«Tι λες ρε μ@λ@κ@ Μιχάλη; Ποια τηλεόραση;»

Μιχάλης Τσαμπάς
«Tι λες ρε μ@λ@κ@ Μιχάλη; Ποια τηλεόραση;»
Ο Μιχάλης Τσαμπάς γράφει ένα κείμενο 100% βιωματικό. Διαβάζοντας τις γραμμές αυτές ίσως κάποιοι... να αναγνωρίσετε και τον εαυτό σας. Αν πάλι όχι, ας το έχετε στην άκρη του μυαλού σας για μελλοντική χρήση.

Βράδυ (του περασμένου) Σαββάτου. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα αναχώρηση από το γραφείο με προορισμό το σπίτι. Στην Nova προγραμματισμένο το φιλικό ανάμεσα στην Λίβερπουλ και την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και από την στιγμή που δεν υπήρχε κάποιο «πλάνο εξόδου», τι ωραιότερο από αραλίκι στον καναπέ και μπαλίτσα;

Τα έχουμε ξαναπεί όμως. Όταν ο άνθρωπος κάνει πλάνα, ο Θεός γελάει. Έτσι γέλασε και μαζί μου. Με το που μπήκα στο σπίτι το μάτι... καρφώθηκε στον αποκωδικοποιητή όπου τα λαμπάκια (κόκκινο, μπλε, πράσινο)... χόρευαν όπως σε παιδικό πάρτι. Κακό το πρώτο «μήνυμα». Αντίθετα το ρούτερ δεν είχε καθόλου φως. Όλα σβηστά όσες φορές κι αν ασχολήθηκα με το on/off. Το «κερασάκι στην τούρτα» ήρθε με την προσπάθεια μου να ανοίξω την τηλεόραση. Ό,τι κουμπάκι κι αν πάτησα, όσο κι αν έβγαλα-έβαλα την πρίζα, όσο κι αν περίμενα να... περάσει η ώρα δεν είχα καμία τύχη.

Η τηλεόραση δεν άνοιξε ποτέ και κάπως έτσι ένα χαλαρό Σαββατόβραδο του Ιουλίου, απέκτησε ενδιαφέρον. Εκείνη την στιγμή σαν φωτογραφία πέρασε από το μυαλό ένα δημοσίευμα που είχα διαβάσει στα sites από το απόγευμα με τίτλο «Βροχή... κεραυνών και ζημιές στο Χαλάνδρι». Το διάβασα μηχανικά περισσότερο χωρίς να δώσω και μεγάλη σημασία. Που να ήξερα τελικά ότι μερικές ώρες αργότερα θα ήμουν κι εγώ μέλος σε αυτή τη λίστα με τις ζημιές.

Η αντίδραση μου δεν ήταν ιδιαίτερα ψύχραιμη. Αγαπημένο πρόσωπο με τα οποίο μίλησα εκείνη την ώρα (δυστυχώς) το «κατάλαβε καλά» και τα άκουσε άδικα. Νεύρα για το γεγονός που δεν μπορούσα να δω τον αγώνα, νεύρα για την τηλεόραση που μάλλον... χαιρέτισε, νεύρα για το ίντερνετ που δεν είχα, νεύρα γιατί την άλλη μέρα ήταν Κυριακή και δεν θα μπορούσα να βρω άκρη.

Φρένο. Εκεί «παγώνει» το μυαλό και πατάει το νοητό rewind. Γυρίζει το χρόνο πίσω. Άλλωστε μπορεί το δημοσίευμα για τους κεραυνούς να διαβάστηκε στα... πεταχτά, δεν συνέβη όμως το ίδιο με το... προσκλητήριο νεκρών. Την «μακάβρια παρέλαση» από κείμενα για ταυτοποίηση ανθρώπων που κάηκαν ζωντανοί στην εκατόμβη της Ανατολικής Αττικής.

Και εκεί έρχεται το ξέσπασμα. Αναμενόμενο. Λογικό. Εσωτερική κραυγή που δεν άφηνε περιθώρια για δεύτερες σκέψεις. «Tι λες ρε μαλάκα Μιχάλη; Ποια τηλεόραση και ποιο ίντερνετ; Για ποια ζημιά μιλάς; Ακόμη νεκρούς βρίσκουν. Παιδάκια κάηκαν».

Η τραγωδία στο Μάτι, στη Ραφήνα, στο Κόκκινο Λιμανάκι, στο Νέο Βουτζά, η τραγωδία που είναι σε εξέλιξη και... σόκαρε όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο είναι βέβαιο πως δεν θα ξεχαστεί όσες δεκαετίες κι αν περάσουν. Το έξι μηνών βρέφος, τα δίδυμα κοριτσάκια με τους παππούδες, ο πατέρας με τα 2 παιδιά του, οι δεκάδες τραγικές ιστορίες που σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα γράφτηκαν, δεν θα μας αφήνουν να τους ξεχάσουμε ποτέ.

Κι είναι βέβαιο πως ίσως και σε κάποια πράγματα μας κάνει να αλλάξουμε τον τρόπο σκέψη μας. Μέσα από τα αποκαϊδια και τους νεκρούς συνανθρώπους μας, να κατανοήσουμε τα αληθινά δράματα. Να καταλάβουμε τι αξίζει στη ζωή και τι όχι. Ποιο είναι το αληθινό σοκ και ποια η κάθε βλακεία για την οποία δεν αξίζει να σκάμε και την χαρακτηρίζουμε «σοκ» ελαφρά την καρδία.

Ποια είναι η αληθινή ανάγκη. Ποιο είναι αυτό που μας στεναχωρεί πραγματικά και όχι κάτι που απλά μπορεί να χαλάσει τη διάθεση μιας μέρας ή μιας ώρας. Χρειάστηκε δυστυχώς μια (ακόμη) μεγάλη τραγωδία για να αλλάξει σε πολλά τρόπο σκέψης το μυαλό. Μακάρι να μην γίνονταν όλα αυτά τα τραγικά και η μόνη σκέψη και το μόνο μας πρόβλημα να ήταν ένα καμένο ρούτερ. Η ζωή όμως μας ξεπερνάει. Δεν πάει πάντα με τα «θέλω μας».

Θα ζήσω και χωρίς τηλεόραση. Θα ζήσω και χωρίς ίντερνετ. Θα ζήσω. Αυτό κρατάω. Αυτό είναι που αξίζει. Δεν είναι δεδομένο. Πήγα στην βιβλιοθήκη, τράβηξα ένα βιβλίο και πέρασα αρκετές ώρες από το υπόλοιπο βράδυ διαβάζοντας.