Έκανε τους ανθρώπους ευτυχισμένους

Έκανε τους ανθρώπους ευτυχισμένους

Θάνος Σαρρής

To Γκλένμπακ είχε πια σχεδόν ερημώσει. Τα παλιά ορυχεία είχαν εγκαταλειφθεί και οι οικογένειες που ζούσαν από αυτά αναζήτησαν τη μοίρα τους αλλού. Ξαφνικά, κάτι διατάραξε την ησυχία στα ελάχιστα εναπομείναντα σπίτια. Τα πούλμαν σήκωσαν στον αέρα την καρβουνόσκονη που είχε καταλαγιάσει εδώ και καιρό. Και το «You 'll Never Walk Alone» έσπασε την σιωπή. Ήταν Μάρτιος του 1997 και εκατοντάδες οπαδοί της Λίβερπουλ έφτασαν στο μικρό χωριουδάκι, περίπου 65 χιλιόμετρα νότια της Γλασκόβης, για να αποτίσουν φόρο τιμής στον τόπο που γέννησε τον αναμορφωτή τους. Έστησαν ένα γρανιτένιο μνημείο σκαλισμένο με χρυσά γράμματα. Και η μαύρη γη ποτίστηκε από τα δάκρυα συγκίνησης για τον μεγάλο Μπιλ Σάνκλι.

Συνηθίζεται, όταν οι θρυλικοί προπονητές μπαίνουν στη «ζυγαριά» να κρίνονται από τους τίτλους τους. Για τον Σάνκλι τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Άλλαξε τη μοίρα και ολόκληρη τη φιλοσοφία ενός συλλόγου που είχε αφήσει τις ένδοξες μέρες του στο παρελθόν και περιπλανιόταν στη δεύτερη κατηγορία. Έφερε τίτλους και δημιούργησε τον εκπληκτικό δεσμό συλλόγου-οπαδών, αναμόρφωσε το Άνφιλντ και το προπονητικό του Μέλγουντ. Ήταν ο προπονητής, που όπως αναγράφεται στο άγαλμά του που κοσμεί από το 1997 τον περιβάλλοντα χώρο του Άνφιλντ, «Έκανε τους ανθρώπους ευτυχισμένους». Γιατί οι άνθρωποι ήταν η κινητήριος δύναμη των επιτυχιών του.

Ήταν 18 Απριλίου του 1964 όταν η Λίβερπουλ του «Σανκς» κατέκτησε το πρώτο Πρωτάθλημα στη νέα εποχή της και το gazzetta.gr σε ένα special αφιέρωμα, γράφει για τον Σκωτσέζο που έβαζε πάντα το «εμείς» πάνω από το «εγώ».

image

Η ενηλικίωση

Η παιδική ηλικία σε μια οικογένεια με 10 παιδιά στο Γκλένμπακ της Σκωτίας δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ο Τζον, πατέρας του Μπιλ, δούλευε στα ορυχεία κάρβουνου και πάνω-κάτω αυτή ήταν η μοίρα κάθε αγοριού που μεγάλωνε. Το ποδόσφαιρο ήταν μια διέξοδος τόσο από τη δύσκολη καθημερινότητα, όσο και από τη φτώχεια. Τα αδέρφια Σάνκλι ακολούθησαν το δρόμο αυτό, όπως και πολύ άλλοι συγχωριανοί τους. Η τοπική ομάδα, οι Τσέριπικερς, καμάρωσε αρκετά από τα παιδιά της σε επαγγελματικό επίπεδο, αλλά και στην εθνική.

Τα χρόνια της ενηλικίωσης ήταν κομβικά για τον μικρό «Γουίλι», όπως τον φώναζαν στην οικογένειά του, Σάνκλι. Από τα 14 έπιασε δουλειά στο κάρβουνο. Είδε από πρώτο χέρι πόσο σκληρή ήταν η καθημερινότητα για τους εργάτες. Γνώρισε τους αγώνες και τις απεργίες τους. Την εκμετάλλευση και τη στάση των ιδιοκτητών όταν γινόταν κάποιο ατύχημα ή δυστύχημα. Την περηφάνια, παρά την πείνα και τη φτώχεια. Εξύψωσε την έννοια της κοινότητας, της συλλογικής δουλειάς, της ισότητας και της τιμιότητας. Και σχημάτισε στο περήφανο, ξεροκέφαλο σκωτσέζικο μυαλό του την άποψη που αποτυπώθηκε σε μια από τις πολλές ατάκες που έμειναν στην ιστορία: «Ο Σοσιαλισμός στον οποίο πιστεύω είναι όλοι να δουλεύουν για τον ίδιο στόχο και όλοι να έχουν μερίδιο στην ανταμοιβή. Έτσι βλέπω το ποδόσφαιρο, έτσι βλέπω τη ζωή». Παρατηρούσε τα αδέρφια του να τα δίνουν όλα για την ποδοσφαιρική καριέρα, όχι για προσωπικό όφελος, αλλά για να συμπληρώσουν το οικογενειακό εισόδημα και ανυπομονούσε να κάνει το ίδιο.

Στα διαλείμματα από τη δουλειά και τις Κυριακές απολάμβανε το ποδόσφαιρο. Ήταν η χαρά των εργατών. Βλέποντας το πόσο μεγάλη σημασία είχε για τον απλό κόσμο η ομάδα του, μπολιάστηκε με την ιδέα ότι η κοινωνία, που αποτελεί τη βάση ενός συλλόγου και σε κάθε αγώνα παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, είναι ο σημαντικότερος παράγοντας. Όλα, πλέον, θα γίνονταν για τον κόσμο. Ήταν υποχρέωσή του να τα δίνει όλα για την καταπιεσμένη από την ύφεση και την εκμετάλλευση εργατική τάξη. Ήταν στο DNA του.

image
image

Ο ποδοσφαιριστής Σάνκλι και ο πόλεμος

Ο μικρός Μπιλ έκανε τα πρώτα του βήματα σε επαγγελματικό επίπεδο στην Κάρλαϊλ, στην Third Division North. Μέλος μιας πολλά υποσχόμενης φουρνιάς, έμαθε πως στο ποδόσφαιρο όσοι επενδύουν στις υποδομές και φροντίζουν τα ταλέντα τους στο τέλος ανταμείβονται. Σταδιακά εξελίχθηκε σε ένα ταλαντούχο δεξί χαφ, έγινε ο αγαπημένος της κερκίδας και η Πρέστον, που έπαιζε στη δεύτερη κατηγορία, έκανε πρόταση αγοράς του. Κρίνοντας ότι η πίστη σε εκείνους που τον εμπιστεύτηκαν είναι ισχυρότερη από τα χρήματα, ο μικρός απέρριψε την πρώτη πρόταση! Και την αποδέχθηκε αφού άκουσε την... κατσάδα του αδερφού του, ο οποίος του εξήγησε το πως λειτουργεί ο κόσμος του ποδοσφαίρου: Η δική του μεταγραφή θα έφερνε και στην Κάρλαϊλ τα χρήματα που είχε τόσο ανάγκη.

Ο Σκωτσέζος δεν άργησε να προσαρμοστεί και να ξεχωρίσει στους Λίλιγουάιτς, καθώς η ικανότητά του με τη μπάλα ταίριαζε με το στιλ ποδοσφαίρου στο Ντίπντεϊλ. Η Πρέστον επέστρεψε στην πρώτη κατηγορία, αφήνοντας εξαιρετικές εντυπώσεις και προοπτικές. Με τη φανέλα της έπαιξε για πρώτη φορά στο Γουέμπλεϊ, τράβηξε το ενδιαφέρον ομάδων όπως η Άρσεναλ. Πήρε Κύπελλο και εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους εξτρέμ της κατηγορίας. Η κλήση του στην εθνική ήταν θέμα χρόνου και έγινε απέναντι στον «auld enemy», την Αγγλία. Έδειξε ξανά το ήθος του όταν μετά την ήττα της Σκωτίας από την μεγάλη αντίπαλο, συνεχάρη τους Άγγλους!

Ο πόλεμος διέκοψε τη Football League, ωστόσο στην Northern League, όπου πλέον αγωνιζόταν η Πρέστον, ο Σάνκλι είχε την ευκαιρία να παίξει με τον θρύλο του Ντίπντεϊλ, τον Τομ Φίνεϊ. Τον Ιούνιο του 1940 κατετάγη στη RAF και τα χρόνια εκείνα ανέπτυξε έντονη αγάπη για το μποξ. Ένα χρόνο μετά τραυματίστηκε σοβαρά στο γόνατο, ωστόσο αψηφώντας όλες τις συμβουλές συνέχισε να προπονείται σε υψηλό επίπεδο, κάνοντας παράλληλα σκοπιές.

Όταν το γήπεδο της Πρέστον έκλεισε οριστικά για στρατιωτικούς λόγους, ο Σάνκλι συνδύαζε το ποδόσφαιρο ανάλογα με τις αποσπάσεις του. Λούτον, Λίβερπουλ, Κάρντιφ, Νόριτς, Μπόλτον και Άρσεναλ, την οποία βοήθησε να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Νότου. Ωστόσο, οι «Κανονιέρηδες» επέλεξαν να τον αφήσουν εκτός τελικού, πληγώνοντας τον εγωισμό του. Το πάθημα αυτό ήταν κομβικό προκειμένου ως προπονητής να επιλέγει την 11άδα με όσο το δυνατόν πιο καθαρό μυαλό. Όλα αυτά τα χρόνια, όπου κι αν τον έφερναν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, διοργάνωνε ματς, προπονούσε νέους, έβαζε σε όλα τα στρατόπεδα την στρογγυλή θεά. Τα πεπραγμένα του έφτασαν στους διοικούντες την Πάρτικ Θεστλ, οι οποίοι τον απέκτησαν. Έβλεπαν ότι θα μπορούσε να αποτελέσει τον ιδανικό μέντορα για την νεανική ομάδα τους. Του πλήρωσαν γιατρό για πλήρη αποκατάσταση του γονάτου του και εκείνος δεν ξέχασε ποτέ τον τρόπο που του συμπεριφέρθηκαν.

Μετά το τέλος του πολέμου το πρωτάθλημα ξεκίνησε ξανά στις 31 Αυγούστου το 1946. Ο Σάνκλι επέστρεψε στο Πρέστον, σχεδόν 35άρης, με γυναίκα που γνώρισε κατά τη διάρκεια του πολέμου και παιδί. Οι άνθρωποι της ομάδας προβληματίζονταν έντονα για το αν μπορεί να ξαναπαίξει σε υψηλό επίπεδο. Εκείνος πείσμωσε και έβγαλε εύκολα μια χρονιά που βρήκε τους Λίλιγουάιτς στην έβδομη θέση. Η διοίκηση όμως του ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει χώρος στην πρώτη ομάδα γι' αυτόν. Είχε έρθει πλέον η ώρα να βγάλει τη φανέλα και να φορέσει τη φόρμα.

image
image

Η δημιουργία του προπονητή

Αρχικά, ο Σάνκλι έμεινε στο Πρέστον και συνδύασε την προπόνηση στην ομάδα Νέων με μαθήματα φυσιοθεραπείας. Πήρε το πτυχίο του και απογοητευμένος από τη στάση της τοπικής ομάδας, ανέλαβε την Κάρλαϊλ. Οι οπαδοί της Πρέστον συγκέντρωσαν ένα ποσό της τάξεως των 170 λιρών, απαντώντας έτσι στις «τσιγκουνιές» της διοίκησής τους. «Οι οπαδοί συνεχίζουν για πάντα, οι διοικήσεις μπορούν να αλλάξουν σε ένα μήνα», είπε ο Σκωτσέζος, ο οποίος έκανε το δεσμό του με την κερκίδα ακόμα πιο ισχυρό. Το προπονητικό ταξίδι του πριν το Άνφιλντ ήταν εκείνο που διαμόρφωσε τα όσα εφάρμοσε στη συνέχεια.

Στην Κάρλαϊλ ο Σάνκλι δεν έχασε καιρό. Αναγνωρίζοντας τον τεράστιο ρόλο του συλλόγου στην τοπική κοινωνία και το αίσθημα της αλληλεγγύης που κυριαρχούσε και του θύμιζε το χωριό του, οργάνωσε ανακαίνιση στο γήπεδο με εργάτες τους παίκτες του και εθελοντές οπαδούς! Το γραφείο του ήταν πάντα ανοιχτό για τον απλό κόσμο της ομάδας, με τον οποίο συζητούσε τα πάντα. Θιασώτης της πλήρους διαφάνειας, ο Σκωτσέζος ήθελε όλα τα στοιχεία της ομάδας να είναι διαθέσιμα στις εφημερίδες και τους οπαδούς. Έπεισε τη διοίκηση να επενδύσει σε διαμερίσματα για να μένουν οι παίκτες και εισήγαγε ένα νέο στιλ προπόνησης, καταργώντας το βαρετό συνεχές τρέξιμο και βάζοντας στην καθημερινότητα των παικτών πρωτόγνωρες ασκήσεις για το χτίσιμο της φυσικής κατάστασης. Παράλληλα, έδωσε έμφαση στη δουλειά με τη μπάλα, εμπνευσμένος από τη μεγάλη μεταπολεμική Ουγγαρία.

«Παίζετε στο χορτάρι, θα προπονείστε στο χορτάρι», έλεγε στους παίκτες του. Η προπόνησή του συμπεριελάμβανε εξαντλητικά 5x5 παιχνίδια, βόλεϊ με κεφαλιές και συνεχή παιχνίδια με τη μπάλα. Έδωσε ιδιαίτερα έμφαση στις ρεζέρβες, θεωρώντας ότι οι βασικοί θα μοχθήσουν περισσότερο αν ξέρουν ότι... τους περιμένουν στη γωνία. Όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα για την εποχή και δημιούργησαν ένα εκπληκτικό κλίμα ευφορίας και ενότητας στην ομάδα. Παίκτες και οπαδοί μια γροθιά. Ο προπονητής επινόησε και το «Clubcall», παίρνοντας το μικρόφωνο πριν από τους εντός έδρας αγώνες και συζητώντας κανονικά με τον κόσμο στις κερκίδες! Η επικοινωνία του με τον κόσμο ήταν εκπληκτική. Έκανε μότο το «να είστε δίκαιοι και να μην φοβάστε τίποτα» και η ψυχολογική του προσέγγιση ήταν απλή: Ποτέ, κανένα δημόσιο αρνητικό σχόλιο για τους παίκτες του, συνεχής υποτίμηση στα αποδυτήρια του αντιπάλου! Η εργασιομανία του έφτασε σε τέτοιο σημείο που έβαλε το πλυντήριο που παρήγγειλε ο σύλλογος στο σπίτι του, προκειμένου να είναι σίγουρος για την καθαριότητα των φανελών.

image

Το νέο στιλ ποδοσφαίρου έφερε κόσμο στο γήπεδο, όμως η γεωγραφική θέση των Κούμπριανς έκανε πολύ δύσκολα τα ταξίδια εκτός έδρας και η φτωχή ιδιοκτησία δεν μπορούσε να του παρέχει μεταγραφές. Μετά από δύο χρόνια και αφού έφτασε πολύ κοντά στην άνοδο, ανέλαβε την Γκρίμσμπι. Πριν όμως, η Λίβερπουλ τον κάλεσε για συνέντευξη, επιλέγοντας τελικά τον Ντον Γουέλς. «Είναι μασόνος;», ρώτησε ο Σάνκλι, για να λάβει θετική απάντηση. «Τότε γι' αυτό πήρε τη δουλειά!».

Στη νέα του ομάδα συνέχισε τις καινοτομίες. Ήθελε όλες οι προπονήσεις να γίνονται στο χορτάρι του γηπέδου και απέκλεισε τη διοίκηση από τα αποδυτήρια. Συνέχισε τα όσα εφάρμοσε στην Κάρλαϊλ και οι προπονήσεις του με τη μπάλα είχαν γίνει τόσο διαδεδομένες, ώστε ο Ματ Μπάσμπι έστειλε τηλεοπτικό συνεργείο πληρωμένο από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για να τις καταγράψει! Ο Σκωτσέζος, φυσικά, τους έδιωξε. Το χάρισμα του νέου προπονητή διπλασίασε τον κόσμο, ωστόσο συνάντησε ξανά μια διοίκηση με έλλειψη φιλοδοξιών και... στενή τσέπη. Άντεξε μέχρι την πρωτοχρονιά του 1954.

Ένα πέρασμα από την νέα στις επαγγελματικές κατηγορίες Γουόρκινγκτον Τάουν, σε μια πόλη με πληθυσμό μόλις 30.000 φανατικών με το ράγκμπι και στόχο την επιβίωση, ήταν αρκετό για να του τονώσει ξανά το ηθικό. Ο «Σανκλς» είδε τιμιότητα στην ομάδα και αποφάσισε να τη βοηθήσει. Επενδύοντας στο ταλέντο, η δεύτερη ομάδα της Γουόρκινγκτον πήρε το όνομα «Σάνκλι Μπέιμπς» και παιδιά από τις τριγύρω πόλεις προσπαθούσαν να ενταχθούν στο κλαμπ για να δουλέψουν με τον θαυματουργό προπονητή. Παρά τις υψηλές πτήσεις και τις προοπτικές ανόδου, η διοίκηση του ανακοίνωσε ότι δεν θα επενδύσει καθόλου χρήματα σε εγκαταστάσεις και παίκτες, γκρεμίζοντας ξανά το όραμά του. Έτσι, αποφάσισε να γίνει βοηθός του πρώην συμπαίκτη του, Άντι Μπίτι στη Χάντερσφιλντ, στην πρώτη κατηγορία. Ο Σάνκλι ανέλαβε τις ρεζέρβες, κάνοντάς τες τόσο ανταγωνιστικές που λεγόταν μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι θα μπορούσαν να πετύχουν καλύτερα αποτελέσματα από την πρώτη ομάδα. Έντεκα μήνες μετά ο Μπίτι απομακρύνθηκε και το καμάρι του Γκλένμπακ ανέλαβε την πρώτη ομάδα. Θιασώτης του δόγματος «αν είσαι αρκετά καλός, είσαι και σε καλή ηλικία», το οποίο ενστερνιζόταν και ο Μπάσμπι, έριξε στη μάχη αρκετά πιτσιρίκια και δέχθηκε κριτική για τις επιλογές του. Μεταξύ τους και ο 16χρονος τότε Ντένις Λο.

Ο προπονητής έγινε κάτι σαν πατρική φιγούρα. Δεν υπήρχε «Κύριος Σάνκλι». στα αποδυτήρια. Τις μέρες εκείνες επιστράτευσε περισσότερο και το χιούμορ του, διατηρώντας ένα εκπληκτικό κλίμα. «Ένα χαρούμενο κλαμπ είναι και επιτυχημένο», έλεγε. Όμως ξανά, είδε τη διοίκηση να μην ακολουθεί τις συμβουλές του για προσθήκη ποιότητας στο ταλέντο. Μάλιστα, έπρεπε να δεχθεί την πώληση ορισμένων από τους πιο ταλαντούχους παίκτες του για να χρηματοδοτηθεί το νέο γήπεδο. Αλλά πλέον, σε μια ομάδα που λίγες δεκαετίες πριν έκανε πρωταθλητισμό, το όνομά και η δουλειά του ακούγονταν περισσότερο. Έτσι, σε ένα ματς με την Κάρντιφ τον Οκτώβριο του 1959 κάποιος τον ρώτησε αν θέλει να αναλάβει την καλύτερη ομάδα της χώρας. Ο Σάνκλι απάντησε: «Τι; Τα παρατάει ο Μπάσμπι;» Ο πρόεδρος Τ.Β Γουίλιαμς χαμογέλασε. Είχε καταλάβει ότι ο παθιασμένος Σκωτσέζος με τη φόρμα ήταν εκείνος που θα επανέφερε τη Λίβερπουλ στο δρόμο της δόξας.

image
image

Περνώντας τις πύλες του Άνφιλντ

Όταν ο Σανκς ανέλαβε τους Ρεντς, ο σύλλογος παράπαιε. Ήταν στην δεύτερη κατηγορία τα τελευταία τέσσερα χρόνια, σε πολύ κακή κατάσταση, με το Άνφιλντ και το προπονητικό στο Μέλγουντ να ρημάζουν και το προ δεκαετίας πρωτάθλημα να φαντάζει μακρινή ανάμνηση. Ο Σάνκλι είχε παίξει αρκετές φορές στο γήπεδο του Λίβερπουλ, όμως η εικόνα που αντίκρισε εκείνη την παγωμένη Δευτέρα στις 14 Σεπτεμβρίου ήταν αποκαρδιωτική. Ακολουθούσε την πορεία της πόλης, η οποία έβλεπε το μεγάλο λιμάνι της σταδιακά να παρακμάζει και τις δουλειές να μειώνονται. Πτωτική ήταν η πορεία και της Έβερτον, η οποία ωστόσο διατηρούταν στην πρώτη κατηγορία. Το Γκούντισον Παρκ είχε μεγαλύτερη ζωντάνια από το Άνφιλντ. Παρά τα προβλήματα όμως, ο νέος τεχνικός έβλεπε προοπτική. Και ο βασικός λόγος ήταν η οπαδική βάση! Η σύζυγός του, Νες, παρότι δεν ήθελε να φύγει από το Χάντερσφιλντ, του το είπε από την πρώτη στιγμή: «Αν θέλεις να προπονήσεις στην πρώτη κατηγορία, η Λίβερπουλ είναι το καλύτερο στοίχημα που μπορείς να βάλεις».

Από τη μέρα της παρουσίασής του, ο Σάνκλι κατάφερε να εμπνεύσει ολόκληρο το κόκκινο μέρος του Μέρσεϊσαϊντ. Απευθύνθηκε ειλικρινά στον κόσμο και τόνισε πως: «Δεν κάνω καμία υπόσχεση εκτός από αυτή: Θα δώσω τα πάντα σε αυτή τη δουλειά». Ένιωθε στο πετσί του τις δυσκολίες από την ύφεση στην πόλη. Το είχε βιώσει στη χώρα του, βλέποντας τους ιδιοκτήτες ορυχείων να πετούν στο δρόμο οικογένειες και ολόκληρες κοινότητες. Η σχέση του με την εργατική τάξη ήταν κάτι παραπάνω από στενή. Ο δικός του «κόκκινος στρατός» όμως θα έφερνε την επανάσταση που οραματιζόταν προκειμένου να δώσει «σε αυτούς τους σπουδαίους ανθρώπους την σπουδαιότερη ομάδα του κόσμου». «Ένας προπονητής πρέπει να προσδιορίζει τον εαυτό του σε συνάρτηση με τον κόσμο, επειδή το ποδόσφαιρο είναι ολόκληρη η ζωή τους», έγραφε στην αυτοβιογραφία του. To γραφείο του ήταν πάντα ανοιχτό γι' αυτούς, συζητώντας μαζί τους για ποδόσφαιρο και ακολουθώντας την τακτική που πρωτοεφάρμοσε στην Κάρλαϊλ.

Πρώτη του δουλειά ήταν η αξιολόγηση του προπονητικού τιμ. Οι Μπομπ Πέισιλι, Τζο Φάγκαν και Ρούμπεν Μπένετ δέχτηκαν με χαρά τη φιλοσοφία του και έκαναν αμέσως κτήμα τους τη φράση-κλειδί: «Θέλω όλοι να είναι πιστοί ο ένας στον άλλον». Στο πρόσωπο του Πέισλι βρήκε τον τέλειο ασίσταντ, τον άνθρωπο που θα στήριζε το έργο του.

Ο Σανκς σήκωσε μανίκια. Εξήγησε ότι η μετάβαση θα χρειαστεί μια-δυο σεζόν και ξανασυντόνισε μια ομάδα εργασίας από παίκτες, οπαδούς και μέλη του προπονητικού τιμ προκειμένου να ανακαινιστεί το γήπεδο και το προπονητικό. Δούλευε μέρα-νύχτα, επιβλέποντας τα πάντα σε όλα τα επίπεδα. Ο ενθουσιασμός του είχε συνεπάρει τους πάντες. «Έμαθα περισσότερα σε τρεις μήνες μαζί του, από ότι τα προηγούμενα επτά χρόνια», δήλωσε ο αρχηγός Ρόνι Μόραν. Όμως και πάλι, βρήκε μπροστά του μια διοίκηση που δεν του έφερνε τους παίκτες που θα ήθελε. Όταν η ομάδα τερμάτισε για δεύτερη σεζόν τρίτη στην Second Division, ήταν στα όρια της παραίτησης. Ο Μπάσμπι τον συμβούλευε να μείνει και το καλοκαίρι του 1961, ο Τζον Μουρς, επενδυτής για χρόνια τόσο στη Λίβερπουλ όσο και στην Έβερτον, έπεισε τον οικονομικό διευθυντή της εταιρείας του να αναλάβει πόστο στο διοίκηση. Ο Σόγιερ ταίριαξε αμέσως με τον Σάνκλι, έβαλε τάξη στα οικονομικά και κατάλαβε ότι είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να αλλάξει τα πράγματα. Τον στήριξε, λοιπόν, με όλες του τις δυνάμεις. Αργότερα, ο Σάνκλι θα έλεγε ότι: «Ο Έρικ Σόγιερ ήταν το ξεκίνημα της Λίβερπουλ».

Με την αμέριστη συμπαράστασή του, έφερε στο Άνφιλντ τον «καλύτερο επιθετικό της Σκωτίας», τον Ίαν Σεντ Τζον από τη Μάδεργουελ, καθώς και τον θηριώδη κεντρικό αμυντικό της Νταντί Ρον Γέιτς. Ήταν οι σημαντικότερες μεταγραφές. Εκείνες που ανέβασαν τους υπόλοιπους και βοήθησαν το σύλλογο να επιστρέψει στην μεγάλη κατηγορία ως πρωταθλήτρια. Ο Σάνκλι είχε ήδη γίνει σύνθημα στο Kop. Εκείνος τους έλεγε και τους ξανάλεγε πως η ομάδα τους είναι η σπουδαιότερη στον κόσμο, την ώρα που Ρεντς ανέβαιναν με τις καλύτερες συνθήκες. Το καλοκαίρι πρόσθεσαν ποιότητα στη μεσαία γραμμή τους με τον Γουίλι Στίβενσον από τους Ρέιντζερς και οχύρωσαν την εστία με τον Τζιμ Φουρνέλ από την Μπέρνλι. Είχαν κάποιες δυσκολίες στην προσαρμογή τους στην πρώτη κατηγορία, ωστόσο η 8η θέση δεν ήταν καθόλου κακή, σε συνδυασμό με την πορεία μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου. Η Έβερτον πήρε πρωτάθλημα.

Ο Σάνκλι, ο οποίος έφερε τον Πίτερ Τόμπσον από την Πρέστον, υποσχέθηκε ότι την σεζόν 1963-64 θα είναι η σειρά των Ρεντς. Ήξερε ότι η ομάδα πλέον ήταν έτοιμη. Έκανε τεράστια δουλειά στην ψυχολογία, προκειμένου να πιστέψουν άπαντες ότι για να φορούν τη φανέλα της Λίβερπουλ, είναι οι καλύτεροι. Το ομαδικό πνεύμα που είχε εμφυσήσει, σε συνδυασμό με την τρομακτική φυσική κατάσταση που έφεραν οι προπονητικές του μέθοδοι, ήταν δύο ακόμα στοιχεία-κλειδιά. Η Λίβερπουλ έπαιζε χωρίς φόβο. «Διαμόρφωσε το στιλ μας, έχτισε την αυτοπεποίθηση του καθενός σε ατομικό επίπεδο και μας είχε σε τόσο καλή φυσική κατάσταση κάθε εβδομάδα, που ήμασταν τρομακτικοί», έλεγε στη συνέχεια ο Ρον Γέιτς. Και το 5-0 επί της Άρσεναλ μπροστά σε 50.000 κόσμο στις 18 Απριλίου, έφερε το πρωτάθλημα πίσω στο Άνφιλντ για πρώτη φορά μετά από 17 χρόνια. Εκτός από τη μουσική και τις τέχνες, η πόλη ήταν στο επίκεντρο ξανά και για το ποδόσφαιρο. «We love you yeah, yeah, yeah», παραληρούσε το πλήθος προς τον προπονητή της επιστροφής.

image

The Liverpool Way

H επόμενη σεζόν, ήταν δύσκολη, με δεδομένες τις υποχρεώσεις στο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης, αλλά και στο FA Cup. Ο Σάνκλι έκανε πραγματικότητα το όνειρο των Λιβερπούντλιανς να κάνουν επίδειξη δύναμη στο Λονδίνο και τους... μαλθακούς νότιους, οδηγώντας την ομάδα στον τελικό του Κυπέλλου στο Γουέμπλεϊ. Εκεί, νικώντας την Λιντς στην παράταση, έφερε για πρώτη φορά στην ιστορία του κλαμπ την εγχώρια κούπα στο Άνφιλντ. Αποκλείστηκε δύσκολα στα ημιτελικά της Ευρώπης από την Ίντερ του θρυλικού Ελένιο Ερέρα, ενώ στο Πρωτάθλημα, το οποίο άφησε σε δεύτερη μοίρα, τερμάτισε έβδομη. Ο Σκωτσέζος ήταν αποφασισμένος να ρεφάρει.

Τη σεζόν 1965-66 οι Ρεντς κατέκτησαν ξανά το Πρωτάθλημα, όπως είχε υποσχεθεί ο προπονητής στον κόσμο, έχοντας highlight τη συντριβή με 5-0 της συμπολίτισσας Έβερτον. Έφτασαν και στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, όπου όμως έχασαν από την Nτόρτμουντ στο Χάμπντεν Παρκ της Γλασκόβης. Η ευρωπαϊκή επιτυχία που τόσο ήθελε ο Σάνκλι ξεγλίστρησε ξανά από τα χέρια του. Τότε κατάλαβε ότι η ομάδα χρειαζόταν ανανέωση. Προβληματίστηκε πολύ. Πώς λες σε μέλη της οικογένειάς σου ότι πρέπει να αποχωρήσουν, για να πάρουν άλλοι τη σειρά τους;

Ο Σανκς υποσχέθηκε ανοικοδόμηση προκειμένου ο σύλλογος να είναι έτοιμος για τη δεκαετία του 70'. Aπό το 1966 μέχρι το 1973 η Λίβερπουλ δεν κατέκτησε τίποτα, διατηρώντας ωστόσο το στάτους της μεγάλης ομάδας, που προκαλούσε σεβασμό στους πάντες. Στο εσωτερικό της, λάμβανε χώρα η διαδικασία ανανέωσης. Όχι με ακριβές μεταγραφές, αλλά με τον τρόπο του Σάνκλι. Εκ των έσω. Προσέλαβε τον Βορειοιρλανδό Τζέοφ Τουέντιμαν ως αρχισκάουτ και άρχισε να γεμίζει ταλέντο τις ρεζέρβες. Κράτησε τις απολαβές όλων σε λογικά πλαίσια, ενώ φρόντισε κανείς στην πρώτη ομάδα να μην παίρνει παραπάνω από τους συμπαίκτες του. Στη Λίβερπουλ πήγαινες για τη φανέλα, όχι για να γίνεις μισθοφόρος. Δίδαξε την πειθαρχία στους νεότερους και απαιτούσε από τους πάντες στο σύλλογο, από τους παίκτες μέχρι τους φροντιστές, να δίνουν το 100% για τον οργανισμό μέσα στον οποίο ζούσαν. «Κάθε παίκτης στην ομάδα μου πρέπει να παίζει γι' αυτήν, όχι για τον εαυτό του. Εδώ κάνουμε τα πάντα συλλογικά. Έχουμε συγκεκριμένους παίκτες, σε συγκεκριμένες θέσεις. Δεν περιπλέκουμε τα πράγματα, έτσι ώστε κάθε ποδοσφαιριστής να έχει συγκεκριμένες δουλειές στο γήπεδο», έλεγε ο Μπιλ.

Ήταν η δική του μικρή κοινωνία και η εξέλιξη ερχόταν με τον τρόπο που ήθελε. Τον τρόπο του Άνφιλντ. «Σεβόμασταν τον Σάκλι και εκείνος εμάς. Όλοι σεβόμασταν τους οπαδούς που μας επέστρεφαν το σεβασμό. Είχαμε γίνει η απόλυτη ομάδα», τόνιζε ο Μπράιαν Χολ. Ο Τζον Τόσακ, ο Κέβιν Κίγκαν, ο Πίτερ Κόρμακ, ο Άλαν Γουόντλ, όλοι πέρασαν από την ομάδα ρεζερβών που είχε αναλάβει ο Φλάγκαν και προετοιμάζονταν για την επόμενη μέρα του κλαμπ. Η ανανέωση περιελάμβανε ξανά και το γήπεδο και το προπονητικό κέντρο και έχοντας ήδη δείξει από τις αρχές της δεκαετίας του 70' την προοπτική της, η Λίβερπουλ μπήκε στη σεζόν 1972-73 έτοιμη για μεγάλα πράγματα.

image

Η επιστροφή στους τίτλους

Η Λίβερπουλ είχε ένα ακόμα κίνητρο για να επιστρέψει στην κορυφή. Έπρεπε να το κάνει για τον κόσμο της, ο οποίος περνούσε δύσκολες μέρες. Ο Σάνκλι υπενθύμιζε συνεχώς στους παίκτες του ότι έχουν υποχρέωση να δίνουν το 100% για αυτούς τους ανθρώπους, που σε εποχές μεγάλης οικονομικής αστάθειας γέμιζαν την κερκίδα. Η μηχανή των Ρεντς έμοιαζε ασταμάτητη. Ο Κίγκαν με τον Τόσακ έκαναν όλες τις άμυνες φύλλο και φτερό, ενώ πίσω τους οι επιθέσεις χτίζονταν αρμονικά και με υπομονή. Το πρωτάθλημα σφραγίστηκε την τελευταία αγωνιστική στο Άνφιλντ, απέναντι στη Λέστερ. Ο Σάνκλι κινήθηκε με σφιγμένες τις γροθιές προς το Kop, όταν ένας αστυνομικός κλότσησε ένα κασκόλ που πέταξε κάποιος προς το μέρος του. «Μην το ξανακάνεις. Αυτό εδώ είναι η ζωή κάποιου», είπε ο προπονητής προς τον ένστολο.

Το μομέντουμ ήταν στα ουράνια και πλέον είχε έρθει η στιγμή της Ευρωπαϊκής κούπας. Έχοντας τις εμπειρίες των αποκλεισμών από την προηγούμενη δεκαετία, οι Μέρσεϊσάιντερς πλέον διαχειρίζονταν διαφορετικά τα ματς, εναλλάσσοντας την τακτική τους εντός και εκτός έδρας. Άιντραχτ Φρανκφούρτης, ΑΕΚ, Ντιναμό Βερολίνου,Δυναμό Δρέσδης και Τοτεναμ υπέκυψαν, πριν οι «Κόκκινοι» βρουν μπροστά τους στον μεγάλο τελικό του Κυπέλλου UEFA την πανίσχυρη Γκλάντμπαχ, ο κορμός της οποίας αποτελούσε την Δυτική Γερμανία που είχε περάσει με 3-1 επί της Αγγλίας στο Γουέμπλεϊ. Ο πρώτος αγώνας του Άνφιλντ διεκόπη λόγω βροχής.

Ο Σάνκλι είχε αφήσει εκτός τον Τόσακ, κάνοντάς τον έξαλλο, αφού είχε ακούσει πως η άμυνα των «Πουλαριών» ήταν πολύ καλή στον αέρα. Το ματς διεξήχθη την επόμενη μέρα και ο Σανκς πήρε τηλέφωνο τον επιθετικό του. «Γεια σου, γιε μου. Ελπίζω να μην έχεις πέσει για ύπνο. Υπάρχουν πολλές πιθανότητες να παίξεις αύριο!». Το δίδυμο Τόσακ-Κίγκαν ξεκίνησε και συνέτριψε την γερμανική άμυνα. Το 3-0 του Άνφιλντ χάρισε στους Ρεντς την κούπα, αφού στη ρεβάνς έχασαν με 2-0. Ο θρύλος του πλέον αποκτούσε τεράστιες διαστάσεις. Το Πρωτάθλημα και το UEFA έδωσαν στον Σανκς το πρώτο και μοναδικό βραβείο του προπονητή της χρονιάς.

image

Το boot room και οι μικρές λεπτομέρειες

Βρισκόταν κάτω από την κερκίδα του Άνφιλντ και είχε μέσα καλάθια απλύτων, φανέλες και σκόρπια ποδοσφαιρικά παπούτσια. Η σημασία του όμως απέκτησε με τα χρόνια μυθικές διαστάσεις. Ήταν το... πολεμικό στρατηγείο του Σάνκλι και του επιτελείου του, εκεί όπου κλειδώνονταν με τις ώρες και συζητούσαν αποκλειστικά και μόνο ποδοσφαιρικά ζητήματα. Και όπως αναφέρουν κάποιοι, στις κρυψώνες του υπήρχαν μπουκάλια με τζιν για τις δύσκολες στιγμές ή κιβώτια με μπύρες. Ήταν ένα μέρος ιερό, όπου για να περάσεις το κατώφλι του έπρεπε να λάβεις πρόσκληση. «Νευραλγικό κέντρο του συλλόγου», το αποκάλεσε ο συγγραφέας Τομ Ντάρμπι.

««Κατά καιρούς επιπλωνόταν πολυτελώς, όπως για παράδειγμα ένα ξεχαρβαλωμένο παλιό τραπέζι και μερικές πλαστικές καρέκλες, ένα τσαλακωμένο χαλί στο πάτωμα και ένα ημερολόγιο στον τοίχο, το οποίο αργότερα θα στολιζόταν με φωτογραφίες, σκισμένες από περιοδικά, γυμνόστηθων μοντέλων» Δύσκολα καταλάβαινες ότι ήταν μέρος ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου», έγραφε ο Τζο Φάγκαν. Μαζί με τους Μπομπ Πέισλι και Σκοτ Μπένετ ήταν «τα παιδιά του boot room», εκείνοι που πλαισίωσαν τον Σανκς από το ξεκίνημα, του έβαλαν πλάτη και συνδύασαν τις προσωπικότητές τους για το τελικό αποτέλεσμα. «Εκπαιδεύτηκαν», ο καθένας με τη σειρά του, προκειμένου να συνεχίσουν το έργο του προκατόχου τους και να πετύχουν ομαλή μετάβαση στην τεχνική ηγεσία. Από κοντά και ο Ρόνι Μόραν, ο αρχηγός που κέρδισε το εισιτήριο του για το δωματιάκι. Ο Μπιλ επέτρεψε, στη μετά 70s περίοδο και στον Σόντερς, προκειμένου το πρότζεκτ να συντονιστεί με τον καλύτερο τρόπο από όλες τις πλευρές.

Αρκετοί υποβάθμισαν τη σημασία του στρατηγικού χώρου στην καρδιά του Άνφιλντ, όμως τα τα 13 Πρωταθλήματα, τα 4 FA Cup, τα 5 League Cup και οι έξι ευρωπαϊκές Κούπες που κατακτήθηκαν αποδεικνύουν τη σημασία του στο εσωτερικό του συλλόγου. Το boot room επέζησε για σχεδόν 40 χρόνια και συνδυάστηκε με τη χρυσή εποχή των Ρεντς. Οι Πέισλι, Φάγκαν και Έβανς διατήρησαν την παράδοση του χώρου, ενώ το συνέχισε και ο Κένι Νταλγκλίς, ο οποίος είχε σιγά-σιγά μπει στη λογική του από τους προκατόχους του, χωρίς όμως να έχει ακολουθήσει τη διαδικασία μύησης και έχοντας ήδη αρχίσει να εφαρμόζει αλλαγές στο κλαμπ. Ο Σούνες το κατάργησε, μετατρέποντάς το σε μικρή αίθουσα Τύπου.

Το boot room ήταν μόνο μία από τις καινοτομίες του Σάνκλι, αλλά η πιο φημισμένη. Ο Σανκς υιοθέτησε αρκετές μικρές λεπτομέρειες που είχαν τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο στο κλαμπ. Πριν το ευρωπαϊκό ματς με την Άντερλεχτ τη σεζόν 1964-65 εισήγαγε την ολοκόκκινη στολή (φανέλα-σορτς), προκειμένου να δείχνουν οι παίκτες του πιο επιβλητικοί. Η ιδέα του προήλθε από την ολόλευκη εμφάνιση της Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία θεωρούσε πως της έδινε ψυχολογικό πλεονέκτημα απέναντι στους αντιπάλους της. Πριν από ένα ματς με την Τσέλσι, όταν είδε το κόκκινο πλήθος που είχε ταξιδέψει στο Λονδίνο, ζήτησε από τους «Μπλε» 500 έξτρα εισιτήρια και υποσχέθηκε ότι θα τα επιστρέψει στη ρεβάνς. Έτσι, βγήκε μπροστά στον κόσμο ο ίδιος και άρχιζε να τους μοιράζει μαγικά χαρτάκια!

Ο Σκωτσέζος ήταν εκείνος που έκανε το «You 'll Never Walk Alone» ύμνο. Επί των ημερών του τοποθετήθηκε η επιγραφή "This is Anfield", για να προκαλεί δέος στον αντίπαλο. Έκανε πιο χαμηλή την πόρτα των αποδυτηρίων των γηπεδούχων για να δείχνουν οι παίκτες του ψηλότεροι και συνεχώς μείωνε στους ποδοσφαιριστές του τους αντίπαλους, κάνοντάς τους να βάλουν καλά στο μυαλό τους ότι κανείς δεν είναι ισχυρότερος από αυτούς. Η ψυχολογική διαχείριση των παικτών και η αμεσότητά του με τον κόσμο ήταν πραγματικά σπάνιες. Οι ιστορίες από τους οπαδούς είναι χιλιάδες, αποδεικνύοντας του λόγου το αληθές. Ποτέ ξανά μια ομάδα δεν είχε τέτοιο δεσμό με τη βάση της.

image

Το τέλος

Η σεζόν 1973-74 ήταν η τελευταία του Μπιλ Σάνκλι στο Άνφλιντ. Μολονότι έκανε πολύ καλή πορεία, η Λίβερπουλ τερμάτισε δεύτερη, πίσω από την Λιντς του Ντον Ρίβι. Ωστόσο, δεν ήταν γραφτό να αποχαιρετήσει με άδεια χέρια. Η ομάδα, μαζί με τις ορδές των οπαδών της, κατέβηκε ξανά στο Γουέμπλεϊ για να αντιμετωπίσει στον τελικό του FA Cup τη Νιούκαστλ. Δύο γκολ του Κίγκαν και ένα του Χάιγουεϊ σφράγισαν το 3-0. Οι διηγήσεις όσων έζησαν από κοντά τον τελικό, αναφέρουν ότι στο γήπεδο του Λονδίνου δεν έχει δημιουργηθεί ποτέ ξανά ανάλογη ατμόσφαιρα. Στα ίδια επίπεδα ήταν η κατάσταση στο Λίβερπουλ. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους για να αποθεώσουν τους Κυπελλούχους. Ο Σάνκλι βγήκε μπροστά στο St. George's Hall και με μια του κίνηση, επικράτησε σιγή. «Ο πρόεδρος Μάο ποτέ του δεν είδε μεγαλύτερη έκφραση της κόκκινης δύναμης από ό,τι σήμερα». Το πλήθος ξέσπασε σε πανηγυρισμούς και άρχισε να τραγουδά το You "ll Never Walk Alone. Δεν φανταζόταν ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που ο δικός τους Μπιλ θα τους έκανε να ανατριχιάσουν.

Το «αντίο» ανακοινώθηκε στις 12 Ιουλίου του 1974, όταν τα ΜΜΕ είχαν συγκεντρωθεί για την παρουσίαση του Ρέι Κένεντι. Άπαντες έχασαν τη γη κάτω από τα πόδια τους. «Δεν είναι μια απόφαση που πήρα σε μια νύχτα. Ήταν στο μυαλό μου τους τελευταίους 12 μήνες και αποφάσισα ότι έφτασα η ώρα να ξεκουραστώ από το παιχνίδι, το οποίο υπηρέτησα 43 χρόνια. Η σύζυγός μου κι εγώ αποφασίσαμε ότι χρειάζομαι ξεκούραση». Η θλίψη που έφερε στο Λίβερπουλ ο θάνατος του Τζον Λένον, σύμφωνα με τον Τομ Ντάρμπι, δεν συγκρινόταν καν με αυτό που επικράτησε στην πόλη στο άκουσμα της είδησης. «Ήταν σαν να χάσαμε κάποιον στην οικογένειά μας», περιέγραψε o Τόνι Κάλαχαν, «μπαρουτοκαπνισμένος» Kopite. Μολονότι έφυγε χωρίς να πετύχει ό,τι οι συμπατριώτες του Ματ Μπάσμπι και Τζοκ Στέιν, να κατακτήσει δηλαδή το Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης, έβαλε τα θεμέλια για να το κάνει ο Μπόμπ Πέισλι.

Στην αρχή, ο κόσμος δεν το πίστεψε. Στη συνέχεια, άρχισε να κάνει υποθέσεις για βαθύτερους λόγους πίσω από την αποχώρησή του. Η φήμη ότι ο πρόεδρος Τζον Σμιθ θεωρούσε τον Σκωτσέζο «παλιομοδίτη» είχε δει το φως της δημοσιότητας καιρό πριν και αρκετοί του έριξαν την ευθύνη. Ο Σανκς δεν ήταν πια το απόλυτο αφεντικό, δεν καθόριζε την εικόνα της ομάδας στα Media και τους μισθούς στους παίκτες. Δεν τον καλούσαν στα συμβούλια. Ο Σμιθ όμως του πρόφερε τη θέση του general manager, προκειμένου να μείνει στο σύλλογο, αλλά ο Σάνκλι αρνήθηκε. Επιθυμούσε, σύμφωνα με τους ιστορικούς, θέση στο Δ.Σ, όπως είχε γίνει με τον Μπάσμπι. Όλα αυτά τα χρόνια δεν νοιάστηκε ποτέ για τους δικούς του μισθούς και στα 61 του, έπρεπε να βρει κάποια πηγή εσόδων μέχρι τα 65 που θα έπαιρνε σύνταξη.

Ο αειθαλής manager ήταν σαν θηρίο στο κλουβί. Ήταν εκείνος που πρότεινε τον Πέισλι, προκειμένου να συνεχίσει το έργο του, όμως εξέφραζε τακτικές διαφωνίες και μιλούσε στους παίκτες στο Μέλγουντ, όπου οι Ρεντς του επέτρεψαν την πρόσβαση προκειμένου να διατηρείται σε φόρμα. Ο σύλλογος του ζήτησε να σταματήσει και αρκετοί οπαδοί διαφώνησαν. Ο περήφανος Σκωτσέζος δεν μπήκε σε διαβουλεύσεις. Συνέχισε να κάνει κάποιες δουλειές μέχρι να συνταξιοδοτηθεί. Συμβούλευε τον Χάουαρντ Κένταλ στην Έβερτον, ενώ έκανε το ίδιο και στην Τρανμίρ, που προσέλαβε τον Ρον Γέιτς. Η παρουσία του εκεί έκανε αρκετούς φανατικούς Ρεντς να πηγαίνουν στο γήπεδο για να τον δουν. Πολλοί ήταν οι προπονητές που έψαχναν τη συμβουλή του. Βρέθηκε στο πλάι του Τόσακ στη Σουόνσι και έδωσες ομιλίες στους παίκτες της Γιουνάιτεντ όταν είχε προπονητή τον Τομ Ντόχερτι.

Ό,τι και να γινόταν με την επίσημη Λίβερπουλ, ο Σάνκλι ήταν πάντα ο βασιλιάς του Άνφιλντ για τον κόσμο, o oποίος δεν τον ξέχασε ποτέ. Aργότερα, το όνομά του θα κοσμούσε τις θύρες μπροστά από την κερκίδα του Άνφιλντ Ρόουντ και το άγαλμά του θα θύμιζε σε όλους τους επισκέπτες ποιος θεράπευσε τα πληγωμένα φτερά του Liver Bird. Τη μέρα του θανάτου του, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1981, όλη η πόλη έπαψε να χαμογελά, ακολουθώντας τον στο τελευταίο του ταξίδι. Ο άνθρωπος που τους έκανε ευτυχισμένους δεν ήταν πια εδώ. Η κληρονομιά του όμως, ζει στις κερκίδες του Άνφιλντ και στους δρόμους του Λίβερπουλ. Και όταν το «You 'll Never Walk Alone» δονεί την ατμόσφαιρα, από κάπου χαμογελά, χειροκροτώντας τα «παιδιά» του.

image