H μαγυάρικη ραψωδία της Τούμπας (pics)

H μαγυάρικη ραψωδία της Τούμπας (pics)

H μαγυάρικη ραψωδία της Τούμπας (pics)

bet365

Ο ΠΑΟΚ έχει τη δική του ιστορία… ουγγρικής προέλευσης. Ο Παναγιώτης Κερμανίδης, αρχικά, ο Γκιούλα Λόραντ ακολούθως, αλλά και οι Γιόζεφ Σάλαμον, Ζόλταν Κόβατς και Σάντορ Τόργκελε. Το gazzetta.gr θυμίζει…

Στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ’70 από τις όχθες του Δούναβη ήρθαν στα μέρη μας ο Παναγιώτης Κερμανίδης και ο Γκιούλα Λόραντ, ενώ υπάρχουν όλοι κι όλοι τρεις Μαγυάροι ποδοσφαιριστές, ο Γιόζεφ Σάλαμον, ο νυν τεχνικός διευθυντής της Βίντι, Ζόλταν Κόβατς και ο Σάντορ Τόργκελε, που φόρεσαν τη φανέλα του.

Η σύντομη προϊστορία του ΠΑΟΚ κόντρα σε ουγγρικές ομάδες δεν είναι και τόσο ευχάριστη. Ο αποκλεισμός του από την Ντέμπρετσεν τη σεζόν 2003-04 για το β’ γύρο του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ (1-1 στην Τούμπα, 0-0 στην Ουγγαρία) αποτελεί «στίγμα» στην ευρωπαϊκή ιστορία του, αλλά ο τωρινός ΠΑΟΚ δεν έχει καμία μα καμία σχέση με την ομάδα εκείνης της εποχής. Ακόμη κι αν παραταχθεί σήμερα με τα… δεύτερα του!

Ας μείνουμε όμως στη μικρή, αλλά πολύ έντονη σχέση του «Δικεφάλου» με το ουγγρικό ποδόσφαιρο. Και πως να μην είναι έντονη μια σχέση που περιλαμβάνει ένα και μόνον όνομα: Γκιούλα Λόραντ. Δίπλα του μεγάλωσε ποδοσφαιρικά και ο Παναγιώτης Κερμανίδης. Πήγε στον ΠΑΟΚ από την Ουγγαρία και την ΜΤΚ τον Σεπτέμβριο του 1973, που αγωνίστηκε ως το 1981 (294 συμ., 74 γκολ) και κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος το 1974 και το Πρωτάθλημα του 1976.

Ο αείμνηστος Μαγυάρος ήταν αυτός που έκανε τον ΠΑΟΚ πρωταθλητή. Ο “ευφυής herr Lorant, ο άνθρωπος που τον οδήγησε στην κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος, τη σεζόν 1975-76. Μιας σχέσης που ξεκίνησε με ουκ ολίγα εμπόδια. Ο κόσμος επηρεασμένος από το κλίμα και στηρίζοντας τους ποδοσφαιριστές, που τα προηγούμενα χρόνια είχαν φέρει δύο κύπελλα (1972, 1974), ήταν απέναντι στο Λόραντ!

Γι’ αυτό κατά τη διάρκεια ενός αγώνα με τον Ατρόμητο στην Τούμπα, τον Απρίλιο του 1975, ξέσπασε σε έντονες αποδοκιμασίες εναντίον του! Ευτυχώς, εκείνη την ημέρα, ο «Δικέφαλος», χωρίς τον τραυματία Κούδα, συνέτριψε 5-1 τους Περιστεριώτες και κάπως η ένταση περιορίστηκε. Ο Γκιούλα είχε βαλθεί να φέρει τα «πάνω-κάτω», πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα. Αγύριστο κεφάλι, όπως τον έλεγαν, δεν άκουγε την κερκίδα, ούτε λογάριαζε από την σκληρή κριτική του Τύπου. Και δικαιώθηκε!

Επέστρεψε στην Τούμπα, για να αφήσει εκεί την τελευταία του πνοή στις 31 Μαΐου του 1981, σ’ ένα αδιάφορο βαθμολογικά για τον ΠΑΟΚ, απέναντι στον Ολυμπιακό, λίγες μέρες πριν οι δύο ομάδες συναντηθούν στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας. Ο Μαγυάρος άρχοντας, τον οποίο βρήκε ο χάρος στο φτερό στον πάγκο της Τούμπας, δεν πρόλαβε ποτέ να οδηγήσει το «Δικέφαλο» στον τελικό της Νέας Φιλαδέλφειας κόντρα στους «ερυθρόλευκους», από τους οποίους μετρούσε ελάχιστες ήττες και ήταν αυτός, που στις 4 Ιανουαρίου του 1976 τους υποχρέωσε στη μεγαλύτερη εντός έδρας ήττα (0-4) μέχρι και σήμερα.

Σάλαμον: «Δεν με ήθελε ο Χέερ»

Ο Λόραντ ήξερε και έφερε στον ΠΑΟΚ, τον Γιόζεφ Σάλαμον, ο οποίος έμεινε για δύο χρόνια Ελλάδα, από το 1980 μέχρι και το 1982, αλλά ουσιαστικά έπαιξε μόνο τη μία σεζόν (1980-81) και μέχρι να ξεψυχήσει στον πάγκο της ομάδας ο συμπατριώτης του προπονητής.

Με τον Χανς Χέερ, που ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του «Δικεφάλου» το καλοκαίρι του 1981, δεν έπαιξε ούτε ένα παιχνίδι κι αυτό ήταν το παράπονο που εξέφρασε δημόσια, με ευκαιρία των 70ων γενεθλίων του πριν από μόλις δύο ημέρες.

Ο… πιο διάσημος ποδοσφαιριστής της Ντιόσγκιορι ΒΤΚ (DVTK) με 376 συμμετοχές στο ουγγρικό πρωτάθλημα, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε ιστοσελίδα της πατρίδας του θυμήθηκε το πέρασμα του από τον ΠΑΟΚ με αφορμή την σημερινή αναμέτρηση του με τη Βίντι για τη φάση των ομίλων του Γιουρόπα Λιγκ.

«Θυμάμαι ότι η δεύτερη χρονιά μου δεν ήταν και τόσο καλή γιατί δεν έπαιζα. Δυστυχώς είχε φύγει εντελώς απροσδόκητα από τη ζωή ο Γκιούλα Λόραντ, ο άνθρωπος που με πήγε εκεί και με τη δική του βοήθεια κατάφερα να σταθεροποιηθώ και να είμαι βασικός στην ομάδα. Με τον Γερμανό προπονητή που τον διαδέχθηκε (σ.σ. τον Χανς Χέερ) δεν έπαιξα καθόλου, δεν μου έδωσε ούτε μια ευκαιρία. Αντίθετα, δοκίμασε έξι και επτά παίκτες στη θέση μου, αφήνοντας να βλέπω τα παιχνίδια από την κερκίδα», τόνισε ο Σάλαμον.

Κόβατς: Ο ήρωας της μιας βραδιάς

Το όνομα του Ζόλταν Κόβατς μνημονεύεται τόσα μα τόσα χρόνια, από τους λάτρεις του άσπρου και του μαύρου, αφού δύο δικά του γκολ «υπέγραψαν» την ανατροπή και τη νίκη του «Δικεφάλου» με 3-2 επί του Ηρακλή στις 8 Μαρτίου του 1998. Εκτοτε οι «ασπρόμαυροι» δεν έχουν ξανακερδίσει τους «γαλάζιους» στο Καυτανζόγλειο!

Ο γεννημένος στη Βουδαπέστη, στις 24 Σεπτεμβρίου του 1973, Μαγυάρος επιθετικός, έμεινε και έπαιξε σχεδόν ελάχιστα στην Τούμπα. Επέστρεψε στην πατρίδα του, συνέχισε για σχεδόν μια δεκαετία να κλωτσάει και να στέλνει το τόπι στα αντίπαλα δίχτυα μέχρι που τον Δεκέμβριο του 2008 ανακοίνωσε την αποχώρηση από την ενεργό δράση με τελευταίο σταθμό την Γκιόρι ΕΤΟ ΦΚ.

Ποδοσφαιρικό «παιδί» της Ουίπεστ λατρεύτηκε από τους οπαδούς της, που τραγουδούσαν στις κερκίδες του «Φέρεντς Σούζα» το «„Kovács Zoli lőjj egy gólt» («ο Ζόλταν Κόβατς, σουτάρει και σκοράρει) για την πάρτη του.

Το 2009 η Ουίπεστ του εμπιστεύτηκε το κομμάτι των ακαδημιών της και λίγο αργότερα έγινε αθλητικός διευθυντής της πρώτης ομάδας. Το καλοκαίρι του 2011 ξεκίνησε ένα ταξίδι με πολλούς διαφορετικούς σταθμούς. Για μια τριετία βρέθηκε στην Ντιόσγκιορι ΒΤΚ πριν επιστρέψει το 2014 στη Βουδαπέστη και στην Ουίπεστ, για να ακολουθήσει η Σιόφοκ και από τον Αύγουστο του 2016 αναλάβει το «χτίσιμο» της Βιντεότον ή Βίντι.

Παραμένει ένα από τα σημαντικά ονόματα του ουγγρικού ποδοσφαίρου και ο ίδιος δηλώνει ότι απόλαυσε την καριέρα του, είτε παίζοντας εντός συνόρων, είτε στην Ελλάδα και στην Κίνα, πολύ πριν γίνει της… μόδας.

Ο Μαγυάρος δεν ήταν ένας τυχαίος επιθετικός. Μόλις την προηγούμενη σεζόν, με τη φανέλα της Ουίπεστ, είχε αναδειχθεί πρώτος σκόρερ του ουγγρικού πρωταθλήματος με 22 γκολ. Εμφανίστηκε στο προσκήνιο για τον ΠΑΟΚ το φθινόπωρο του 1997 και η «φτωχή» παραγωγικότητα μέχρι τότε (8 γκολ) αποτέλεσε αφορμή για αρνητικά σχόλια, με τους οπαδούς της ουγγρικής ομάδας να τον κατηγορούν ότι «είχε το μυαλό του στην Ελλάδα και πρόσεχε τα πόδια του για να πάει υγιείς στη Θεσσαλονίκη».

Ο βραχνάς των οικονομικών προβλημάτων, που μόλις είχε πρωτοεμφανιστεί στα πέριξ της Τούμπας, αποτέλεσε τη βασική αιτία για να τον αποκτήσει ο ΠΑΟΚ αρχικά για έξι μήνες. Η συμφωνία προέβλεπε τριετές συμβόλαιο, αλλά για να τον έκανε δικό του θα έπρεπε να καταβάλλει σχεδόν 200 εκατομμύρια δραχμές στην ουγγρική ομάδα.

Ας μη ξεχνάμε ότι αποτέλεσε τη μοναδική χειμερινή μεταγραφή της διοίκησης του Γιώργου Μπατατούδη, τον Ιανουάριο του 1998, αφού λόγω έλλειψης ρευστότητας στην Τούμπα «έκαναν παρέλαση κάτι περίεργοι ποδοσφαιρστές, που έφερνε η διοίκηση, όπως πχ. ένα Νιγηριανό αμυντικό, ονόματι Τσου Νταβίντ!.

 

EUROPA LEAGUE Τελευταία Νέα