Ο... μπαμπάς, ο «στρατηγός» κι ο άνθρωπος!

Κώστας Ζάλιαρης
Ο... μπαμπάς, ο «στρατηγός» κι ο άνθρωπος!

bet365

Το Gazzetta Weekend Journal τα βάζει κάτω και αναλύει τη φιλοσοφία των προπονητών που άφησαν κάτι στη Λίβερπουλ τα τελευταία χρόνια και τη διαφορετική προσέγγιση του Κλοπ που έφτασε στον φετινό τελικό του Λιγκ Καπ.

Ο Γιούργκεν Κλοπ δείχνει άνθρωπος... ρομαντικός με το ποδόσφαιρο. Σε πολλούς μπορεί να φαίνεται ασόβαρος με τα όσα λέει και κάνει στις συνεντεύξεις του ή με τις αντιδράσεις του στα γκολ, τα «Όλε» μπροστά στο «Kop» κλπ.

Μόλις λίγους μήνες έπειτα από την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Λίβερπουλ, κατάφερε να τη στείλει – έστω και με δυσκολία αν και αποδυνάμωσε αρκετά το βασικό σχήμα ελέω συνεχών αγώνων – την ομάδα του στον τελικό του Λιγκ Καπ για πρώτη φορά έπειτα από το 2012 και περιμένει πλέον τη στιγμή που θα μπει στο «Γουέμπλεί» για να διεκδικήσει το πρώτο του τρόπαιο με τους «κόκκινους».

Τα όσα έχει δείξει, ωστόσο, μέχρι σήμερα, τον καθιστούν πολύ διαφορετικό από τους Ράφα Μπενίτεθ και Μπρένταν Ρότζερς, οι οποίοι την τελευταία 12ετία άφησαν το στίγμα τους στον σύλλογο, αφήνοντας εκτός της συγκεκριμένης ανάλυσης τον Ρόι Χότζον και τον υπηρεσιακό, τίμιο, πιστό «στρατιώτη», Κένι Νταλγκλίς.

Ο Κλοπ έχει καταφέρει να «κερδίσει» όλους τους ποδοσφαιριστές με τη συμπεριφορά του, την απλότητά του, τον χαρακτήρα που τον κάνει απόλυτα προσεγγίσιμο και που προκαλεί την περιέργεια για να προσπαθήσει κάποιος να μπει στο μυαλό του... Όσο ιδιαίτερος κι αν φαίνεται ως άνθρωπος, σου δίνει την εντύπωση πως άλλο τόσο ιδιαίτερες είναι οι σκέψεις του γύρω από το ποδόσφαιρο, την τακτική αλλά και το ρομαντικό κομμάτι του αθλήματος. Όταν μιλάει συνεχώς για τον κόσμο της Λίβερπουλ, το «Kop», εκφράζεται δίχως φόβο, ξεσπάει σε πανηγυρισμούς, απολαμβάνει τη δουλειά του και τα συναισθήματα που του προκαλεί το ποδόσφαιρο και δεν φοβάται γι' αυτό. Θα εμφανίζεται πάντοτε χαλαρός στις συντεντεύξεις Τύπου, θα είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, θα μπορείς να τον πλησιάσεις για το οτιδήποτε και παρά το γεγονός πως ως Γερμανός θα όφειλε να είναι... ψυχρός και πειθαρχημένος, ο Κλοπ είναι κάτι ξεχωριστό.

Όλα τα παραπάνω, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι δεν μπορεί να επιβληθεί στους ποδοσφαιριστές του. Όσο κι αν αυτούς τους βλέπει σαν... παιδιά του, τους αγκαλιάζει όλους έπειτα από κάθε παιχνίδι, ξέρει να τους δείχνει ότι τους υπολογίζει ότι τους στηρίζει πολύ στο ψυχολογικό κομμάτι, οι ιδέες του έτσι όπως εμφανίστηκαν στο πρόσφατο παρελθόν στη Μπορούσια Ντόρτμουντ, αποφέρουν καρπούς... Είτε μακροχρόνιους, είτε βραχυπρόθεσμους, όπως εν αρχήν γίνεται τώρα στους «κόκκινους» με την παρουσία στον τελικό του Λιγκ Καπ στο «Γουέμπλεϊ».

Τα στοιχεία αυτά, θυμίζουν κάπως τον Μπρένταν Ρότζερς, αν και φυσικά γίνονταν σε πολύ μικρότερο βαθμό και ίσως δίχως να γίνει τόσος ντόρος σε ό,τι αφορά την επαφή τους και τη σχέση με τους ποδοσφαιριστές στ' αποδυτήρια του «Μέλγουντ». Στο γήπεδο, στις συνεντεύξεις, στις προπονήσεις, δεν τον έβλεπες συχνά να χαμογελάει. Έδειξε ότι δεν είναι από εκείνους που θ' απολαύσουν ένα παιχνίδι και θα το ζήσουν, αλλά θα θελήσει περισσότερο την ίδια στιγμή το μυαλό του ν' ακονίζεται ακόμα περισσότερο και να σκέφτεται την επόμενη ενέργεια, είτε των παικτών του, είτε τη δική του από την άκρη του πάγκου. Θα σημειώσει στο μπλοκάκι του, θα ζητάει συνεχώς πράγματα από τους ποδοσφαιριστές του δίχως να του ... βγουν οι φλέβες στον λαιμό όπως γίνεται με τον Κλοπ ή δίχως να πάρει αγριεμένο ύφος.

Θ' αφήσει το παιχνίδι να εξελιχθεί και θα στηριχθεί πολύ και στην ποιότητα που θα έχει στο ρόστερ του. Αυτό στο οποίο κέρδιζε ο Βορειοϊρλανδός κόουτς μέχρι φυσικά τη στιγμή της απομάκρυνσής του, ήταν η σχέση που μπορούσε να χτίσει με τους ποδοσφαιριστές του. Σοβαρότατος μεν και επιβλητικός για να σου εμπνεύσει τον σεβασμό, όμως, όταν σου έλεγε «έλα μετά την προπόνηση να με βρεις στο γραφείο να συζητήσουμε», ήταν ο άνθρωπος που θα σου έδειχνε ότι μπορούσες να του ανοιχτείς στο λεπτό και να σου βρει τη λύση για να γίνεις καλύτερος.

Όπως ακριβώς έγινε και με τον Στίβεν Τζέραρντ, ο οποίος, στο βιβλίο του μιλάει εκτενώς για τον Ρότζερς, τη σχέση που είχαν αναπτύξει και τη βοήθεια που είχε από εκείνον. Μάλιστα, ο «Stevie G» ήταν και ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές και τον προπονητή, αφού δεν ήταν απλά ο αρχηγός της ομάδας, αλλά όλοι περίμεναν από εκείνον να παρεμβαίνει στα σημαντικά ζητήματα, να έχει λόγο στα όσα συνέβαιναν, να μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες για επαφές ακόμα και για μεταγραφικούς στόχους ώστε να τους πείσει κι άλλα πολλά για τα οποία αξίζει να διαβάσετε την αυτοβιογραφία του. Στον Τζέραρντ είχε αλλάξει θέση, δίνοντάς του περισσότερο χώρο για να κινηθεί, να «διαβάσει» το παιχνίδι και να παίξει ουσιαστικά κάτι σαν αμυντικό χαφ με ελευθερία να φτάσει μέχρι τη θέση του «10αριού» και όχι να παίζει πίσω από τους επιθετικούς, χάνοντας κομμάτι της πολύτιμης ελευθερίας που αισθανόταν ανάγκη να έχει στον αγωνιστικό χώρο.

Σε αντίθεση με τους δύο προαναφερθέντες, ο Ράφα Μπενίτεθ ήταν κάτι πολύ διαφορετικό και είναι ακριβώς το ίδιο, όπως παρουσιαζόταν μέχρι πρότινος και στην τεχνική ηγεσία της Ρεάλ Μαδρίτης. «Ψυχρός», απόλυτα επαγγελματίας, σε ρόλο... στρατηγού που δεν «σήκωνε» μύγα στο σπαθί του και δίχως την παραμικρή επαφή με τους ποδοσφαιριστές σε πιο χαλαρό τόνο...

Ο Μπενίτεθ έβλεπε και βλέπει τη δουλειά μονάχα σαν δουλειά και όταν στο μυαλό του μπαίνει η ιδέα της εξέλιξης της τακτικής την οποία θα χρησιμοποιεί η ομάδα του, εξαφανίζεται σχεδόν οποιοδήποτε συναίσθημα για το ποδόσφαιρο ως απλό άθλημα εκείνη τη στιγμή αλλά και για την ψυχολογία των ποδοσφαιριστών του.

Κάπως έτσι, ωστόσο, οδήγησε τη Λίβερπουλ στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ το 2005, στην Πόλη, στον πιο δραματικό τελικό της σύγχρονης μορφής της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης. Ακόμα και τότε, τα χαμόγελα ήταν ελάχιστα για τον Ισπανό που έδειχνε να αισθάνεται ότι εκείνος πραγματοποίησε ένα προπονητικό όνειρο και πως τα σχέδιά του έδειξαν το δρόμο προς την κορυφή της Ευρώπης. Ακόμα κι αν στ' αποδυτήρια, στο ημίχρονο εκείνου του προ 11ετίας αγώνα με τη Μίλαν στην Κωνσταντινούπολη αρκούσε ν' ακούσουν οι ποδοσφαιριστές τη φωνή του κόσμου παρά το 3-0 των «ροσονέρι» και τον ανατριχιαστικό ύμνο «You 'll never walk alone». «Θα ήθελα να μπορώ να μιλήσω στο τηλέφωνο με τον Ράφα έπειτα από τόσα χρόνια, αφού μοιραστήκαμε μια μαγική ποδοσφαιρική βραδιά το 2005, αλλά είναι ο μοναδικός με τον οποίο δεν μπορώ πλέον να μιλήσω ούτε στο τηλέφωνο, από τους προπονητές με τους οποίους έχω συνεργαστεί» έχει αναφέρει ο Στίβεν Τζέραρντ για τον Μπενίτεθ, όσον αφορά την προσωπική τους σχέση και το γεγονός πως από την πρώτη στιγμή ο Ισπανός κόουτς δεν τον είχε πάρει με καλό μάτι.

Έχει, ωστόσο, να του αναγνωρίσει ένα πολύ μεγάλο προτέρημα για προπονητή. «Δεν έδειχνε... αδυναμία σε κανέναν συγκεκριμένο και ήξερε να μην ξεχωρίζει συγκεκριμένες μονάδες του ρόστερ. Όποιος κι αν ήσουν, όποιο κι αν ήταν το όνομα στο πίσω μέρος της φανέλας, ακόμα κι αν έπαιζες βασικός σ' ένα μεγάλο ντέρμπι, δεν ήξερες αν θα ξεκινούσες στο επόμενο παιχνίδι. Αυτό βοηθούσε άπαντες να βρίσκονται σε εγρήγορση και να προπονούνται στο φουλ των δυνατοτήτων τους γιατί ήθελαν να του δείχνουν ότι ήταν διαθέσιμοι κι έτοιμοι να προσφέρουν. Αυτό εμένα με βοήθησε πολύ και με έκανε να θέλω σε κάθε προπόνηση να του δείχνω ότι ήμουν ικανός και πανέτοιμος να παίξω. Μπορεί να μην με πήγαινε, μπορεί να μην είχαμε κάποια προσωπική σχέση, αλλά μου έβγαζε το πείσμα και το κίνητρο τέτοια που ήταν η προπονητική του φιλοσοφία...» γράφει χαρακτηριστικά ο θρύλος του συλλόγου του Μέρσεϊσαϊντ.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

 

Τελευταία Νέα