έκανα μετά, είχα πει ότι το λάθος της ΑΕΚ ήταν που δεν έβαλε προπονητή ή υπεύθυνο στις ακαδημίες της. Βέβαια, τότε οι ακαδημίες δεν είχαν τον ίδιο τρόπο λειτουργίας, όπως είχαν τα επόμενα χρόνια, αλλά αν έκαναν μία αρχή, ο Τσόσιτς ήταν ιδανικός για να βγάλει παίκτες.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Ήταν ένας άνθρωπος που τον έβλεπες μειλίχιο, ήρεμο. Ήταν κάτι σαν πάστορας, έχοντας γίνει Μορμόνος. Κουβαλούσε έναν τίτλο ιεροσύνης.

Επειδή είχε τύχει να μπω στο αυτοκίνητό του, για να πάμε κάπου, άκουγε εκκλησιαστική μουσική. Ζούσε ως ιερωμένος έξω από τις γραμμές. Αλλά μέσα απ' αυτές μεταμορφωνόταν! Το πρόβλημά του, ως δάσκαλος, ήταν ότι κάποιες φορές πίστευε πως αυτό που μας δείχνει πρέπει να το κάνουμε. Αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να το δεχτούμε, γιατί δεν ήμασταν έτοιμοι να το δεχτούμε. Δεν είχαμε την παιδεία που νόμιζε ότι είχαμε. Όταν έπαιζα κάτι σαν τεσσαροπεντάρι, ανάλογα με τους ξένους της άλλης ομάδας, και ενώ είχα συνηθίσει στη θέση, εκείνος με έβγαζε στην περιφέρεια για να σουτάρω τρίποντα. Ήταν παράξενο, πρωτόγνωρο. Μέχρι να το υιοθετήσω και να καταλάβω τι θέλει από εμένα, επειδή είχε δει ότι διέθετα ένα καλό σουτ, πέρασε καιρός. Ουσιαστικά ήθελε να με πάει μέχρι το τρίποντο, μολονότι είχαμε γκαρντ για να σουτάρουν, προκειμένου να τραβήξω τον ψηλό της αντίπαλος ομάδας μακριά από το καλάθι.

Αυτό δεν το είχαμε φανταστεί. Με έβαζε να κάνω το λεγόμενο «inside playmaker», όπως παίζει περίπου ο Φαλ στον Ολυμπιακό τώρα. Ο ψηλός μοιράζει πιο εύκολα την μπάλα.

Και αυτό που ήθελε να περάσει στην ομάδα είναι πως δεν υπάρχουν θέσεις. Όπου παίρνεις την μπάλα είναι και η θέση σου. Δεν υπάρχει ψηλός που δεν ξέρει να πασάρει και να ντριμπλάρει. Δεν υπάρχει κοντός που δεν ξέρει να ποστάρει, αν χρειαστεί.

Ο Τσόσιτς ήρθε ως προπονητής της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας (σ.σ.: κάθισε στον πάγκο της από το 1985 έως το 1987). Τον είχαμε δει στο Παγκόσμιο Κύπελλο που είχε γίνει στην Ισπανία (σ.σ.: Η Γιουγκοσλαβία τερμάτισε στην 3η θέση).

Σε εμάς ήρθε το 1988. Δεν θυμάμαι αν πήγε πουθενά μετά, αλλά εμείς αυτές τις μνήμες είχαμε, από την Εθνική ομάδα.

Ήμασταν εντυπωσιασμένη, ένας άνθρωπος με απίστευτο παρουσιαστικό, με 2.13 ύψος . Ήταν εντυπωσιακός ως άνθρωπος και για τη φήμη που κουβαλούσε. Και φυσικά ως παίκτης είχε μία λαμπρή πορεία. Τα στάνταρ ήταν εξαιρετικά υψηλά. Οπότε ήμασταν εντυπωσιασμένοι, συνάμα και με μία αγωνία αν θα ανταποκριθούμε σε όλο αυτό το άνοιγμα που είχε γίνει τότε.

Τότε ο Μάκης Ψωμιάδης είχε βάλει λεφτά, είχαν έρθει καλοί παίκτες, ο κόσμος ήταν στο πλευρό της ομάδας.

Είχαμε ξένο τότε τον Ντάνι Βρέινς, ό,τι καλύτερο είχε έρθει στην Ελλάδα, από ξένο, εκείνη την εποχή. Δεν ήταν ένας αναπληρωματικός, ήταν σημαντικός στο ΝΒΑ, Νο5 στο Draft και είχε παίξει στο Σιάτλ και ήταν πεντάδα ή 6ος παίκτης.

Και ο δεύτερος ξένος που είχαμε πάρει, μόνο για την Ευρώπη, ήταν ο Κλιντ Ρίτσαρντσον, ένας αναπληρωματικός πλέι μέικερ των πρωταθλητών Φιλαντέλφια 76ερς. Είχε έρθει με το δακτυλίδι του στην Αθήνα. Καταλαβαίνεις τι ήταν για εμάς αυτό... Είχε έρθει για να κλείσει την καριέρα του.

Κεφάλαιο 2ο: Μορμόνος μέχρι να εκνευριστεί!

Το παρουσιαστικό του Κρέζιμιρ Τσόσιτς έφερνε ηρεμία. Ο Κροάτης ήταν μειλίχιος. Μέχρι να μπει στο παρκέ. Και να γίνει ένα (μικρό ή μεγάλο) λάθος. Τότε ακολουθούσαν πολλά και διάφορα ευτράπελα.

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Έχουμε ένα ματς στη Θεσσαλονίκη με τον Άρη. Η διαφορά πάει από τους 10 στους 12, μετά στους 4, ξανά στους 12, στους 4, στους 8 και πάει λέγοντας. Κάποια στιγμή αφού έχουμε φτάσει στο δεύτερο ημίχρονο, γίνεται ένα τάιμ άουτ. Μπαίνει μέσα στο γήπεδο και με τραβάει από το μπράτσο. Το νιώθω. Μου έκανε μελανιά! Με καθίζει στον πάγκο, με τραβάει. Εγώ τον σπρώχνω, για να με αφήσει. Και με βλέπει θυμωμένο. Και μου λέει: «Τώρα είσαι έτοιμος να παίξεις. Εδώ είσαι πλέι μέικερ. Πάμε πάνω-κάτω και η διαφορά είναι στους 8 είμαστε χαρούμενοι. Όχι! Είσαι 25 λεπτά εδώ και το παιχνίδι πηγαίνει έτσι».

Υπάρχουν πάρα πολλές ιστορίες που πίεζε μέσα στο παιχνίδι. Δεν έβριζε. Αλλά μετά αν σε έβλεπε να φεύγεις, σου έβαζε και μία πετσέτα στο κεφάλι. Εγώ και να ήθελα, δεν μπορούσα να του κρατήσω κακία με τίποτα. Όταν παίζαμε στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του αντιπάλου συνήθως επικρατούν αποδοκιμασίες. Ή δεν ασχολούνταν. Όταν έλεγαν «προπονητής Κρέζιμιρ Τσόσιτς» δεν το πίστευα. Ειδικά στην Ιταλία, δεν υπάρχει... Όλοι όρθιοι και χειροκροτούσαν. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση. Είναι από τις τεράστιες μορφές του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Είχαμε κάνει 2-3 λάθη συνεχόμενα, σε ένα ματς. Καλεί τάιμ άουτ και είναι έξω φρενών. Ξέρουμε ότι αν πάμε στο τάιμ άουτ θα μας χτυπήσει, θα μας σπρώξει... Ουσιαστικά εξωτερίκευε το άγχος το προπονητή πάνω μας. Οπότε, δεν πήγαμε σε αυτό το τάιμ άουτ! Μας έλεγε στη γλώσσα του «ντότζο, ντότζο, ντότζο», όπως είναι στα γιουγκοσλάβικα το «ελάτε» και δεν πήγαινε κανείς! Ξέραμε ότι θα ξεφύγει και δεν πηγαίναμε, ενώ είχε καλέσει το τάιμ άουτ! Ήταν τύχη για εμάς η παρουσία του. Κάθε προπονητής έχει και τις ευχάριστες και τις δυσάρεστες στιγμές του. Αλλά ξέρω ότι ο Τσόσιτς ήθελε να πάρει το καλύτερο από όλους μας.

Χρήστος Κουντουράκης (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Ο Τσόσιτς ήταν τόσο πράος, αλλά εξίσου έξυπνος. Είχε τρομερό χιούμορ, κορόιδευε, έκανε πλάκα. Μία ημέρα μου λέει “Χρήστο, θα πας στο σπίτι, θα ξεκουραστείς, θα βάλεις τα πόδια στον τοίχο. Τα δικά σου τα πόδια, όχι κάποιας κοπέλας...”.

Ήταν φοβερός, τον είχαμε δυο χρονιές. Την πρώτη δεν μπόρεσε να δείξει πολλά διότι τα προβλήματα με τον Ψωμιάδη άρχισαν από νωρίς. Τη δεύτερη φορά ήταν καλύτερες οι συνθήκες, ήταν πιο ήρεμος, πιο γνώστης. Μας αγαπούσε πραγματικά, έδειχνε ενδιαφέρον για τους παίκτες του. Ο παίκτης δεν έφυγε από μέσα του ποτέ. Αλλά ήταν και σκληρός όταν έλεγε κάτι και δεν το κάναμε. Τσιμπούσε, ήταν φοβερές στιγμές στα τάιμ άουτ. Σε ένα που είχε ζητήσει, έλεγε στον Αριδά να έρθει κοντά του και αυτός του έλεγε “όχι”. Τον έπιασε στο στήθος και του γυρνούσε το δέρμα και του έκανε μελανιές! Λέγαμε στον Αριδά “πήγαινε κοντά μάγκα από την Καισαριανή” και αυτός δεν πήγαινε!

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): Κάποια στιγμή το συνηθίζεις να βλέπεις έναν άνθρωπο, ο οποίος νομίζεις ότι το μηχάνημα βγάζει σε ευθεία γραμμή τη ζωτική του λειτουργία. Τόσο πράος ήταν. Δεν είχε νευριάσει ποτέ. Μπορούσες να μιλήσεις μαζί του, να συζητήσεις τα πάντα, πιο ήπιος δεν υπήρχε. Μόλις έμπαινε στο γήπεδο και έβλεπε ότι δεν πήγαινε καλά η ομάδα ή έκανες κάποιο λάθος. Κάποια στιγμή του είχα πει ότι καταλαβαίνω πως κάποια πράγματα του φαίνονται περίεργα”, αλλά ήταν θέμα τι μπάσκετ παίζαμε εμείς και τι ήξερε αυτός. Οι γνώσεις του ήταν εκπληκτικές. Ήταν καλύτερος παίκτης από εμάς και κάποια πράγματα που έβλεπε δεν πίστευε ότι δεν μπορούμε να τα κάνουμε καλύτερα ή ότι τα κάναμε με αυτόν τον τρόπο. Εκεί ξέφευγε...

Κεφάλαιο 3ο: Μπροστά από την εποχή του

Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς ήταν μπροστά από την εποχή. Δίχως υπερβολή, το 1988 έδειχνε στους ψηλούς της ΑΕΚ πώς πρέπει να γίνουν stretch five. Δεν υπολόγιζε βασικές πεντάδες, ενώ συνήθιζε να μην έχει θέσεις στο παιχνίδι του.

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Άλλαξε πολλά πράγματα στο παιχνίδι μας. Παίζαμε flex σε όλη την προπόνηση και δεν είχαμε τέτοιο σύστημα στους αγώνες μας. Κοιταζόμασταν και αναρωτιόμασταν γιατί και αυτός μας έλεγε ότι το κάνουμε για να μάθουμε να κινούμαστε. Είχαμε τρομερό θέμα χωρίς την μπάλα στην επίθεση. Ήταν ένας που έκανε ντρίπλα και οι άλλοι κοιτούσαν. Έπρεπε να μάθουμε να κρατάμε αποστάσεις. Ήταν τόσο μπροστά. Και στο κοουτσάρισμα. Στην Ελλάδα έτρωγε φοβερό κράξιμο, τότε, γιατί έκανε πράγματα που έμοιαζαν να μην έχουν λογική. Αλλά είχα πάντα λογική στο μυαλό του, δούλευε συνεχώς.

Χρήστος Κουντουράκης (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Ηταν σημαντικό για τον Τσόσιτς να μπορεί να βάλει τον παίκτη που κανονικά παίρνει πλάτη για να πάρει την μπάλα, να βγει εκτός για την πάρει με πρόσωπο. Έπρεπε να πάει η μπάλα μέσα, αλλά ο ψηλός θα έκανε τον πλέι μέικερ. Ο Τσόσιτς, επειδή ήταν ψηλός, μπορούσε να μοιράζει την μπάλα από την περιφέρεια. Και ήθελε να μας το περάσει. Και ακόμα αυτό το σουτ, το spot που λέει και ο φίλος μου ο Κατσικάρης, το παίρνεις και είναι πιο εύκολο. Έκανε πολλ;a πράγματα και άλλα περισσότερο σύνθετα.

Αποδείχτηκε ότι σε κάθε ματς, από τα τόσα που ήξερε, μας έβαζε 2-3 πράγματα. Γιατί, μας έλεγε, ότι αν μας πρόσθετε περισσότερα, θα ξεχνούσαμε και αυτά τα λίγα. Ήταν τόσο, όσο. Μπορεί να είχαμε 15 play, αλλά παίζαμε 2-3. Ήταν προχωρημένος, τεράστιο όνομα. Τον μαθαίναμε σιγά σιγά. Δεν υπήρχε η πληροφορία που υπάρχει τώρα.

Ήταν είδωλο, δάσκαλος και προστάτης για εμάς. Όταν έχεις τον Τσόσιτς, όποιος και αν ακολουθήσει, είναι μεγάλο το κενό. Άντε βρες κουράγιο να παίξεις το ίδιο.

Ο Παταβούκας επέμενε να τον φέρει τη δεύτερη φορά, θυμάμαι είχε ονομάσει το σκύλο του Πίνο, από τον βοηθό του Τσόσιτς.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Ήταν ένας δάσκαλος. Μας έλεγε πράγματα που δεν ήμασταν έτοιμοι να τα δεχτούμε. Είχε έρθει στην ΑΕΚ, με την προηγούμενη προπονητική του δουλειά να είναι η Εθνική Γιουγκοσλαβίας. Είχε παικταράδες, Ντίνο Ράτζα, Τόνι Κούκοτς, Βλάντε Ντίβατς, Σάσα Τζόρτζεβιτς, Ραντούλοβιτς...

Η ΑΕΚ ήταν τότε μία νεανική ομάδα, ήμασταν σχεδόν η πεντάδα της Εθνικής Ελπίδων. Βρήκε ένα υλικό και ήρθε ως δάσκαλος, είχε πολλές παραστάσεις και ως παίκτης και ως προπονητής. Ήθελε να δουλέψει με νέα παιδιά, οπότε τον βλέπαμε ως δάσκαλο.

Υπάρχουν και καλές στιγμές, υπάρχουν και κακές στιγμές. Αυτό που κρατάω είναι ότι ήταν ένας δάσκαλος που μας έλεγε πρωτοποριακά πράγματα.

Ο Τσόσιτς ήξερε τι μπορεί να πάρει από τον κάθε παίκτη. Είχε βγάλει μία ακτινογραφία του παίκτη μέσα από το παιχνίδι του, που μπορεί, πως μπορεί και πότε μπορεί να τον βοηθήσει. Ζητούσε συγκεκριμένα πράγματα που αν τυχόν δεν τα ακολουθούσες, εκεί ήταν οι δύσκολες στιγμές.

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): Θεωρώ πως ήταν χαμηλού προφίλ και ανοιχτόμυαλος. Μία ιστορία είχε γίνει στο ξενοδοχείο στην Άνοιξη που μέναμε. Ανήμερα του αγώνα έχουμε κατέβει για καφέ με τον Κουντουράκη και έχουμε πιάσει μία γωνία. Παίζουμε τάβλι, πίναμε καφέ και καπνίζουμε. Κάποια στιγμή έρχεται ο Κρέζο. Κάνουμε μία κίνηση και βάζουμε τα τσιγάρα κάτω από το τραπέζι. Μας λέει αυτό που θέλει να μας πει και φεύγει. Δεν κάνει καμία συζήτηση. Παίζουμε το ματς και μετά στην προπόνηση μας φωνάζει και μας λέει: “Εμένα με ευχαρίστησε ότι με είδατε και κρύψατε τα τσιγάρα. Αυτό σημαίνει ότι με σέβεστε. Δεν με νοιάζει αν καπνίζετε ή όχι. Με ενδιαφέρει ο σεβασμός και να μπορείτε να παίξετε”. Μιλάμε για εποχές περίεργες, με τα μυαλά να μην είναι τόσο ανοικτά και όμως...

Κεφάλαιο 4ο: «Αφού είσαι στον πάγκο ρε μ@λ@κα, γιατί παίζουν το Αριδάς;»

Ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς είχε ονομάσει ένα σύστημα της ΑΕΚ με το επώνυμο του Παναγιώτη Αριδά. Ακόμα και αν δεν έπαιζε ο Αριδάς. Παράλληλα, μία άμυνα ζώνης είχε πάρει το μικρό όνομα από το γιο του Μάκη Ψωμιάδη, Σταύρο.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Ήξερε πως θα εκμεταλλευτεί τους παίκτες του και έκανε πρωτοποριακά πράγματα. Ξεκινούσε η ομάδα και ο Κώστας Παταβούκας και ο Νάσος Γαλακτερός, που ήταν τα αστέρια μας, ήταν στο πάγκο. Ξεκινούσε νέα παιδιά, με ένα σκοπό: Να κουράσουν τον αντίπαλο και να τον φορτώσουν με φάουλ, έτσι ώστε να μπει μέσα ο Κώστας με τον Νάσο και να είναι φρέσκοι. Απομυθοποίησε την πεντάδα. Δεν τον ενδιαφέρει ποιους ξεκινάει, χρησιμοποιεί αυτούς που τον βολεύουν στο σκοπό του. Παίζουν για κάποιο λόγο.

Ήταν σε τρομερή κατάσταση, μπασκετικά, δεν μπορούσαμε να τον κερδίσουμε στο μονό. Ήταν σε ένα καλάθι και έπαιζε άμυνα. Προσπαθούσαμε να του βάλουμε καλάθι και δεν μπορούσαμε! Δεν θέλω να το γενικεύσω, εγώ τουλάχιστον δεν μπορούσα να του βάλω καλάθι. Ήταν 2.13 με άνοιγμα χεριών στο 2.20 και ήταν δύσκολο. Σούταρε από το τρίποντο και ήταν σαν να εκτελεί βολές. Ήταν τόσο αναπτυγμένος μπασκετικά και προσπαθούσε όλα αυτά να τα μεταφέρει και προπονητικά.

Μας έλεγε «ελάτε να μου βάλετε καλάθι. Αν δεν μπορείτε να βάλετε σε εμένα, πώς θα παίξετε;». Ήταν ένα από τα αστεία του.

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): Έχει γίνει μεγάλη πλάκα με τον Παναγιώτη Φασούλα στο “Αλεξάνδρειο”. Κάποια στιγμή, είμαι στον πάγκο και ο Κρέζο φωνάζει να παίξουν το σύστημα “Αριδάς”. Ο Παταβούκας παίζει το σύστημα και ο Φασουλας, χαμένος στην ένταση, πιστεύει ότι θα πάρω την προσπάθεια και προσπαθεί να με βρει. Το αποτέλεσμα ήταν ένας ανοικτός διάδρομος και ο Παταβούκας σκόραρε.

Και όπως έφευγε γυρίζει, με κοιτάει και μου λέει, “ρε μ@λ@κ@, στον πάγκο είσαι;”. Την πάτησε ο Παναγιώτης!

Ήταν ένα σύστημα με συνεχόμενο πικ εν ρολ, ξεκινούσε ο Μηνάς από τη μία πλευρά, έπαιρνε το πικ εν ρολ, έκοβα εγώ, αν βρίσκαμε φάση καλώς, αλλιώς η μπάλα πήγαινε στον Κώστα και όποιος μπορούσε έπαιρνε την πρωτοβουλία.

Πώς του ήρθε και το έβγαλε με το όνομά μου, δεν το ξέρω. Δεν τον ρώτησα και δεν μου το είπε. Είχε κάνει μία ωραία πλάκα με τον Ολυμπιακό, στο “Μόσχος”. Έχει πάρει τάιμ άουτ και ο Παταβούκας του λέει “Αριδάς, Αριδάς”. Και ο Κρέζο λέει “ναι, το επόμενο σύστημα είναι το Αριδάς”. Ο Κώστας ήθελε να του πει να με βάλει μέσα, ο Τσόσιτς αποφάσισε να παίξουμε το σύστημα.

Μπασκετικά με τον Τσόσιτς ήταν καλή χρόνια. Προπονητικά πάντα. Είχε έναν βοηθό, “σκυλί μαύρο”, του έλεγε ο Κρέζο να σταματήσει γιατί η προπόνηση είχε τραβήξει πολύ και εκείνος του έλεγε ότι δεν έχει βγει το πρόγραμμα. Από τα αποδυτήρια και μέχρι να ανέβεις στο παρκέ και να σφυρίξει ο βοηθός του για την έναρξη, παίζαμε σφαλιάρες. Αλλά μόλις σφύριζε, όλα σταματούσαν. Και μετά μας έλεγε αν θέλουμε να πάμε για ποτό, για τσιγάρο, ότι θέλουμε.

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Δεν ήταν μόνο το «Αριδάς». Υπήρχε μία ζώνη που την έλεγε Σταύρο από τον γιο του Μάκη Ψωμιάδη. Αλλά δεν ξέρω γιατί είχε δώσει αυτό το όνομα.

Κεφάλαιο 5ο: Στη Γιουγκοσλαβία χωρίς διαβατήρια

Οι αναμνήσεις είναι πολλές. Μα στο μυαλό του καθενός, μία ιστορία ξεχωρίζει από τις άλλες. Ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς μέσα από μία και μοναδική ιστορία. Μία από τον κάθε αφηγητή μας.

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Μας έβαλε σε καταστάσεις δύσκολες διοικητικά, μας είχε κάνει επαγγελματίες. Όλους! Πώς το εννοώ; Κάναμε διπλή προπόνηση και το μεσημέρι πηγαίναμε στο «Ουράνιο Τόξο» (σ.σ.: ξενοδοχείο στην Άνοιξη) και κοιμόμαστε. Δεν είχε γίνει ξανά. Εκεί βλέπαμε βίντεο, μετά την προπόνηση. Κάναμε τα πάντα στην προπόνηση και ήμασταν απλήρωτοι.

Είχε γίνει κομμάτι της ζωής και της ρουτίνας μας. Και το λέω αυτό γιατί όταν έφυγε και ήρθε ο Μιχάλης Κυρίτσης, του λέγαμε ότι θα πάμε στο ξενοδοχείο, μας απαντούσε «ποιο ξενοδοχείο; Για ποιο λόγο;». Και πηγαίναμε μόνοι μας, κρυφά από τον Κυρίτση.

Είχε γίνει συνήθεια και πιστεύαμε ότι έπρεπε να γίνει. Έτσι γίναμε και ομάδα. Αυτή η παρέα που λένε, η γνωστή παρέα μας που έχουμε κρατήσει όλα αυτά τα χρόνια, θεωρώ ότι «έδεσε» εξαιτίας του Κρέζο, χωρίς να το θέλει ή να το έκανε ο ίδιος. Είναι όλο αυτό το σκηνικό, ο χρόνος που περάσαμε μαζί. Η χημεία των χαρακτήρων και της κατάστασης που βιώναμε στην ΑΕΚ μας «έδεσε» τόσο πολύ. Ήταν μία φιλοσοφία που έβαλε, η οποία δεν υπήρχε. Ακόμη και ο Ιωαννίδης στον Ολυμπιακό, τους πήγαινε στο ξενοδοχείο πριν από ματς, είχε ωράρια και τους κυνηγούσε στα σπίτια τους...

Χρήστος Κουντουράκης (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Τη δεύτερη χρονιά που ήρθε, όλοι είχαμε μεγαλώσει. Εγώ ήμουν για τέταρτη σεζόν στην ΑΕΚ. Παίξαμε, κάναμε καλές νίκες. Το μεγαλύτερο κοπλιμέντο που μου έχουν κάνει σε όποια διαδρομή είχα, μετά από μία νίκη απέναντι στον Πανιώνιο και μετά με τον ΠΑΟΚ, πρέπει να ήταν ημιτελικός Κυπέλλου, και ο Τσόσιτς λέει "Αυτή τη στιγμή ο Κουντουράκης είναι το καλύτερο τριάρι, μετά τον Χριστοδούλου”. το είπε αυτό ο Τσόσιτς για εμένα, ήταν εξαιρετικά τιμητικό. Θα θυμάμαι ότι ένας τέτοιος τύπος είπε μία κουβέντα για εμένα και με σύγκρινε με έναν τέτοιο παικταρά όπως ο Φάνης.

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): «Δεν γράφονται αυτά... Είναι μία ημέρα ο Χρήστος Κουντουράκης και του ζητάει ρεπό, επειδή ήταν κουρασμένος. Το πήρε και έρχεται την επόμενη ημέρα στην προπόνηση και του λέει “Χρήστο τι έγινε;”. “Ολα καλά Κρέζο”, του αποκρίθηκε ο Κουντουράκης. “Όλη μέρα ήμουν ξαπλωμένος με τα πόδια ψηλά”, πρόσθεσε. Και γυρνάει ο Τσόσιτς και του λέει: “Αυτό έχει σημασία, να είναι τα δικά σου πόδια ψηλά και όχι της γυναίκας σου”.

Επίσης, δεν μπορώ να ξεχάσω και κάτι άλλο. Έχω παίξει "ένας εναντίον ενός" τρεις φορές στην προπόνηση. Η πρώτη φορά ήταν περίεργη, γιατί παίζεις με τον προπονητή σου. Προσπάθησα να το κάνω με σεβασμό και μου λέει, “τι κάνεις τώρα;. Παίξει κανονικά, όπως στο ματς”. Και... σκοτωθήκαμε. Άντεχε, δεν είχε θέμα.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Για να καταλάβετε την προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου θα πρέπει να πω μία μικρή ιστορία. Είχαμε ταξιδέψει μέχρι τη Θεσσαλονίκη για μία σειρά φιλικών αγώνων. Και μετά η ομάδα είχε κανονίσει, μέσω του Τσόσιτς, να παίξουμε σε ένα τουρνουά στα Σκόπια. Τότε ήταν ακόμα Γιουγκοσλαβία.

Φεύγουμε από τη Θεσσαλονίκη με πούλμαν και στα σύνορα, αφού περάσαμε το ελληνικό φυλάκιο, φτάνουμε σε αυτό της Γιουγκοσλαβίας. Και συνειδητοποιούμε ότι δεν έχουμε διαβατήρια! Δεν είχε μεριμνήσει η ομάδα για να πάρει ομαδικό διαβατήριο. Οπότε μπαίνει στο πούλμαν ο ελεγκτής, χωρίς να γνωρίζει ποιοι είμαστε και τι είμαστε. Η απάντησή του ήταν δεν μπορούσαμε να περάσουμε.

Οπότε σηκώνεται πάνω ο Τσόσιτς, τον βλέπει ο ελεγκτής και μένει... παγωτό και ο Κρέζο του ζητάει να τον οδηγήσει στον προϊστάμενό του. Εν τω μεταξύ, μάθαμε ότι έχει το βαθμό του Συνταγματάρχη. Οπότε, όταν μπήκε στο φυλάκιο, ήταν τέσσερα με πέντε άτομα... σούζα! Τον χαιρετούσαν και μετά έμειναν αγάλματα. Και τους εξήγησε τι είχε γίνει, τον χαιρέτησαν ξανά. Και αφού έβγαλαν φωτογραφίες μαζί του, μας άφησαν να περάσουμε χωρίς διαβατήρια. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί προσωπικότητα μιλάμε. Όπου και αν ταξιδεύαμε για υποχρεώσεις στο εξωτερικό του μιλούσαν, ήθελαν να έρθουν σε επαφή μαζί.

Κεφάλαιο 6ο: Ένα αταίριαστο ρέκβιεμ

Το φινάλε της ζωής του Κρέζιμιρ Τσόσιτς έμοιαζε άδοξο. Ένας άνθρωπος, ένας θρύλος λύγισε μπροστά σε μία αρρώστια που σπάνια χάνει. Μόλις στην ηλικία των 46 ετών. Μοιάζει δεδομένο ότι είχε να δώσει πάρα πολλά στο άθλημα.

Βασίλης Λανές (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): 'Ηταν μία τεράστια προσωπικότητα. Η Κροατία τον είχε κάνει Πρέσβη στην Γουάσινγκτον. Τον είχαν επισκεφθεί ο Κώστας Παταβούκας και ο Νάσος Γαλακτερός, επειδή βρέθηκαν στις ΗΠΑ για μία αγωνιστική υποχρέωση και μας είχαν πει ότι ήταν άρρωστος. Μετά μάθαμε ότι τον βασάνιζε αυτή η παλιοαρρώστια. Ήμασταν προετοιμασμένοι γι' αυτό. Αλλά στεναχωρηθήκαμε όλοι. Όσοι τον είχαμε ζήσει.

Υπήρχε μία αγάπη μεταξύ μας, όταν πηγαίνω σε χώρους λατρείας πάντα τον μνημονεύω. Ήταν ένας σταθμός στη ζωή μας. Αλλά ήταν και για το ελληνικό μπάσκετ.

Οι Γιουγκοσλάβοι έχουν, μεταξύ τους, κάποιους τίτλους τιμής. Δεν τον έλεγαν ποτέ κόουτς. Τον αποκαλούσαν μαέστρο. Ήταν ο Νίκολιτς, ο Ίβκοβιτς και ο Τσόσιτς. Οι τρεις μαέστροι της Γιουγκοσλαβίας. Όταν πέθανε ο Τσόσιτς, στη θέση του τοποθετήθηκε ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς.

Εμείς τον αποκαλούσαμε κόουτς. Τότε δεν ξέραμε τι σημαίνει το μαέστρο. Μεταξύ τους, όμως, χρησιμοποιούσαν τον όρο μαέστρο.

Όταν έφυγε οριστικά από την ΑΕΚ, τη δεύτερη φορά, ήμασταν σαν.. ορφανοί. Δεν το λέω με δραματικό τόνο. Ήταν μία πραγματικότητα, εκεί που είχαμε ένα δάσκαλο, έναν καθοδηγητή, ένα κύρος, η ομάδα είχε στόχους. Ξαφνικά διαλύεται η διοίκηση, φεύγει και ο προπονητής και γίνεται ένα μπάχαλο. Ξαφνικά μείναμε... ορφανοί, όσον αφορά τους στόχους μας, την προοπτική μας.

Ήμασταν μία παρέα, φίλοι μεταξύ μας με κάποιους και πριν έρθουμε στην ΑΕΚ. Αυτή η παρέα κράτησε την ομάδα, θα μπορούσαμε να πέσουμε κατηγορία έτσι όπως πήγαινε.

Αυτό το σύνολο των παικτών, μαζί με τη βοήθεια του κόσμου, κράτησε την ομάδα. Ο κόσμος ήταν πάντα δίπλα μας, αλλά ήταν εκεί και στις δύσκολες στιγμές και αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου.

Ήμασταν μία ομάδα παικτών που παίξαμε στην ΑΕΚ. Εγώ έπαιξα έξι χρόνια, αλλά θα μπορούσα να μείνω για πάντα. Ως επαγγελματίες, ωστόσο, θα έπρεπε να μαζέψουμε και χρήματα για τη συνέχεια της ζωής μου. Οι περισσότεροι φύγαμε για οικονομικούς λόγους, χωρίς να το θέλουμε.

Φώτης Κατσικάρης (παίκτης της ΑΕΚ, 1990-1996): Το μάθαμε όταν είχε ξεκινήσει η αρρώστια του και οι θεραπείες. Τον είχαν δει και κάποιοι συμπαίκτες μας και μας είχαν πει την κατάσταση. Ήταν σοκ! Υπάρχει ένα γαμώτο, για όλο τον κόσμο που φεύγει, αλλά ο Κρέζο ήταν ένας τύπος, του οποίου η μόνη αμαρτία ήταν ότι του άρεσαν τα γλυκά. Όσον αφορά τις καταχρήσεις ήθελε γλυκά και Sprite. Τρελός όμως με αυτά, τρελός. Και λες ότι ήταν νέος, πέθανε 46 ετών.

Ήταν τεράστιο σοκ. Έχουμε κρατήσει σχέσεις με τον Πίνο Γκρίντοβιτς. Άφησε μία τεράστια κληρονομιά, επηρέασε αρκετό κόσμο, όχι μόνο εμάς. Επειδή έχω πάει στον Μπρίγκχαμ Γιανγκ, έχουμε μία προτομή του, φωτογραφίες και έχουν περάσει αρκετοί άνθρωποι από εκεί.

Και πως υπηρέτησε τη θρησκεία του με τις αποστολές και όλα αυτά που έκανε.

Ήταν μία απόφαση που πήρα να πάω στην ΑΕΚ, διακόπτοντας τις σπουδές μου, κόντρα στο... ρεύμα. Αν μου έλεγε σήμερα ο γιος μου δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα. Ήταν μία παράλογη απόφαση γιατί δεν ήμουν κάποιο φοβερό ταλέντο να με περιμένουν 2-3 προτάσεις με τρελά λεφτά και να πω ότι αυτό θα κάνω.

Ήθελα να αλλάξω τη ζωή μου μέσα από τις σπουδές και τελικά αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να με αλλάξει, να με κάνει επαγγελματία παίκτη, να μου δώσει τα πρώτα ερεθίσματα για να γίνω επαγγελματίας προπονητής. Και ακόμα υπάρχουν πράγματα που έκανε και τα θυμάμαι. Οι ατομικές προπονήσεις που έκανε, όλη η δομή. Δεν εκτιμήθηκε γιατί ήταν εκτός εποχής.

Μπέρδευε το μυαλό του. Άλλα λέγαμε στο ξενοδοχείο και άλλα μισή ώρα μετά, γιατί κάτι είχε σκεφτεί και άλλαζε τα πάντα.

Χρήστος Κουντουράκης (παίκτης της ΑΕΚ, 1988-1994): Το ξέραμε, αλλά τα νέα τα μαθαίναμε σιγά σιγά. Καταστεναχωρηθήκαμε όταν συνέβη το μοιραίο, αλλά γνωρίζαμε ότι είχε τακτοποιήσει τα περισσότερα πράγματα στη ζωή του. Μιλούσαμε με τα παιδιά του, με συγγενείς του.

Δεν θυμάμαι αν είχε χωρίσει με τη σύζυγό του. Το πόσο θρύλος ήταν το ζήσαμε και σε κάποιες προετοιμασίες, στη Ρόγκλα και σε άλλα μέρη, του ζητούσαν αυτόγραφα, να βγουν φωτογραφίες. Ο κόσμος κυνηγούσε τον προπονητή για μία φωτογραφίες και όχι τους παίκτες.

Παναγιώτης Αριδάς (παίκτης της ΑΕΚ, 1986-1992): Είναι δυσάρεστο, όχι μόνο για τον Κρέζο, αλλά για κάθε καλό άνθρωπο που φεύγει νωρίς. Πραγματικά ήταν αυτό που λέμε... κοπέλα. Ήταν τόσο καλός. Ό,τι ήθελες να του πεις, σου έλεγε “έλα πάμε να μιλήσουμε”. Τρεις ώρες, πέντε ώρες, να καθίσει να σου λύσει οποιοδήποτε πρόβλημα υπήρχε. Όχι μόνο μπασκετικό, αλλά και προσωπικό. Δεν υπάρχει λέξη που το χαρακτηρίζει. Είναι λυπηρό, ένας νέος άνθρωπος έφυγε από τη ζωή.