Οταν συνάντησα τον Μανού Τσάο!

Οταν συνάντησα τον Μανού Τσάο!

bet365

Rumba, τρομπέτες και ανατριχίλες. Ο Μανού Τσάο μετέτρεψε το Mala vida σε ύμνο στην πιο ξέγνοιαστη βραδιά του καλοκαιριού. Ήμασταν εκεί κι αφού σταματήσαμε να χορεύουμε σας μεταφέρουμε εικόνες και... ήχους!

«Μα καλά το διανοείσαι; Αυτό το... πιθήκι που μπιστάει είναι 54»

«Δεν γίνεται, δεν υπάρχει, δεν αντέχω άλλο να χοροπηδάω. Αυτός πως μπορεί;»

«Μαλ@@@ οι γάμπες μου»

«Ωχ φιλαράκι η μέση μου»

Και όμως πόσο υπέροχα πονάκια. Το πιάσιμο της συναυλιακής ευτυχίας. Εκεί, όπου οι γκόμενες έχουν κάνει γλουτούς από τα πάνω κάτω και οι άντρες αναζητούν γαργάρες για το βράχνιασμα. Φωνή, ουρλιαχτό, όχι τραγούδισμα. Με χαμόγελο μέχρι τα αυτιά από το την πρώτη νότα. Εκείνη που προμήνυε το Mr Bobby. «Ε Κύριε Μπόμπι τραγούδα και για μένα κάτι καλό». Ο Μανού έγινε Μάρλεϊ και μίλησε στην ψυχή μας. Μας έκανε να λιώσουμε στον χορό, να ιδρώσουμε τη φανέλα όσο λίγες φορές. Μας πέρασε με τον δικό του απίθανο τρόπο τον προβληματισμό του στίχου, αλλά ταυτόχρονα μας τον προσέφερε σε μορφή διασκέδασης.

Ναι, αλήθεια είναι 54. Δεν έπαψε όμως να μπιστάει. Ούτε το παρεάκι του. Μαζί άφησαν τις μουσικάρες να μπερδευτούν με το καλοκαίρι μας. Πόσο τέλεια έδεσαν με το δικό μας συναίσθημα. Οχι για λίγο, ούτε με επαγγελματισμό. Αυτό το by the book που βγάζουν ακόμα και στα κέφια τους άλλοι καλλιτέχνες, δεν είχε θέση στη βραδιά. Τα παλικάρια τα έδωσαν όλα για χάρη μας. Εστησαν την ίδια στιγμή ένα live που δεν σε άφηνε ποτέ να γιάσεις. Μία γουλιά μπύρα και ξανά άλμα. Με το ρολόι κράτησε 2 ώρες και 17 λεπτά. Και ο κοντοπίθαρος μάγος να μην βάζει κώλο κάτω. Ετσι δεν βάζεις ούτε εσύ.

«Ολιό» η γηπεδική ιαχή του

«Ολιό λιολιό» η απάντηση μας

Και από πίσω να μην ξεκολλάει αυτό το κάτι σαν ποδοσφαιρικό εμβατήριο. Εκείνο που ξερνούσαν οι δύο κολλητοί τύποι στο πλάι της σκηνής. Ο ένας με το τρομπόνι και ο άλλος με την τρομπέτα. Ο ρυθμός δονεί ακόμα την κούτρα μου. Βέβαια δεν μπορώ να τον μεταφέρω στα δικά μου πλήκτρα. Μόνο που εμφανιζόταν συνεχώς. Σε κάθε τέλος και αρχή τραγουδιού και ενίοτε στη μέση του. Δεν υπήρχε συναυλιακή λογική και νόρμα στην δική του παράσταση. Μόνο η τρέλα που μπερδευόταν με τις ιδιαίτερες εκδοχές του αλτερλατίνο, του γουόρλντμπιτ, του σκα, της ρέγκε. Μαζί με τα λατρεμένα μου πνευστά, η μαγική σπανιόλικη κιθάρα, το ακορντεόν και ένας ντράμερ που πρέπει να έχασε κάποια κιλά από την υπερένταση.

Ο λόγος και ο ρυθμός κυλούσαν ακατάπαυστα. «Μην χάσω κάποιο καλό. Μα όλα καλά είναι. Να πάω τώρα τουαλέτα ή μετά; Και πότε μετά δηλαδή ρε διάολε Μανού. Παίξε κάτι πιο αργό, θα κατουρηθούμε πάνω μας».

«Επόμενη στάση... ελπίδα», από το «Próxima estación... Esperanza» του 2001. Μας το τραγούδησε και μας το πέταξε πολλές φορές σαν ατάκα. Μας ευχαριστούσε για την ενέργεια που έπαιρνε, αλλά επί τοις ουσίας απλά εμείς ήμασταν οι καλοί αγωγοί που του επιστρέφαμε ότι εκείνος γεννούσε.

Και κάπου εκεί η μεγαλύτερη ανατριχίλα: «Si yo fuera Maradona, viviria come el». Ολοι μας έτσι θα ζούσαμε, εάν ήμασταν Ντιέγκο. Το «La vida Tombola» από το ντοκιμαντέρ του Κοστουρίτσα για τον έναν και μοναδικό Θεό της μπάλας σήκωσε τις τρίχες... από τα χέρια γιατί στο κεφάλι Δεν!


Είπε πολλά. Μάλλον τα είπε όλα με μικρή εξαίρεση το «Me llaman calle» από το Radiolina.

Ενδιάμεσα ξανά και μανά εκείνο το χορευτικό εμβατήριο των πνευστών. Ελεγε ο τύπος μετά τα κομμάτια του ««Ευχαριστώ Ελλάδα για το κουράγιο που δείχνεις» και ξαναφώναζε για την Ελπίδα. Για Μανού Τσάο πάντως που σέβεται τον εαυτό του η αλήθεια είναι ότι δεν έδωσε ιδιαίτερη πολιτική χροιά. Η σημαία με το «liberta», εκείνη με το «αντί-Ναζί» και το «όχι στον φόβο» που βγήκε στο Tera Vibe ήταν τα πιο έντονα μηνύματα που άφησε να περάσουν.

Και πάλι όμως ο ρυθμός σε έπαιρνε από εκεί. 40.000 από κάτω μπιστούσαν μαζί του. Ναι τόσοι πρέπει να ήταν. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης έχει ως μόνιμη... ξήγα στις συναυλιακές εταιρείες ότι τα εισιτήρια του θα είναι πολύ χαμηλά. Οχι ότι γι αυτό πήγε ο κόσμος στη Μαλακάσα, αλλά όσο να 'ναι στις μέρες που ζούμε βοήθησε και τούτο.

«Rambla pa'qui Rambla pa'lla
Esa la Rumba de Barcelona»

Και μετά από αυτό πόση μελωδία να αντέξεις; Κολλάει στο μυαλό σου και το σιγοτραγουδάς και την επόμενη μέρα.

Καθώς o χρόνος κυλούσε αντίστροφα προς το φινάλε, έβλεπες γύρω σου μία αγωνία χωρίς λόγο. «Θα το πει, δεν γίνεται να μην το πει. Καλά εάν δεν το πει θα στεναχωρηθώ». Το «Mala vida δεν γινόταν να το αφήσει απ' έξω. Η έκρηξη που έπρεπε να γίνει, ήρθε μαζί με τα απαραίτητα καπνογόνα. Η δική μου έγνοια ήταν όμως άλλη. «Ρε το καλό θα το πει;» Και ποιο είναι το καλό; Το Desaparecido, αυτό είναι το αγαπημένο. Αυτό και ο ύμνος στον Μάρλεϊ». Ε, το τραγούδησε κι αυτό κι εγώ ξελαρυγγιάστηκα μαζί του, μοστράροντας με περηφάνια τα ισπανικά μου και ησύχασα.

Στο περίπου ηρέμησα δηλαδή. Δεν σε άφηνε η Τυπάρα. Δεν υπήρχε encore, δεν υπήρχε καμία λογική. Και ξανά το εμβατήριο και το τρομπόνι για να χορέψεις. Και χόρευαν όλοι. Αλήθεια, έτσι έγινε, δεν χωράει υπερβολή η περιγραφή. Ολοι ασταμάτητα.

Οταν τελείωσε δεν ήθελα άλλο. Ημουν γεμάτος, κουρασμένος, ευτυχισμένος! Πόσο χάρηκα που πήγα. Πόσο λυπήθηκα που δεν το το είχα κάνει στο παρελθόν. Δεν θα ξαναχάσω ποτέ συναυλία σου... «Si yo fuera Manu Chao lala lalala la la»!

Follow me: @jorgekaraman

 

Τελευταία Νέα