11 «άγνωστες» δημοσιογραφικές ιστορίες για τον Ζοτς

11 «άγνωστες» δημοσιογραφικές ιστορίες για τον Ζοτς

Gazzetta team

Είναι από τις ελάχιστες φορές στην ιστορία του αθλητισμού που όσες φορές κι αν δεις το ίδιο «έργο», πάλι με την ίδια προσμονή θα το περιμένεις.

Από τις περιπτώσεις εκείνες που μια επιστροφή ενός ανθρώπου προκαλεί πολύ πιο έντονα συναισθήματα απ' ό,τι το ίδιο το παιχνίδι.

Τι κι αν ο Παναθηναϊκός περιμένει τη Φενέρ και μια νίκη μπορεί να ισοδυναμεί με μισή πρόκριση, η επιστροφή του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στο ΟΑΚΑ εξιτάρει περισσότερο, ενθουσιάζει περισσότερο, προκαλεί συναισθήματα που όμοιά του δύσκολα συναντάμε στην παγκόσμια αθλητική ιστορία.

Πόσο μάλλον, αν αναλογιστούμε, ότι δεν είναι καν η 1η φορά…

Ο Ζοτς αντιμέτωπος για 3η φορά μπροστά στο κοινό που λάτρεψε και τον λάτρεψε λοιπόν και το gazzetta.gr επέλεξε ένα διαφορετικό αφιέρωμα για να σας βάλει το κλίμα της... συναισθηματικής φόρτισης.

Ζήτησε μια προσωπική ιστορία από 11 δημοσιογράφους, ανθρώπους που λίγο ή πολύ έζησαν από κοντά τα 13 «μαγικά» χρόνια του Ομπράντοβιτς, μια στιγμή που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στο μυαλό τους!

image

Ζέλικο με τα πράσινα, ποιον αγαπάς καλύτερα!

Βασίλης Σκουντής (Gazzetta.gr, Goalnews, OTETV)

Περισσότερο από προπονητής (και μάλιστα σπουδαίος προπονητής ο μπαγάσας, προφανώς ο κορυφαίος στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ) ο Ζέλικο είναι άνθρωπος: δεν εννοώ καλός άνθρωπος, για να του προξένευε κανείς (προτού παντρευτεί και φτιάξει οικογένεια) την αδερφή του ή κακός για να τον σιχαίνεσαι και να τον καταριέσαι, αλλά απλώς άνθρωπος!

Στην προκειμένη περίπτωση, άνθρωπος πάει να πει το αυτονόητο: ένας θνητός που επειδή δεν ξέρει τι του επιφυλάσσει η μοίρα και μέχρι πότε θα είναι καλή μαζί του, θέλει να ζει τη ζωή του, όσο περισσότερο μπορεί. Να δρέπει τους καρπούς της, να ρουφάει τους χυμούς της, να χάνεται στο πλήθος, σαν να μην είναι αυτός ο μέγας μάγιστρος του μπάσκετ, αλλά ένας που δεν τον ξέρει η μάνα του...

Είχα την ευκαιρία, την τύχη, το προνόμιο και την τιμή (που βεβαίως αναδείχθηκε σε ύστερο χρόνο) να είμαι ο πρώτος που τον... εξομολόγησα! Πάνε είκοσι εννιά χρόνια από τότε, όταν τον συνάντησα για πρώτη φορά και μάλιστα από... σπόντα! Είχα ταξιδέψει τον Οκτώβριο του '87 στην πανέμορφη πόλη των δαλματικών ακτών με την ομάδα γουότερ πόλο της Βουλιαγμένης για τους αγώνες του προκριματικού ομίλου του Κυπέλλου Κυπελλούχων, ελόγου του βρισκόταν εκεί με την Παρτίζαν (η οποία προσεχώς θα αντιμετώπιζε τον Αρη στην εξάδα του Κυπέλλολυ Πρωταθλητριών, καθ' οδόν προς τη Γάνδη) για τον αγώνα του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος με τη Γιουγκοπλάστικα και εκεί, στο σαλόνι ενός ξενοδοχείου με θέα τους φοίνικες και το παλάτι του Διοκλητιανού έγινε η μοιραία συνάντηση...

Τότε κατάλαβα τι... κουμάσι ήταν! Δεν χάιδεψα βεβαίως καμιά μαγική σφαίρα για να προβλέψω τα μελλούμενα, αλλά μου έκανε εντύπωση η ευστροφία του και επειδή ο ίδιος πάντοτε αυτοσαρκάζεται για το ποιόν του ως παίκτη (χωρίς ωστόσο να ήταν του πεταματού, κάθε άλλο...) , χωριό που φαίνεται κολαούζο δεν θέλει!

Δεν είχα καμιά αμφιβολία πως ο τετραπέρατος παίκτης που ευλογήθηκε πρώτα από τον Μάλκοβιτς (ο οποίος τον συνέστησε στην ευρύτερη πιάτσα των «Πλάβι», προτού γίνει το νταλαβέρι με τον Ντούντα και με τον συχωρεμένο τον προφέσορα Ατσα Νίκολιτς) θα μας απασχολούσε στο μέλλον ως προπονητής...

Μένω στο ανθρώπινο κομμάτι, αυτό που κρύβεται μέσα από τον ων ουκ έστιν αριθμό τίτλων και διακρίσεων, τα κοστούμια και τη μελιτζανί χρώμα το οποίο παίρνει η φάτσα του, όταν θυμώνει.

Στον Ζέλικο πια και όχι στον Ομπράντοβιτς που (μου είπε κάποτε) πως θα ήθελε να είναι συγγραφέας των αρχών του 20ού αιώνα, για να τριγυρίζει και να μπεκροπίνει στη Σκαντάρλια...

Στον Ζέλικο που τον είδα και (μολονότι τον είχα τσεκάρει σε κάποιες αξημέρωτες βραδιές στον Ρέμο) δεν πίστευα στα μάτια μου τον Αύγουστο του 2003, στους (τριήμερους, εξ ου και η χρήση του πληθυντικού) γάμους του Μποντίρογκα...

Τον είδα, όσο προλάβαινα ο δόλιος από την αϋπνία- αλλά ο σατανάς έπαιρνε πρέφα όσους νύσταζαν και τους πέταγε παγάκια στη μούρη- να τραγουδάει, να χορεύει πάνω στα τραπέζια, να τα αναποδογυρίζει, να κάνει καλοκαιρινό ολάκερο το Καλεμένγκταν, να χλιμιντρίζει και όταν πια δεν είχε απομείνει τίποτε όρθιο στο κέντρο, να μας στοιχίζει, να μας βάζει με το ζόρι σε ένα λεωφορείο και να μας οδηγεί στο άντρο της ακολασίας!

Κάτω στις όχθες του Σάβα, βρίσκεται μια παράγκα, όπου μαζεύονται οι ξενύχτες του Βελιγραδίου και τα κάνουν λαμπόγυαλο! Ο ίδιος είχε παραγγείλει μια μπάντα τσιγγάνων που ήρθαν με τα ακορντεόν, με τα βιολιά, με τα σέα τους και με τα μέα τους και εκείνο το γλέντι κράτησε μέχρι το μεσημέρι της επόμενης μέρας, αλλά κανείς δεν το πήρε χαμπάρι διότι ο αθεόφοβος ο Ζέλικο είχε κατεβάσει τις κουρτίνες ώστε να μην μπαίνει το φως του ήλιου!

Είχε φροντίσει επίσης να κατεβάσει στην παράγκα όλα τα αποθέματα «κηροζίνης» (όπως αποκαλεί κατ' ευφημισμόν το ουίσκι) της Σερβίας και επειδή όπως λέει και ο Ιβκοβιτς «να το πιούμε όλο το μπουκάλι αγάπες μου, είναι ντροπή να αφήνουμε κάβα») δεν ξέμεινε ούτε σταγόνα...

Την τελευταία την ήπιε ο ίδιος, συνοδεύοντας στα φωνητικά τους τσιγγάνους που έπαιζαν το «Μαρία με τα κίτρινα, ποιον αγαπάς καλύτερα»!

image

«Μπες και μη φοβάσαι τίποτε»

Νίκος Παπαδογιάννης (Gazzetta.gr)

Tο στρατηγείο του Ζέλικο Ομπράντοβιτς και του Δμήτρη Ιτούδη στο κλειστό του Σπόρτιγκ ήταν ένα αρχαίο δωματιάκι στα έγκατα της γης, πιο μέσα κι από τα στενόχωρα αποδυτήρια. Δεν έμπαινε κανείς εκεί, παρά μόνο μετά από πρόσκληση του ίδιου του Ζοτς.

«Ελα μέσα και κάτσε όσο θέλεις», μου είπε ο Σέρβος. «Μείνε μέχρι να φύγει το πλήθος».

Είχε προηγηθεί σοκαριστική ήττα του Παναθηναϊκού, εντός έδρας, στον πρώτο ημιτελικό των πλέι-οφ του 2003, με αντίπαλο το ταπεινό Περιστέρι.

Ο αποκλεισμός απείχε πια ένα βήμα και ο Ζέλικο είχε τις άγριες σκασίλες του. Αυτό δεν τον εμπόδισε να προσφέρει άσυλο στον κυνηγημένο δημοσιογράφο.

Προσοχή, το αφιονισμένο πλήθος δεν το αποτελούσαν οπαδοί του αντιπάλου, αλλά του ίδιου του Παναθηναϊκού. Πρώτος ανάμεσα στους αλαλάζοντες ήταν ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της εταιρίας, Θανάσης Γιαννακόπουλος.

Ευτυχώς, ο αδελφός του, ο Παύλος, βρισκόταν στην αντίπερα όχθη –αυτή των ψύχραιμων- και προθυμοποιήθηκε να ανοίξει την πόρτα των αποδυτηρίων της ομάδας. Τον υιό Δημήτρη δεν τον θυμάμαι στο Σπόρτιγκ.

Ο Ομπράντοβιτς δεν με γνώριζε παρά ελάχιστα. Ωστόσο, έκανε το σωστό και κέρδισε την παντοτινή μου εκτίμηση. Τον ευχαρίστησα μέσα από την καρδιά μου και είδα το πρόσωπό του να φωτίζεται από τα κοπλιμέντα.

Καλύτερα να μη μεταφέρω εδώ τα σχόλιά του για τον «υπέροχο λαό» του Παναθηναϊκού και των άλλων ελληνικών ομάδων…

Κάποιος αλήτης είχε προλάβει να σκαρφαλώσει στην κρεμαστή εξέδρα της τηλεόρασης και να μοιράσει κουτουλιές. Άλλοι έστησαν πολιορκία δεξιά κι αριστερά, με τους αστυνομικούς στον γνώριμο ρόλο των θεατών.

Οι χούλιγκανς έψαχναν να βρουν εξιλαστήριο θύμα για την απρόσμενη ήττα και το βρήκαν στο πρόσωπο του τηλεσχολιαστή. «Εσύ είπες στον Βορεάδη ότι το καλάθι ήταν εκπρόθεσμο», μου φώναζαν, ανάμεσα σε χυδαία κοσμητικά.

Το τρίποντο του Ίμπο Κουτλουάι στο φινάλε (με σκορ 82-85) ήταν όντως εκπρόθεσμο, αλλά εγώ δεν είπα τίποτε σε κανέναν Βορεάδη. Όταν ο ρέφερι κοίταξε με τρόπο προς τα πάνω, εγώ γύρισα το βλέμμα αλλού για να αποφύγω το δικό του.

Ο τετραπέρατος «Λάρι» κατάλαβε αμέσως τι σήμαινε αυτή η κίνηση και έριξε τον κύβο: «Δεν μετράει». Ο Αργύρης Πεδουλάκης έδειξε και αυτός προς την πλευρά μου («δείτε το βίντεο», υποθέτω ότι έλεγε στους διαιτητές) και, άθελά του, έστρεψε την εξέδρα εναντίον μου.

Ο τυφώνας Θανάσης ήταν ο πρώτος που έβαλε τις φωνές μέσα απ’τον αγωνιστικό χώρο. Άλλο που δεν ήθελαν οι φανατικοί για να ορμήσουν…

Όταν οι σφυγμοί έπεσαν, οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές της παρεξήγησης μου ζήτησαν συγγνώμη. Εάν δεν ήταν ο Ομπράντοβιτς και ο Παύλος, δεν ξέρω αν θα την έβγαζα καθαρή εκείνο το βράδυ στο Σπόρτιγκ.

Πολλή φασαρία για το τίποτε, τελικά. Ο Παναθηναϊκός κέρδισε τον δεύτερο ημιτελικό μέσα στο Περιστέρι με κορυφαίο τον Άριελ ΜακΝτόναλντ, κέρδισε και τον τρίτο στο Σπόρτιγκ και προκρίθηκε στους τελικούς, όπου κατέκτησε τον τίτλο με αντίπαλο την ΑΕΚ (3-1).

image

«Αν κάνουν ό,τι τους πω θα μείνουμε μαζί για πολλά χρόνια»

Γιώργος Βαλαβάνης (Καθημερινή)

Η συνήθης φράση του εμβληματικού προέδρου του Παναθηναϊκού, Παύλου Γιαννακόπουλου, όταν αντιδρούσε- ελάχιστες φορές- σε υψηλές, οικονομικές απαιτήσεις παικτών, ήταν ότι «δεν θα σας δώσω τα κλειδιά της εταιρίας» (εννοώντας την φαρμακοβιομηχανία που ηγείτο).

Και όμως, το καλοκαίρι του ’99, έκανε ακριβώς αυτή την κίνηση, όταν συμφώνησε με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς και ένα απόγευμα του Ιουνίου, είχαμε μιλήσει τηλεφωνικά από το εξοχικό διαμέρισμα του στην Βάρκιζα.

-«Άκου, παιδί μου. Με τον Σούμποτιτς έχουμε τελειώσει. Μην ακούς αυτά για τον Ιωαννίδη. Έχουμε συμφωνήσει με τον Ομπράντοβιτς...» μου είπε ορθά-κοφτά ο κύριος Παύλος που ένιωθε προσωπική ικανοποίηση να «μοιράζει» μόνος του, κάθε είδηση για την ομάδα μπάσκετ.

-«Και πως καταλήξατε στον Ομπράντοβιτς, πρόεδρε» τον ρώτησα.

-«Γιατί, μιλήσαμε μόνο δυο φορές, τηλεφωνικά και την δεύτερη, μου είπε κάτι που μου έδειξε πόσο πολύ πιστεύει στον εαυτό του. Μου είπε, δηλαδή, ότι δεν θέλει καμία παρέμβαση στην ομάδα. Θα μιλάμε μόνο μια φορά στην αρχή της χρονιάς για τον σχεδιασμό και μία στο τέλος για τον απολογισμό» μου απάντησε και τότε θυμάμαι, τον ρώτησα με την γνωστή «ατάκα» του.

-«Δηλαδή, θα του... παραδώσατε τα κλειδιά της ομάδας;».

-«Ναι, ναι. Θα το κάνω για να έχει την αποκλειστική ευθύνη της ομάδας, όπως μου ζήτησε».

Μια εβδομάδα, αργότερα, ο Ομπράντοβιτς παρουσιάστηκε από τον Παύλο και τον Θανάση Γιαννακόπουλο και όταν τελείωσε η συνέντευξη με τις... προγραμματικές δηλώσεις του, είχαμε και την πρώτη γνωριμία στα καθιερωμένα «πηγαδάκια».

Θα εργαζόταν για πρώτη φορά σε πάγκο ελληνικής ομάδας, μετά την θητεία του σε Μπανταλόνα, Ρεάλ και Μπενετόν Τρεβίζο. Είχε δείξει, όμως, αμέσως ότι διέθετε την αυτοπεποίθηση της επιτυχίας.

«Κόουτς, ο πρόεδρος είπε ότι σου παραδίδει τα «κλειδιά» της ομάδας...»

Πριν προλάβω να ολοκληρώσω την ερώτηση, ο «Ζότς» που πάντα του άρεσε να παίζει με τα κλειδιά του σπιτιού και του αυτοκινήτου του, με διέκοψε και δείχνοντας τα, μου είπε: «Ο Παναθηναϊκός ανήκει στους Γιαννακόπουλους. Δεν παίρνω τα κλειδιά της ομάδας. Αν κάνουν, όμως, ό,τι τους έχω προτείνει και έχουμε συμφωνήσει για τα όρια της δικής τους αρμοδιότητας και της δικής μου, θα προχωρήσουμε μαζί για πολλά χρόνια».

Και τα χρόνια πέρασαν και ήταν 13, με πέντε ευρωπαϊκούς τίτλους, εκτός των διψήφιων ελληνικών πρωταθλημάτων και Κυπέλλων. Γιατί πολλές ομάδες έχουν επενδύσει εκατομμύρια ευρώ στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, αλλά η ανταποδοτικότητα του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στον Παναθηναϊκό, θα μείνει απαράμιλλη σε βάθος πολλών χρόνων.

image

O Άνθρωπος των μικρών πραγμάτων

Σοφία Γιαλελή (Πρώην Υπεύθυνη Επικοινωνίας της ΚΑΕ Παναθηναϊκός)

Υπάρχει ένα βιβλίο που λέγεται «Ο Θεός των μικρών πραγμάτων». Γραμμένο από μια Ινδή, την Αρουντάτι Ρόι... Η Ινδία δεν φημίζεται για το μπάσκετ της, η Αρουντάτι Ρόι πιθανότατα να μην έχει ιδέα από Σέρβους (ή οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας) προπονητές, αλλά αυτός ο τίτλος για κάποιον πολύ συγκεκριμένο λόγο φέρνει στο μυαλό τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς στο πιο... ανθρώπινο. Σταθερά!

Από το 1999 και την πρώτη γνωριμία στη Γαλλία, στη διάρκεια του Euro basket, με την πρώτη του συνέντευξη ως προπονητής του Παναθηναϊκού για την «Αθλητική Ηχώ», μέχρι το 2008 όταν ήρθε η συνύπαρξή μας στην ομάδα. Εκεί που κάποιοι (όχι όλοι πάντως) αστικοί μύθοι που τον συνόδευσαν, αποδείχθηκαν αληθινοί, εκεί όπου έγινε «ο άνθρωπος των μικρών πραγμάτων».

Αυτών που κάνουν τη διαφορά και στο μπάσκετ. Και στα αποδυτήρια! Και στις σχέσεις...

Γι’ αυτόν, δεν υπήρχαν δηλώσεις χωρίς νόημα. Οι θεωρητικά τυπικές δηλώσεις για έναν θεωρητικά (πολύ) εύκολο αγώνα μπορούσαν να στείλουν μήνυμα.

Ήταν από τις πρώτες εκπλήξεις. Αν ήθελε να περάσει κάτι στους παίκτες, να τους δώσει ένα κίνητρο, θα το έκανε μέσα από μισή πρόταση σε αυτές τις τυπικές δηλώσεις στον ΕΣΑΚΕ. Και πολλές φορές το μήνυμα δεν αφορούσε καν τον επερχόμενο αγώνα, αλλά αυτόν που θα ακολουθούσε.

Έβλεπε μπροστά, προετοιμαζόταν και προετοίμαζε. Μπορεί το σκορ ενός δεκαλέπτου να ενδιαφέρει κανέναν σε έναν αγώνα που λήγει με διαφορά 30 ή 40 πόντους; Ναι... Τον Ομπράντοβιτς!

Πολλές φορές ήταν και το «κόλπο» του για να παραμείνουν όλοι σε εγρήγορση. Ειδικά αν στο δεκάλεπτο αυτό έμπαιναν παίκτες που δεν είχαν μεγάλη συμμετοχή. Αν δε, η ομάδα έχανε σε αυτό το δεκάλεπτο, θα το χρησιμοποιούσε στην προπόνηση, σε μια κουβέντα με έναν παίκτη.

Ένα ρεκόρ, μία κατοστάρα που δεν είχε κάνει ποτέ ο Παναθηναϊκός σε ένα γήπεδο ή απέναντι σε έναν αντίπαλο, ένα ιστορικό στοιχείο έπαιρναν άλλη διάσταση στα χέρια του. Θα το έλεγε και θα το χρησιμοποιούσε, ειδικά αν έβλεπε πως τα πράγματα στο παρκέ χαλάρωναν. Έβρισκε πάντα αυτή τη μία πρόταση που χρειαζόταν. «Θέλετε να είστε πρωταγωνιστές στην πρώτη ήττα του Παναθηναϊκού από αυτή την ομάδα;»

Μία ατάκα από την εξέδρα μπορούσε να αποτελέσει βασικό θέμα σε time out. Κάποια στιγμή, ένας παίκτης του δίσταζε να σουτάρει. Έπιασε την μπάλα, έμεινε στο τρίποντο και τελικά έκανε πάσα. Κάποιος πίσω από τον πάγκο του Παναθηναϊκού φώναξε «σούταρε ρε, σούταρε!».

Στο επόμενο time out, πήγε και ζήτησε από τον άναυδο τύπο στην εξέδρα να επαναλάβει τι είπε. Αυτός το έπραξε (σιγά μην έφερνε αντίρρηση) και τότε ο Ομπράντοβιτς γύρισε προς τον παίκτη: «Ακόμη κι αυτός στην εξέδρα το κατάλαβε: Σούταρε ρε, σούταρε!!!!»

Ένας παίκτης που δεν είχε χρησιμοποιηθεί καθόλου και πιθανότατα να μην πατούσε παρκέ στο συγκεκριμένο αγώνα, μπορούσε να τα ακούσει άσχημα. Το ίδιο άσχημα με κάποιον που έπαιζε και πρωταγωνιστούσε. Το τέχνασμά του ήταν απλό: Όταν γινόταν κάτι λάθος στον αγώνα, γύριζε προς αυτόν ξαφνικά και τον ρωτούσε: «Είδες τι έγινε; Τι έπρεπε να είχε κάνει ο συμπαίκτης σου;» Και αλίμονο αν ο παίκτης χάζευε και δεν είχε προσέξει! Την επόμενη φορά θα πρόσεχε σίγουρα.

Υπάρχουν και τα άλλα τα πιο γνωστά. Το άβατο των αποδυτηρίων, η προετοιμασία μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, η ικανότητά του να αλλάζει τη ροή ενός αγώνα, η ισορροπία ανάμεσα σε τεράστια ονόματα που βρίσκονταν στην ομάδα, οι λόγοι που έβγαζε στα αποδυτήρια κάνοντας τους παίκτες να πατάνε στο παρκέ σαν... κομάντος, τα τετ-α-τετ με

τους αθλητές του αν έκρινε πως απλά έπρεπε, η αλλαγή που ένιωθες στην «ατμόσφαιρα» όταν πλησίαζε η ώρα για ένα σημαντικό αγωνιστικό ραντεβού, είτε ήταν το πρωτάθλημα, είτε το Final 4 της Euroleague, η εικόνα του να πηγαίνει να κάθεται για λίγο εκεί στη γωνία του παρκέ με λυγισμένα τα γόνατα, θέλοντας με ησυχία να «δει» το παιχνίδι και να αλλάξει ότι δεν του αρέσει. Και τόσα ακόμη. Ένα πραγματικό σχολείο.

Όμως για μένα θα είναι πάντα αυτά τα δεκάδες μικρά πράγματα (πολλά δεν μπορούν περάσουν στο χαρτί, γιατί απλά έτσι επιβάλλει η δεοντολογία), πίσω από τα οποία βρισκόταν η λέξη «μοτιβάτσια» που επαναλάμβανε συχνά πυκνά στις συνεντεύξεις Τύπου.

Η λέξη «κίνητρο» που λένε κι εδώ στο δικό μας χωριό, ήταν αυτά που τον έκαναν πραγματικά ξεχωριστό, διαφορετικό. Ήταν αυτό που όπως είχε πει κάποτε ο Σάνι Μπετσίροβιτς μιλώντας στην «Αθλητή Ηχώ» τον οδήγησε τελικά να γίνει «κάτι σαν τους Rolling Stones. Όπου και να πάει αποθεώνεται!»

ΥΓ: Η αγαπημένη μου φωτογραφία με διαφορά είναι αυτή η αγκαλιά με τον Διαμαντίδη στο Final 4 της Βαρκελώνης, γιατί είναι πολύ περισσότερα από μια εικόνα ή ένας πανηγυρισμός. Η φωτογραφία που επέλεξα τελικά ως «βασική» όμως, είναι ίσως περισσότερο ενδεικτική για το τι είναι το μπάσκετ γι’ αυτόν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από έναν αγώνα: Μυαλό! «Ζεις με το μπάσκετ, αναπνέεις με το μπάσκετ, κοιμάσαι με το μπάσκετ».

image

«Αν ξαναρωτήσεις για τον Ιωαννίδη, θα πάω για μπύρα»

Γιάννης Ντεντόπουλος (ΕΡΤ)

Η ΑΕΚ , του Γιάννη Ιωαννίδη, είχε προκριθεί στο φάϊναλ φορ της Βαρκελώνης (1998) και περίμενε να μάθει τον αντίπαλό της στον ημιτελικό. Θα ήταν ο νικητής της τελευταίας αναμέτρησης Μπενετόν - Εφές που θα γινόταν στο «Palaverde» του Τρεβίζο.

Λίγες ημέρες μετά θα κυκλοφορούσε η νέα εφημερίδα, «Kosmos των Σπορ», στην οποία είχα πάρει μεταγραφή. Ψάχναμε ένα δυνατό μπασκετικό θέμα και μαζί με τον Βασίλη Σκουντή και τον συγχωρεμένο τον Γιάννη Αντωνόπουλο, αποφασίσαμε να ποντάρουμε στον Ομπράντοβιτς, που είχε ήδη κατακτήσει την Euro league τρεις φορές, με τρεις διαφορετικές ομάδες (Παρτίζαν, Μπανταλόνα, Ρεάλ Μ.) και στην πιθανότητα, μετά τους τελικούς του Τελ Αβίβ και της Σαραγόσα να συναντηθεί και πάλι με τον «Ξανθό».

Με κίνδυνο να νικήσουν οι Τούρκοι που είχαν σούπερ σταρ τον Σκοπιανό Πέταρ Ναουμόσκι και να επιστρέψω άπραγος, άντε με δυο-τρεις τυπικές δηλώσεις, πήγα στο Τρεβίζο για να παρακολουθήσω το παιχνίδι. Το πλάνο ήταν , εφόσον η Μπενετόν μας έκανε το χατίρι, να μείνω τέσσερις επιπλέον μέρες ώστε να συγκεντρώσω όσο περισσότερο υλικό μπορούσα!

Δεν διαψευστήκαμε. Το ίδιο βράδυ, μετά από συνεννόηση με τον G.M Mπενετόν, μετέπειτα των Ράπτορς και νυν της Φενέρ, Μαουρίτσιο Γκεραρντίνι, βρέθηκα στις εγκαταστάσεις της «Girada», που ανήκουν στην ομάδα. Εκεί, μέσα σε μια ειδικά διαμορφωμένη τέντα, έγινε το επινίκειο πάρτι για την πρόκριση.

Περίμενα στο μπάρ και κάποια στιγμή ο Γκεραρντίνι έκανε νόημα στον Ομπράντοβιτς να βγει έξω για την συνέντευξη που μου είχαν υποσχεθεί. Καθίσαμε λοιπόν και αρχίσαμε να συζητάμε.

Όλα πήγαιναν πρίμα, όμως, έλα που τίτλο (το μεγάλο μανίκι μιας συνέντευξης) δεν έβγαζε. Ώσπου αποφάσισα να... απασφαλίσω. Ρώτησα για το νέο ραντεβού με τον Ιωαννίδη!

Άκουσα μια τυπική απάντηση : «τον εκτιμώ απεριόριστα», «είναι σπουδαίος» και τα ρέστα.

Το άφησα να περάσει και μετά από δυο τρεις ερωτήσεις, επανέφερα το όνομα του Ιωαννίδη στην κουβέντα. Από την αντίδραση του Ζοτς άρχισα να νιώθω κάτι μεταξύ Καργκόλ και Σάντος μαζί , μετά από κακή συνεννόηση.

Άρχισε να κινείται κάπως νευρικά και το πρόσωπό του να αποκτά τις πρώτες αποχρώσεις του διάσημου μελιντζανί χρώματος. Με διέκοψε απότομα: «Κοίταξε, ξέρω ότι έχεις κάνει τόσα χιλιόμετρα, αλλά αν με ξαναρωτήσεις για τον Ιωαννίδη, θα σηκωθώ και θα φύγω. Θα πάω μέσα να συνεχίσω να πίνω την μπύρα μου με την ομάδα». Δεν συνέχισα! Άλλωστε ο τίτλος ήταν έτοιμος.

Την πρώτη του χρονιά στον Παναθηναϊκό, κάναμε άλλη μια μεγάλη συνέντευξη, για την «Ελευθεροτυπία». Στο γραφείο του, στο ΟΑΚΑ, βρισκόταν και ο Δημήτρης Ιτούδης για να μας βοηθήσει. «Κόουτς, εξακολουθεί η απαγόρευση ερωτήσεων σχετικά με τον Ιωαννίδη;» τον ρώτησα και γέλασε...

image

«Ελα βρε Ανδρέα, κάθε βδομάδα παίκτη;»

Ανδρέας Χανιάς (ΦΩΣ)

Με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς είχαμε σχεδόν κάθε χρονιά μια… άτυπη κόντρα. Έγραφα στην εφημερίδα μου, το «ΦΩΣ», τι δεν πάει καλά, τι (κατά τη γνώμη μου ή σύμφωνα με το ρεπορτάζ) έπρεπε να αλλάξει και… ζητούσα παίκτες!

Γιατί εμπιστεύεται το Λάζαρο Παπαδόπουλο, γιατί κρατάει τον Κένι Ουίνστον, γιατί επιμένει στον Τέπιτς, γιατί παίρνει πολλές προσπάθειες ο Λάκοβιτς, γιατί δεν άλλαξε τον «Μούλα» μετά την επέμβαση στη μέση, θα έχουν «χημεία» Γιασικεβίτσιους και Σπανούλης; Κι άλλα πολλά…

Ο Ζοτς, που σημειωτέον του μετέφραζαν και διάβαζε ΟΛΕΣ τις εφημερίδες, είχε εικόνα για τις… ανησυχίες μου και μέσω του ατζέντη του Αλεξ Ράσκοβιτς μου έκανε πλάκα, την οποία προφανώς ανταπέδιδα.

Στις αρχές της περιόδου 2010-11, ο Νικ Καλάθης δεν είχε ακόμα καταφέρει να προσαρμοστεί, ο Μιλένκο Τέπιτς δεν «τράβαγε» κι ο Διαμαντίδης ήταν ουσιαστικά μόνος του. Έτσι στις 10 Νοεμβρίου του 2010, στη συνέντευξη Τύπου πριν τον αγώνα με την Εφές στο ΟΑΚΑ για την Euro league, τον ρώτησα ευθέως αν πρέπει ο Παναθηναϊκός να πάρει παίκτη για να μην παίζει σαράντα λεπτά ο Διαμαντίδης.

Είχε προηγηθεί την προηγούμενη εβδομάδα το ματς με την Ολίμπια στη Λιουμπλιάνα, όπου ο Παναθηναϊκός είχε χάσει 85-84 παίζοντας άθλια κι ο Μήτσος παραλίγο να… αφήσει τα κόκαλά του στο παρκέ.

Δίπλα μου καθόταν ο Θανάσης Γιαννακόπουλος και ο Σέρβος απάντησε εμφανώς ενοχλημένος: «Δίπλα σου είναι ο κ. Θανάσης. Ρώτα τον. Ζητήσαμε τον Άιβερσον, αλλά προτίμησε την Τουρκία. Δεν έχουμε συζητήσει τέτοιο πράγμα. Έχουμε τον δικό μας τρόπο. Our way!!!»

Βγαίνοντας από την αίθουσα με πλησίασε και χαμογελώντας μου είπε: «Έλα βρε Ανδρέα. Κάθε βδομάδα γράφεις ότι θέλουμε παίκτη. Αν πάρω, να δω τι θα γράφεις; Ότι θέλουμε κι άλλον;».Παίρνοντας την ασίστ κι εγώ του λέω: «Κατ’ αρχήν πρέπει να δούμε τι παίκτη θα πάρεις και βλέπουμε…».

Έσκασε στα γέλια κι έφυγε κουνώντας το μπρελόκ με τα κλειδιά του, προς το μέρος του Θανάση Γιαννακόπουλου, που τον περίμενε.

Φυσικά, παίκτη δεν πήρε! Πήρε όμως το Ευρωπαϊκό, στη Βαρκελώνη, λίγους μήνες μετά…

image

13 χρόνια σε μια ιστορία;

Αρης Λαούδης (Gazzetta.gr, Goalnews)

Το concept της μιας ιστορίας δεν με βολεύει. Πώς να χωρέσεις άλλωστε 13 χρόνια αναμνήσεων σε 300-350 λέξεις ή πώς να ξεχωρίσεις μία από τις εκατοντάδες στιγμές; Ο Ομπράντοβιτς δεν ήταν απλά ένας προπονητής που επηρέασε το άθλημα, ήταν κάτι πολύ περισσότερο, ένας άνθρωπος που σε μεγάλο βαθμό επηρέασε τον τρόπο σκέψης των φιλάθλων, των παικτών και βεβαίως των δημοσιογράφων.

Από την πρώτη του μέρα στον Παναθηναϊκό κατάλαβα πως είχα να κάνω με «κάτι άλλο», κάτι εντελώς διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Στο ντεμπούτο του στη Δάφνη, εκεί που έγινε το επεισόδιο με τον Αλβέρτη, τόλμησα να τον ρωτήσω γιατί δεν έπαιξε ο Καράγκουτης κι αφού με κοίταξε σα να λέει «ρε πιτσιρικά, τι λες;» μου απάντησε όπως κάποτε στους ξένους δημοσιογράφους, όταν τον ρώτησαν για τον Μπέργκ και απάντησε για τον... Ροδοστόγλου.

Δεν θα ξεχάσω την κίνηση «σας τα 'λεγα», όταν το σήκωσε το 2002 στην Μπολόνια και επί ένα χρόνο τον «κράζαμε» που δεν έπαιρνε ψηλό.

Ο Ομπράντοβιτς είχε τη μαγική ικανότητα να σε κάνει να πιστεύεις πως έχει δίκιο, ακόμη κι αν για κάποιο λόγο παρουσίαζε την ομάδα του με τέσσερις παίκτες στο παρκέ. Δεν θα ξεχάσω τη μόνιμη ατάκα του «θα σταματήσω την προπονητική, αν κάποιος παίκτης με ρωτήσει κάτι και δεν έχω απάντηση να του δώσω», ούτε θα ξεχάσω τον τρόπο που αντιμετώπιζε τους φίλους του Ολυμπιακούς κάθε φορά που πλησίαζε ένα κρίσιμο παιχνίδι.

Σ' έναν απ' αυτούς έκανε μεγάλη πλάκα, πριν αλλά και μετά από παιχνίδι που έκρινε πρωτάθλημα στο ΣΕΦ. «Φίλε, πήγαινε σπίτι σου, θα χάσεις με 10 πόντους. Αντε να το δεις καλύτερα σπίτι σου» του είπε 2,5 ώρες πριν από το τζάμπολ το ΣΕΦ, όταν τον συνάντησε κάπου μεταξύ φυσούνας και court seat. Ο φίλος του δεν τον άκουσε, το αντίθετο. «Κόουτς» θα φύγεις με κάτω το κεφάλι» του απάντησε και τελικά συναντήθηκαν αργά το βράδυ σ' ένα από τα γνωστά στέκια του Κολωνακίου με τον «Ζοτς» να του... τσιμπάει το μάγουλο και να του λέει «στα 'λεγα, δεν στα λεγα;».

Ο Ομπράντοβιτς δεν ήταν ποτέ ντίβα, ακόμη και τα προσκλητήρια για το μεγάλο πάρτι που έκανε ο ίδιος και η κόρη του για να γιορτάσουν τα 50 και τα 25 τους χρόνια αντίστοιχα τα μοίρασε χέρι - χέρι. Μπροστά - μπροστά, στην πρώτη σειρά, οι φίλοι του οι Ελληνες, Παναθηναϊκοί, Ολυμπιακοί, οι πάντες, πιο μπροστά και από τα κυβερνητικά στελέχη της Σερβίας, πιο μπροστά από ολόκληρο το ευρωπαϊκό μπάσκετ.

Ο Ζοτς περίμενε στην πόρτα και τους 500 περίπου καλεσμένους για να τους χαιρετήσει, να τους φιλήσει, να φωτογραφηθεί μαζί τους μόνο και μόνο που τον τίμησαν, αν και για τους περισσότερους ήταν τιμή η παρουσία τους σε ένα τέτοιο γεγονός.

Ο Ομπράντοβιτς είχε και έχει έρωτα με την Ελλάδα. Το «δεύτερη πατρίδα του» δεν είναι σχήμα λόγου κι όποιος είχε αμφιβολίες μπορούσε να πάρει την απάντηση την προηγούμενη βραδιά, πριν από τη μεγάλη αποθέωση στο ΟΑΚΑ, όταν ήρθε ως αντίπαλος του Παναθηναϊκού. Τη βραδιά εκείνη σε ένα ξενοδοχείο στη Μιχαλακοπούλου που τις τέσσερις από τις έξι ώρες μιλούσε και συζητούσε για την Ελλάδα, την κρίση, τον Παναθηναϊκό και τους φίλους του...

image

Ο… μοβ Χαλκ από το Τσάτσακ

Γιώργος Συρίγος (Novasports, 24 Media)

Για όλους εμάς τους νεότερους μπασκετικούς, οι οποίοι μεγαλώσαμε με το πρότυπο του επιβλητικού ανδρός, που θύμιζε κάτι από επιθεωρητή Κάλαχαν και οπλαρχηγό της επανάστασης του ’21 (αθάνατε Γιάννη Ιωαννίδη…), όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς, έμοιαζε με αρχαία θρησκεία. Όταν τελείωναν οι πονηριές μας περί Γκαστόνε, έμενε το δέος.

Ποιος αλήθεια τολμούσε τότε να του κάνει μια δεύτερη συνεχόμενη ιντριγκαδόρικη ερώτηση, όταν οι σφυγμοί του ανέβαιναν, η φλέβα στο μέτωπο άρχισε να φαίνεται από 20 μέτρα απόσταση και το πρόσωπό του έπαιρνε μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου το περίφημο… μελιτζανί χρώμα;

Μου πήρε αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι αυτή η… α λα «πράσινος Χαλκ» μετάλλαξη του Ζοτς, δεν είναι ούτε η άμυνά του, ούτε ένας εύκολος τρόπος για να βάζει όσους έχει απέναντί του στη θέση που επιθυμεί, αλλά το καύσιμό του.

Το τελευταίο παράδειγμα είναι πρόσφατο και χαρακτηριστικό:

Είναι Σεπτέμβριος του ’13 και βρισκόμαστε στη Λιουμπλιάνα, εν αναμονή της έναρξης της δεύτερης φάσης του Eurobasket. Περιμένοντας ταξί μπροστά στην κεντρική πόρτα του ξενοδοχείου της FIBA, μαζί με τον συνάδελφο Σπύρο Καβαλιεράτο, βλέπω μια γνώριμη φιγούρα να ξεπροβάλει από τη γωνία. Είναι ο Ζέλιμιρ Ιμπράντοβιτς, ο οποίος μόλις έχει αναλάβει τα ηνία της Φενέρ.

Μας χαιρετά εγκάρδια, ανταλλάζουμε μια-δυο κουβέντες για την Εθνική Ελλάδας και τα πεπραγμένα του τουρνουά και κάποια στιγμή η συζήτηση πηγαίνει στη νέα μεγάλη του πρόκληση. «Κόουτς, η Φενέρ δεν είναι Παναθηναϊκός και οι Τούρκοι στο μπάσκετ δεν είναι Έλληνες. Είναι μεγάλη η πρόκληση για σένα».

Δεν προλαβαίνω να ολοκληρώσω την φράση μου και μπροστά μου δεν έχω πλέον τον Ζοτς, αλλά το… μοβ τέρας από το Τσάτσακ. «Ακούστε, τα πράγματα δεν έχουν αρχή και τέλος. Για να πετύχουμε πρέπει να αλλάξουμε εντελώς νοοτροπία. Αυτός ο κανονισμός με την υποχρεωτική παρουσία Τούρκων παικτών στην πεντάδα στις εγχώριες διοργανώσεις, έχει διαλύσει τα πάντα. Υπογράφουν από μικροί συμβόλαια εκατομμυρίων και αντί για μπασκετμπολίστες με κίνητρο και όρεξη για δουλειά, μεταμορφώνονται σε κακομαθημένες πριμαντόνες, που θεωρούν ότι με πέντε παιχνίδια στην πλάτη τους, έχουν καπαρωμένη θέση στην ομάδα. Αυτά φίλε μου δεν γίνεται να συνεχιστούν. Ή θα αλλάξουν μυαλά, ή θα βάλω κάτι 17χρονα, που τα βλέπω διψασμένα, να παίξουν».

Τον ήξερα πλέον αρκετά καλά, για να γνωρίζω πως όλη εκείνη η ένταση και το νεύρο που άρχισε να εκπέμπει ξαφνικά, δεν ήταν μια μίνι παράσταση ενός δήθεν σκληρού, που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, αλλά μια περίληψη των όσων θα συνέβαιναν στο νέο του σπίτι τα επόμενα χρόνια.

image

«Η μπάλα στους... πράσινους»

Αντώνης Καλκαβούρας (Gazzetta.gr, Mega TV)

Λιουμπλιάνα, 13 προς 14 Σεπτεμβρίου 2013...

Ήταν ένα από τα πιο απολαυστικά βράδια που έχω περάσει ποτέ σε δημοσιογραφική αποστολή στο εξωτερικό. Η Εθνική ομάδα είχε θριαμβεύσει (79-75) επί της Ισπανίας, σπάζοντας μία αρνητική παράδοση 11 ετών και είχε μείνει «ζωντανή» στο κυνήγι της διάκρισης στο Eurobasket και μία παρέα Ελλήνων δημοσιογράφων, που είχε ζήσει πολύ έντονα («Όχι ο Χριστός... Ναι ο Χριστόοοοος!», έτσι κυρΓκατζέττα μου;) την μεγάλη ανατροπή και βρίσκεται σε τρομακτική ευεξία, έχει εισβάλει σε κεντρικό club της σλοβενικής πρωτεύουσας.

Παρά τις συγκλονιστικές προσπάθειες του «σεληνιασμένου» Παπανδρέου, που κερνούσε γύρες από Cuba Libre για να ανεβάσει το κέφι, η μουσική μας τα χάλασε και το παρεάκι είχε αρχίσει να... σπάει (ο Λαούδης με τον Βαλαβάνη έφυγαν πρώτοι για το ξενοδοχείο). Μέχρι που ξαφνικά, ο μεγάλος Ζέλικο Ομπράντοβιτς (ήταν επίσημος καλεσμένος της FIBA για να διδάξει σε σεμινάριο προπονητών), που έχει έρθει χωρίς να γίνει αντιληπτός, μας καλεί στο τραπέζι του για μία βραδιά, που εξελίχθηκε σε “one for the ages”!

Βετάκης, Ασπρούλιας, Παπαθεοδώρου, Παπανδρέου και ο υπογράφων, ζήσαμε έναν Ζοτς από άλλον πλανήτη, με το αλκοόλ να ρέει άφθονα και τον κορυφαίο Ευρωπαίο προπονητή, να εκτοξεύει σπάνιες ατάκες που θα μείνουν στην ιστορία. Το τι έχασε άλλα και τι «κράξιμο» έφαγε ο Λαούδης, επειδή έφυγε, δεν περιγράφεται...

Αμ, ο Σίλι; Ο δυστυχής τόλμησε να εκφράσει την εκτίμησή του προς τον Τούρκο ψηλό, Ιλκάν Κάραμαν (παίζει πλέον στην Α2 Τουρκίας), που ανήκε στο ρόστερ της νέας ομάδας του Σέρβου τεχνικού, που ξαφνικά έγινε «μελιτζανί» και τον έπιασε από το σβέρκο! «Έχεις το θράσος να εννοείς αυτόν το τύπο με τα τατουάζ; Αυτό είναι προσβολή!», του είπε ο Ζέλικο μεταξύ σοβαρού και αστείου...

Οι διηγήσεις του τα «έσπασαν», αλλά το καλύτερο, μας το είπε λίγο πριν ξημερώσει και μας διώξουν...

Σε ένα από τα πρώτα εσωτερικά «διπλά» στην προπόνηση της Φενερμπαχτσέ, υπήρξε μία αμφισβητούμενη φάση και ως διαιτητής, μοιραία έπρεπε να πάρει μία απόφαση: «Η μπάλα στους... πράσινους», φώναξε αλλά προς γενική κατάπληξη, όλοι οι παίκτες έμειναν ακίνητοι και αποσβολωμένοι!

«Τι με κοιτάτε έτσι σαν χαζοί; Είπα η μπάλα στους... πράσινους, πάμε, συνεχίζουμε!», αντέδρασε ελαφρώς φορτωμένος, βλέποντας τους παίκτες να παραμένουν στις θέσεις τους... Μέχρι να αρχίσει τα βρισίδια, ένας έφηβος πρόλαβε να ψελλίσει: «Μα coach, δεν υπάρχουν πράσινοι, μόνο μπλε και κίτρινοι»!

Τι μπορεί να πάθει κανείς όταν επί 13 χρόνια, κοιμάται και ξυπνάει στα «πράσινα»…

Υ.Γ.: Η πρώτη του σεζόν στην Ελλάδα είχε μόλις ολοκληρωθεί και ο Παναθηναϊκός, μετά το ευρωπαϊκό τρόπαιο στο Final 4 της Θεσσαλονίκης, είχε κατακτήσει και το πρωτάθλημα.

Όπως ήταν φυσικό τα αιτήματα για συνεντεύξεις ξεπέρασαν κάθε προσδοκία και ο Ζέλικο δεν άφησε σχεδόν κανένα μέσο παραπονεμένο. Ήταν, όμως, τελειομανής και ως απόλυτος επαγγελματίας, απαιτούσε συνέπεια και σεβασμό. Αυτός ήταν και ο λόγος που μου τα έχωσε κανονικά, επειδή στο προκαθορισμένο ραντεβού για την φωτογράφιση στο περιοδικό «Παναθηναϊκό Τριφύλλι», εμφανίστηκα δέκα λεπτά αργοπορημένος, εξαιτίας ενός αυτοκινητιστικού ατυχήματος. «Ας μην επρόκειτο για επίσημη έκδοση της ομάδας και θα σου 'λεγα εγώ, αν θα μ' έβρισκες εδώ!», μου είπε βγάζοντας καπνούς και χωρίς καμία διάθεση να ακούσει την δικαιολογία μου. Σκεφτείτε να μην είχα τηλεφωνήσει στον Δημήτρη Ιτούδη, που τον συνόδευε, για να τον ενημερώσω για την ολιγόλεπτη καθυστέρησή μου...

image

Ένα βράδυ στο κέντρο της Αθήνας…

Θανάσης Ασπρούλιας (OTE TV, sdna.gr)

Όταν ο Αρης (ο Λαούδης ντε) μου ζήτησε να γράψω μία ανάμνηση από τον Ζοτς, δίχως να του το ομολογήσω, σκέφτηκα: «Μα ρε Αρη, τι άλλο να θυμηθούμε; Μαζί δεν γράψαμε το βιβλίο στην ειδική έκδοση του GOAL;».

Με τον Ζοτς, η σχέση που αναπτύχθηκε δε στηριζόταν στις μεγάλες στιγμές, αλλά στις πολύ μικρές, σε αυτές τις λεπτομέρειες, που θα μπορούσαν να καταγραφούν στην πιο ανύποπτη στιγμή, αλλά ήταν τόσο έντονες που σε έκαναν να απορήσεις από τι πάστα είναι φτιαγμένος αυτός ο άνθρωπος…

Αυτές τις λεπτομέρειες, τόσο ο Αρης, όσο κι εγώ, αλλά και οι υπόλοιποι που συμμετείχαν στην έκδοση του GOAL (που έκανε κυκλοφοριακό πάταγο by the way) δεν είχαμε χώρο να τις γράψουμε. Γιατί; Γιατί, κάποια πράγματα σημασία έχει να τα ζεις κι όχι να τα μεταφέρεις μέσω οθόνης. Η έντασή τους, η δύναμή τους είναι πολύ πιο έντονες, έστω κι αν πρόκειται για διαλόγους, σκηνές, ή στιγμιότυπα δευτερολέπτων.

Οπως εκείνο το απόγευμα στο ΟΑΚΑ, στις μυθικές συνεντεύξεις Τύπου πριν τα ευρωπαϊκά παιχνίδια, που εξελίσσονταν σε κανονικά σεμινάρια μπάσκετ. Εκείνο το απόγευμα, μετά από σωρεία ερωτήσεων, που ξέφευγαν από το χαρακτήρα της ενημέρωσης για τον προσεχή αντίπαλο και αποκτούσαν διάσταση καθημερινής συζήτησης, είχε πάρει χαρτί και μολύβι και μου σχεδίαζε, προσπαθώντας να μου εξηγήσει, ένα από τα plays του Παναθηναϊκού.

Γιατί μου έκανε εντύπωση; Γιατί δεν το είχε κάνει ουδείς άλλος μέχρι τότε. Κι επιπλέον, ήταν ο Ομπράντοβιτς! Είμαι σίγουρος πια… Μας έχουν λείψει πολύ αυτές οι συνεντεύξεις Τύπου!

Η σε εκείνη την προπόνηση στην Πόλη, πριν τον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ, όταν όλοι θεωρούσαν ότι οι Ρώσοι (του Κιριλένκο) δεν χάνουν με τίποτα, ότι ήταν το απόλυτο φαβορί, αλλά ο Ζοτς συνεχώς χαμογελούσε σαρδόνια, μιλώντας λίγο, αλλά στοχευμένα. αφήνοντας να εννοηθεί: «Άστους να λένε… Δε χάνουμε αύριο».

Οπως κι έγινε. Ο Παναθηναϊκός ηττήθηκε με βάση αυτό που έγραψε το ηλεκτρονικό ταμπλό και το φύλλο αγώνα, αλλά όλοι ξέρουν ότι ο Ζοτς και η ομάδα του είχε κερδίσει σε αυτό το ματς. Άλλοι ήταν οι λόγοι που η νίκη του δεν καταγράφηκε επισήμως. Ο Ζοτς δεν είναι σπουδαίος προπονητής επειδή διάβασε, καλλιεργήθηκε, μελέτησε. Αυτή είναι η μία πλευρά του.

Η δεύτερη και πιο σημαντική αφορά στο γεγονός ότι ο Σέρβος είναι «ανθρωπάρα».

Με τα λάθη και τα πάθη του. Με τα χούγια του και τις ιδιαιτερότητές του. Αλλά ανθρωπάρα…

Και στις καλές και στις κακές στιγμές. Αποδείχτηκε πολλές φορές. Γενικώς, ο Ομπράντοβιτς έφερε στην Ελλάδα ένα προπονητικό στυλ, που μέχρι τότε ήταν μάλλον κολάσιμο. Η λογική των κόουτς μέχρι τότε ήταν συγκεκριμένη: «Δε γελάμε, δεν δίνουμε δικαιώματα, δεν πίνουμε, δεν ξενυχτάμε, δεν είμαστε κοινωνικοί, ζούμε στη γυάλα μας διότι αυτό σημαίνει να είσαι καλός προπονητής».

Ολοι ήταν! Περισσότερο ή λιγότερο. Οι πιο πολλοί όμως, είχαν ξεχάσει τι σημαίνει να είσαι κανονικός άνθρωπος. Ο Ζοτς δεν κρύφτηκε ποτέ, όχι γιατί είχε τάσεις επίδειξης, αλλά γιατί αυτή είναι κοσμοθεωρία του: «Είναι ωραίο το μπάσκετ και όταν ασχολείσαι με αυτό πρέπει να είσαι επαγγελματίας. Ομως, η ζωή είναι ωραία. Και πρέπει να την απολαμβάνουμε». Είναι τύπος μποέμ. θα βγει, θα πιει, θα διασκεδάσει, θα κάνεις τρέλες, θα φερθεί ως (κι όχι σαν) ενας κανονικός άνθρωπος που ξέρει να διαχωρίζει τη σημαίνει δουλειά και τι ζωή!

Ο Ομπράντοβιτς έχει πολλά να διηγηθεί και τα οποία δεν αφορούν στο μπάσκετ… Είναι καθηγητής της ίδιας της ζωής και δε θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου μία σπάνια και μοναδική κουβέντα που μου είπε ένα βράδυ στο κέντρο της Αθήνας, μετά τη ληστεία που έγινε στο σπίτι του… «Φίλε, πες μου τι μπορεί να κάνει κάποιος που έχει 15 δραχμές και δεν μπορεί να το κάνει με δέκα».

Οι περισσότεροι, όταν πιάνουν 5 δραχμές στα χέρια του θέλουν να τις πολλαπλασιάσουν… Φτάνουν στα άκρα για να κερδίσουν ενα πενηνταράκι περισσότερο. Ο Ζοτς όμως, δεν είναι έτσι!

Δεν είναι άπληστος κι ευχαριστεί την μοίρα του για όσα του έχει προσφέρει. Αυτό το μάθημα ζωής δε θα το ξεχάσω ποτέ. Ούτε την ατάκα που μοιράστηκε με δυο τρεις ανθρώπους ένα ξημέρωμα στο Κολωνάκι… Αυτά όμως, για να αποκαλυφθούν πρέπει να περάσουν χρόνια. Ας έχουμε και κάτι να γράφουμε τις επόμενες φορές που θα γυρίσει στην Ελλάδα. Ε, Αρη;

image

“Ti malakies les re filaraki mou?”

Βασίλης Παπανδρέου (Gazzetta.gr)

Ήταν 21 Σεπτεμβρίου του 2005, μεσημέρι και στο Βελιγράδι είχε έναν υπέροχο ήλιο!

Λίγες ώρες νωρίτερα όμως και 100 χιλιόμετρα βορειότερα, στο Νόβισαντ, η καταιγίδα που είχε χτυπήσει το σέρβικο μπάσκετ είχε προκαλέσει... τσουνάμι.

Η Εθνική Σερβίας, με προπονητή τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, είχε υποστεί μια ήττα σοκ από τη Γαλλία που σήμανε τον πρόωρο αποκλεισμό της από τo «δικό της» Eurobasket!

Η λέξη «σοκ» ήταν μικρή για να περιγράψει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το Βελιγράδι, εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό της 21ης Σεπτεμβρίου.

Έκανα βόλτα στην Κνέζα Μιχάιλοβα με τον Σωτήρη Βετάκη, εγώ ως απεσταλμένος του «Επενδυτή» στην 1η αποστολή της καριέρας μου και ο «Σωτηράρας» έχοντας ήδη μια 20ετία στην «πλάτη» του στα «Νέα».

Ξαφνικά, ο Βετάκης δέχεται ένα μήνυμα στο κινητό και γυρίζει και μου λέει: «Σίλι*, τι θα κάνεις τώρα; Έχεις λίγο χρόνο ή πρέπει να φύγεις;»

Να πω την αλήθεια, επειδή είχα πάει στο Βελιγράδι ως άγνωστος μεταξύ... γνωστών και αναγνωρισμένων δημοσιογράφων, στα 24 μου, οποιαδήποτε ευκαιρία για κουβέντα με ανθρώπους που μέχρι πριν λίγους μήνες ήξερα μόνο από τα κείμενά τους -και στην πορεία έγιναν φίλοι μου, με την κανονική, τη σαλονικιώτικη έννοια του όρου- μου φαινόταν πολύ καλή για να την αφήσω να πάει χαμένη.

«Δεν έχω κάτι. Γιατί;» ρωτάω, για να πάρω μια απάντηση, που θυμάμαι ακόμα και σήμερα: «Θα έρθει ο Ομπράντοβιτς σε λίγο και έλεγα να μου έκανες παρέα κι αν θέλεις να στον γνωρίσω...»

Δεν απάντησα, αλλά σκέφτηκα: «Ο Βετάκης τα έχει χάσει! Πιστεύει ότι λίγες ώρες μετά το μεγαλύτερο στραπάτσο της καριέρας του, ο Ζοτς θα συναντηθεί μαζί του, στον κεντρικότερο δρόμο του Βελιγραδίου…»

Κι όμως, πέρασαν 20 λεπτά και ξαφνικά ο Ζοτς εμφανίστηκε! Χαιρέτησε εγκάρδια τον Σωτήρη, συστήθηκε σε εμένα, ψέλλισα ένα "nice to meet you Mr. Obradovic" και τον άκουσα να μου λέει "Just call me Zeljco".

Φανταστείτε τώρα τη σκηνή! Να είσαι στον πιο πολυσύχναστο δρόμο μιας πόλης που θρηνεί -στην κυριολεξία- το τέλος του ονείρου για την αγαπημένη της Εθνική Ομάδα, παρέα με τον προπονητή που μέχρι πριν από λίγες ώρες έδινε μαραθώνια συνέντευξη για να εξηγήσει τα πώς και τα γιατί της «σφαλιάρας» και όλα αυτά σε έναν πεζόδρομο με δεκάδες καφέ γύρω σου, με τους θαμώνες να κοιτάζουν τον Ομπράντοβιτς με τεράστια δυσπιστία... «Είναι όντως αυτός;»

Ναι, ήταν αυτός, με σάρκα και οστά, κουρασμένος και απογοητευμένος, αλλά ευγενικός. Καθόμαστε λοιπόν όλοι μαζί σε ένα καφέ και ο κόσμος, που μέχρι πριν λίγα δευτερόλεπτα απλώς τον «χάζευε» αρχίζει να ξεθαρρεύει και να πλησιάζει και να ρωτάει. Κι αυτός απαντάει! Σε όλους. Σε κάθε τρελή απορία, ιδέα, παρατήρηση! Σε κάθε περαστικό, που κάτι ήθελε να πει, να ρωτήσει, να προτείνει, να κρίνει ή να κατηγορήσει για τον αποκλεισμό.

Πέρασαν 5 λεπτά, πέρασαν 10, πέρασαν 15, ο κόσμος δεν έφευγε, εγώ κοιτούσα μια τον Ζοτς, μια τον Βετάκη, γιατί η όλη κουβέντα γινόταν στα σέρβικα και δεν καταλαβαίναμε λέξη -με εξαίρεση κάτι «πίτσκου μάτερι- αραιά και που- και κάποια στιγμή ο Ομπράντοβιτς αποφάσισε ότι η αυτοσχέδια «συνέντευξη Τύπου» πρέπει να λάβει τέλος. Ο κόσμος τον ευχαρίστησε για την υπομονή του και μας άφησε μόνος στο τραπέζι, το γκαρσόνι επιτέλους κατάφερε να πάρει παραγγελία και ο Ζοτς, γυρίζει και λέει "So, what else is going on?".

«Κάγκελο εγώ», χαμογελάει ο Σωτήρης και κάπου εκεί κατάλαβα ότι ήρθε η ώρα να αποχωρήσω ησύχως, γιατί μπορεί να άντεξε την 5ωρη μεταμεσονύχτια συνέντευξη μετά την ήττα, μπορεί να έκανε υπομονή στην 15λεπτη «ανάκριση» στο καφέ, αλλά σίγουρα δεν θα άντεχε να ακούει έναν 24χρονο θαυμαστή του -με δημοσιογραφική διαπίστευση- να τον ρωτάει «γιατί δεν έπαιξε λεπτό ο Τομάσεβιτς, αν και ήταν σαφές ότι ο Ρέμπρατσα δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του».

Ήταν η πρώτη φορά που συνάντησα τον Ομπράντοβιτς και η τελευταία που η συνάντηση έγινε συνοδεία καφέ όχι ποτών! Είμαι πραγματικά τυχερός που εκείνη τη μέρα είπα «ναι» στον Βετάκη, όταν μου ζήτησε να του κάνω παρέα και χαρούμενος που έχω περάσει 20 βράδια, όλα αυτά τα χρόνια, με τον Ζοτς να αγορεύει, όλους εμάς να τον κοιτάμε και που και που να τολμάμε να διαφωνήσουμε και να απαντάει το επικό: "Ti malakies les, re filaraki mou?"

Άρχοντα Ζέλικο, μας λείπεις! Κι ας μην ήρθες στον Άρη εκείνο το καλοκαίρι του 1999, αν και είχατε φτάσει τόσο κοντά...

* Το «Σίλι» προέκυψε από μια ιστορία που μας έλεγε ο παλιός μάνατζερ του Θοδωρή Παπαλουκά, Βασίλης Ευαγγελινός, με πρωταγωνιστή τον ίδιον, τον Σινάτρα, ένα μπουκάλι ακριβό ουίσκι και το... Μεξικό!

Υγ: Πάντα ευχαριστώ και θα ευχαριστώ τον Σωτήρη που έπειθε τον Ζοτς ότι η συχνή «αναίδειά» μου δεν ήταν προϊόν κωλοπαιδισμού, αλλά αδυναμίας διαχείρισης της... χαράς μου!

Υγ2: Η πιο ιστορία είναι του Καλκαβούρα! Μια από τις 5 πιο επικές βραδιές της «αθλητικής» μας ζωής. Κι ο αστείος ο Λαούδης -όπως πάντα- είχε πάει για ύπνο.

Υγ3: Εκείνο το μεσημέρι στο Βελιγράδι δεν είχαν τολμήσει να ζητήσω -και- φωτογραφία. Το ενσταντανέ είναι από το Βερολίνο, το 2009, στο ξενοδοχείο Adlon εκεί που υπολογίζουμε να επιστρέψουμε φέτος. Και ο Βασίλης και ο Κώστας και ο Σωτήρης και ο Ζέλικο κι εγώ!

Και ελπίζω και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός και ο… Ιτούδης!

Η σειρά είναι βάσει… παλαιότητας και ευχαριστούμε τους καλούς συναδέλφους για την τιμή που μας έκαναν να μοιραστούν με τους αναγνώστες του Gazzetta τις ιστορίες τους!