«Κανόνας στην Ελλάδα η έλλειψη ταλέντου»!

Γιάννης Γεωργόπουλος
«Κανόνας στην Ελλάδα η έλλειψη ταλέντου»!

bet365

Ο ηγέτης της θρυλικής μπάντας των «Εξόριστων», Δημήτρης Κατής σε μία αποκαλυπτική συνέντευξη στο G-Weekend Journal για την θέση του συγκροτήματος στη σημερινή εποχή, τη συναυλία στην μπαρουτοκαπνισμένη Σερβία και τον Παναθηναϊκό!

Ο Δημήτρης Κατής, θεωρείται ως ο κύριος υπεύθυνος για ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του ελληνικού heavy metal για σχεδόν 30 χρόνια.

Πρόκειται για ιθύνοντα νου των Εξόριστων, ενός σχήματος που έγραψε ιστορία, κυρίως με την κυκλοφορία του πρώτου ομώνυμου εκπληκτικού άλμπουμ, όπου οι ύμνοι διαδέχονται ο ένας τον άλλο.

Παρά τις αλλαγές στο line-up του σχήματος, οι Εξόριστοι εν έτη 2016 διεξάγουν μία από τις πιο παραγωγικές και πετυχημένες φάσεις στην ιστορία της μπάντας.

Ο γητευτής της Stratocaster, Δημήτρης Κατής, ένας από τους πιο καταρτισμένους Έλληνες κιθαρίστες, ήταν εκείνος που συνέστησε στο απαιτητικό ελληνικό μέταλ κοινό την μπάντα των Eξόριστων.

Πρόκειται για το μοναδικό Ελληνικό συγκρότημα στην ιστορία της Ροκ-Μέταλ σκηνής στη χώρα που κατέκτησε πλατινένιο δίσκο με το κομμάτι «Κάνω Μια Ευχή», την εποχή που η πλατίνα απονέμονταν στην πώληση 70.000 δίσκων! Οι «Εξόριστοι» είναι οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν Ελληνικό στίχο στη μέταλ μουσική.

To 1994 το συγκρότημα πήρε μέρος σε Ροκ Φεστιβάλ των Βαλκανίων στο Βελιγράδι (Gitariada), εκπροσωπώντας την ελληνική μέταλ σκηνή. Έπαιξαν κατά τη διάρκεια του πολέμου με τη Βοσνία. Τους αποθέωσαν 40.000 θεατές γεγονός που αποτέλεσε highlight στην πορεία της μπάντας.

Ο Δημήτρης Κατής, γνωστός και από τις Ροκ εκπομπές στην ελληνική τηλεόραση (Metalmania" και Star Club) πραγματοποίησε διεθνή καριέρα (με την πραγματική έννοια του όρου) στην Αμερική, με ουκ ολίγες βραβεύσεις αλλά και διακρίσεις.

Ο master mind των Eξόριστων, ο οποίος δεν κρύβει τα συναισθήματα που τρέφει για τον Παναθηναϊκό σε μία de profundis συνέντευξη στο G-Weekend Journal.

Τι μπορούν να περιμένουν οι οπαδοί των Εξόριστων εν έτη 2016; Τι πρεσβεύει η μπάντα στη σημερινή εποχή;

«Εκείνο που με ικανοποιεί απόλυτα και το οποίο διαπιστώνω σε κάθε εμφάνισή μας τα τελευταία δυο χρόνια, είναι η προσέλευση όλο και πιο νέων ανθρώπων. Στο πιο πρόσφατο Live μας στο «Κύτταρο», τον περασμένο Οκτώβριο, θα μπορούσα να πω - με μια ματιά τουλάχιστον - πως το 60% ήταν νέοι μεταξύ 18 και 30 και το υπόλοιπο οι σκληροπυρηνικοί και όσοι μεγάλωσαν με τη μουσική των Εξόριστων τη δεκαετία του 90.

Κατά συνέπεια λοιπόν οφείλουμε τη συνέχιση της πορείας μας στο χώρο της ροκ και μέταλ μουσικής στηριζόμενοι στον αρχικό – πρωτόγνωρο για τότε – ήχο μας, με εμπνευσμένους νέους συνδυασμούς από το αρμονικό φάσμα της μουσικής και κυρίως της κλασσικής, προκλασικής και ρομαντικής εποχής και φυσικά των αμφίρροπων και έντονων συναισθημάτων που διακατέχουν έναν συνθέτη και στιχουργό. Οι «οπαδοί» πιστοποίησαν τη διαχρονικότητα η οποία είναι η καλύτερη αμοιβή για έναν δημιουργό. Το έπος είναι μία αμοιβαία συνεισφορά μεταξύ μπάντας και οπαδών-ακροατών. Σχετικά με τη σημερινή εποχή, απλά ακούγοντας το «Σύνορα Παντού» αντιλαμβάνεται κανείς την πλήρη εφαρμογή των νοημάτων, που γράφτηκαν 25 χρόνια πρίν, στην ροή των γεγονότων του σήμερα».

Η μπάντα εδώ και περίπου δύο χρόνια έχει βγει από τη ναφθαλίνη, κάνοντας restart. Ποια είναι η μέχρι στιγμής ανταπόκριση του κόσμου και τι σε έκανε να επαναδραστηριοποιηθείς με τους Εξόριστους;

«Ούτε στη ναφθαλίνη ήταν ούτε restart έκανε, η μπάντα δε διαλύθηκε ποτέ, είχε όμως αδρανοποιηθεί όντως για ένα διάστημα από το 2007. Τα emails εκατοντάδες σε εβδομαδιαία βάση όπως τότε με τα γράμματα προς τη Metalmania..όλοι ζητούν, παλιοί και νέοι, να ακούσουν καλή μουσική, αυτό ήταν το αίτημα τους σε μένα προσωπικά και σε όσους με γνώριζαν. Πάντα έλεγαν πως πλέον δεν υπάρχει τίποτα στην Ελληνική σκηνή που να τους γεμίζει μουσικά και επιζητούσαν την «επιστροφή» μας, με τις μελωδίες και τις αναμνήσεις, κάτι να τους δώσει δύναμη, θέληση και απόφαση. Όλοι μιλούσαν για τέλμα στη μουσική δημιουργία, αυτός είναι ο βασικός λόγος επιστροφής καθώς επίσης η ενδυνάμωση του κοινού μας με νεαρό κόσμο που γνώριζαν τα περισσότερα κομμάτια της μπάντας».

Πολλοί χαρακτηρίζουν τους Εξόριστους ως τους Έλληνες Manowar ή και Warlord. Αποδέχεσαι αυτή την ταμπέλα;

«Ποτέ! Καταρχήν όταν εγώ προσωπικά έμαθα για τους Μanowar από τον Νίκο Μάσσιο (αρχικό μπασίστα της μπάντας, όταν πηγαίναμε στην 1η ή 2α Λυκειου κάπου το 1985) δεν τους γνώριζε κανείς στην Ελλάδα, και στην Αμερική δε γέμιζαν ούτε κλαμπάκι 15 ατόμων. Όταν το 1991 έφερα για πρώτη φορά τον Joe DeMaio στην εκπομπή μου τη Metalmania στην ΕΡΤ, ήταν τότε που μου υποσχέθηκε προσωπικά σε μένα και on air ότι την επόμενη χρονιά θα ερχόταν Ελλάδα για live, τότε λοιπόν αντιλήφθηκα από πρώτο χέρι ότι εγώ προσωπικά, η μουσική μου και οι στίχοι μου, δεν έχουν απολύτως τίποτα κοινό ούτε μουσικά, ούτε καν ως ηθική αντίληψη, στάση και ιδεολογία. Το ότι γράφει κανείς στίχους και μουσική που κάλλιστα μπορούν να θεωρηθούν «επικοί» δε σημαίνει ότι μοιάζουν ή έχουν κοινά στοιχεία, στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει τίποτα κοινό. Οι Manowar προσωπικά για μένα και ιδιαίτερα όταν γνώρισα και από κοντά τον «αρχηγό» τους, ήταν σημείο αναφοράς αντίθεσης και ταχείας απομάκρυνσης. Όσον αφορά τους Warlord δεν τους ξέρω ούτε έχω ακούσει τραγούδια τους οπότε δεν έχω προσωπική γνώμη κι άποψη για τους συγκεκριμένους καλλιτέχνες».

Ποιο είναι το μεγαλύτερο εγκώμιο που έχεις ακούσει για το συγκρότημα;

«Πολλά! Πρόσφατα θυμάμαι από έναν ισπανόφωνο οπαδό από την Αργεντινή που θεωρεί τους Εξόριστους την αγαπημένη του μπάντα, καίτοι δε γνωρίζει Ελληνικά, υποστηρίζοντας και σημειώνοντας σε ανάρτηση στο Facebook πως η Ελληνική γλώσσα ταιριάζει απόλυτα στην ιδιαίτερη επική μουσική της μπάντας».

Τι δεν θα ξεχάσεις ποτέ από το θρυλικό live στη Σερβία;

«Την υποδοχή του κόσμου κατά την είσοδό μας στο στάδιο, ένιωσα περισσότερο σα ποδοσφαιριστής κλάσης παρά σα μουσικός. Ένθερμο το κοινό μας αγκάλιασε καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας. Θυμάμαι τον επαγγελματισμό των τεχνικών στο stage, δίπλα μου σε κάθε στιγμή όταν αντιλαμβάνονταν ότι ίσως χρειαζόμουν κάτι, πετάγονταν από το πουθενά δυο δυο, κανείς τους δε γκρίνιαζε και όλοι τους καλοπροαίρετοι. Δε θα ξεχάσω τον δήμαρχο και το καλωσόρισμα στο δημαρχιακό μέγαρο και το τραπέζι προς τιμή μας, και φυσικά πολλά άλλα. Θα προτιμήσω τα καλά μόνον διότι τα άλλα ήταν δυσάρεστα εξαιτίας τους εμφυλίου. Και ίσως αυτό κάνει τα πράγματα ακόμη πιο αξέχαστα, η θετική τους διάθεση εν μέσω πολέμου».

Τι σημαίνουν για σένα οι Εξόριστοι;

«Πορεία ζωής, δημιουργία, αναμνήσεις, πάλη, επιτυχία, συναισθηματικές αντιθέσεις, διαχρονικότητα, εναλλαγές, συνέχιση, μέλλον!»

Θα επαναλάμβανες στη σημερινή εποχή αν σου δινόταν η ευκαιρία την τηλεοπτική «Μetal Mania»;

«Φυσικά γιατί όχι; Με το ίδιο κέφι και ίσως και με περισσότερο κουράγιο και σαφώς εμπειρία για πολλά θέματα. Όλες οι επιλογές στη ζωή είναι δικές μας είτε με φόβο και πίεση είτε με απλότητα και θάρρος, όλα εμείς τα κατευθύνουμε ανάλογα με τους στόχους και πόσο πολύ τους πιστεύουμε. Τίποτα δεν αποκλείεται, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει τίποτα».

Η παρουσία σου στις ΗΠΑ και η επιτυχία σου στη μουσική βιομηχανία εκεί πόσο σημαντική είναι στην εξέλιξη σου αλλά και στην καριέρα σου με τους Εξόριστους; Εννοώ κατά πόσο ο αμερικανικός αέρας σε έχει επηρεάσει συνθετικά;

«Ο αέρας δεν με επηρεάζει συνθετικά, όλα στο μυαλό είναι. Στην Αμερική αναγνώρισαν εκείνο που πρόσφερα στη δουλειά μου, στη ζωή μου, δηλαδή τη σύνθεση. Η Αμερική δεν είναι εύκολη, αντίθετα τρομακτικά δύσκολη, κυρίως για επαγγέλματα που έχουν βάση την τέχνη και δη την καλλιτεχνία. Όμως αποτελεί εμπειρία ζωής η καταξίωση στο χώρο σου σε μια ξένη χώρα κι αυτό ήταν το πιο εύγευστο. Οι Εξόριστοι είναι το Ευρωπαϊκό κομμάτι της μουσικής πορείας, όμως όλα σχετίζονται όπως οι χορδές στο σύμπαν, μια ταλάντωση στη μια άκρη του σύμπαντος επιδρά σε ένα άλλο σημείο κάπου αλλού μακριά, κάπως έτσι και στην καριέρα ενός καλλιτέχνη και ενός ανθρώπου ανεξαρτήτου επαγγέλματος και προσανατολισμού. Όλα δρουν κι επιδρούν».

Πιστεύεις υπάρχουν κοινά μεταξύ ποδοσφαίρου και μουσικής;

«Στο γήπεδο τραγουδούν και επαινούν με ύμνους, άρα η μουσική είναι αναπόσπαστο μέσο διοχέτευσης συναισθημάτων ανεξαρτήτου ποιότητας στίχων. Το ποδόσφαιρο έχει ανάγκη τη μουσική ώστε να δραματοποιήσει και εξυψώσει τα ποδοσφαιρικά έπη σε αθλητικές όπερες».

Σε ενοχλεί όταν βλέπεις ατάλαντους Έλληνες καλλιτέχνες να αποκαλούνται «celebrities» κερδίζοντας πακτωλό χρημάτων την στιγμή που πραγματικοί καλλιτέχνες με πηγαίο ταλέντο και ικανότητες μένουν στα αζήτητα; Είναι τελικά στην κουλτούρα του Έλληνα αυτό;

«Εννοείται! Αλλά το κακό είναι ότι αρχίζω να το συνηθίζω. Είναι κανόνας κι όχι εξαίρεση στην Ελλάδα του σήμερα η έλλειψη ταλέντου η οποία υπέρ-σκιάζει την ποιότητα και το όμορφο. Η σαβούρα είναι εκεί έξω και ξεσηκώνει τα πλήθη, κάτι σαν την πολιτική, καθρέπτης ειδώλων που δεν έχουν κριτήρια και γνώση, απαίδευτοι..και δυστυχώς είναι πολλοί για μια τόσο μικρή χώρα. Ασφαλώς εκείνος/η που ενδιαφέρεται, αναζητεί χωρίς να περιμένει το σερβίρισμα έτοιμο χωρίς κρίση. Όμως εάν δεν υπήρχε αυτή η σαβούρα της επιφάνειας πως θα ήταν δυνατό να ξεχωρίσει το καλό και το καλαίσθητο; Όλοι θα ήμασταν ίδιοι».

Γνωρίζω είσαι υποστηρικτής του Παναθηναϊκού. Είσαι με την παλιά τάξη πραγμάτων, Τους αποκαλούμενους«Βαρδινογιαννικούς», ή με τη νέα προσπάθεια που συντελείται στον σύλλογο; Πως κρίνεις την πορεία της ομάδας στη φετινή σεζόν;

«Και φυσικά είμαι Παναθηναϊκός, στην Αθήνα γεννήθηκα πίσω από το γήπεδο της Λεωφόρου. Κάθε νέα προσπάθεια η οποία δυνητικά θέλει το καλό του συλλόγου έχει την υποστήριξή μου, από την άλλη κι οι Βαρδινογιάννηδες έπαιξαν θετικά το ρόλο τους κυρίως το 80 και 90 όταν η ομάδα είχε ανάγκη την υποστήριξη. Δεν αποκλείω κανέναν, όλοι προσέφεραν εκείνο το κάτι που ο ΠΑΟ αποτελεί μεγάλη ομάδα. Λάθη έγιναν και γίνονται πολλά εκατέρωθεν αλλά πιστεύω πώς όλοι αποσκοπούν στο καλό της Αθηναϊκής ομάδας που δόξασε την Ελλάδα πολλές δεκαετίες και την έφθασε στα μεγαλύτερα σαλόνια και διοργανώσεις. Η φετινή σεζόν έχει πολλούς καινούργιους και καλούς παίκτες, η σωστή διαχείριση θα κρίνει το αποτέλεσμα της επόμενης σεζόν».

 

Τελευταία Νέα