Ο άνθρωπος πριν 400.000 χρόνια «έβλεπε μπροστά» για να μην πεινάσει

Gazzetta team
Ο άνθρωπος πριν 400.000 χρόνια «έβλεπε μπροστά» για να μην πεινάσει
Και όμως, ο προϊστορικός άνθρωπος ήταν προνοητικός, αποθηκεύοντας τροφή για να μην πεινάσει!

Τη σπουδαία ανακάλυψη έκαναν επιστήμονες στο Ισραήλ, ανατρέποντας, ουσιαστικά, όλα όσα -νομίζαμε ότι- ξέραμε για τους ανθρώπους που ζούσαν στη Γη πριν 400.000 χρόνια!

Σύμφωνα με την έρευνα, λοιπόν, ο προϊστορικός άνθρωπος, που ήταν δεινός κυνηγός, δεν έμενε νηστικός όταν δεν έβρισκε κάποιο ζώο να σκοτώσει -οι επιστήμονες, μάλιστα, έλεγαν μέχρι τώρα πως οι πρόγονοί μας περνούσαν μεγάλες περιόδους πείνας.

Ο άνθρωπος, αντίθετα, πριν 400.000 χρόνια είχε ήδη την προνοητικότητα, σκεφτόταν, δηλαδή, το μέλλον, «βλέποντας μπροστά», και αποθήκευε οστά ζώων, προκειμένου να τρώει αργότερα το μεδούλι τους, όταν δεν είχε τροφή!

Πρόκειται για μία συγκλονιστική ανακάλυψη, από τη στιγμή που μιλάμε, το σημειώνουμε ξανά, για 400.000 χρόνια πριν, μια περίοδο όπου ο ανθρώπινος εγκέφαλος ήταν ακόμη μικρός και ο άνθρωπος μόλις είχε αρχίσει να «κατακτά» τον πλανήτη...

«Το εύρημα αυτό αλλάζει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τους προγόνους μας, καθώς μέχρι σήμερα πιστεύαμε ότι οι πρώιμοι ανθρωπίδες δεν είχαν την ικανότητα ή έστω δεν συνήθιζαν να καταναλώνουν την τροφή τους καθυστερημένα», δήλωσε ο Ραν Μπαρκάι από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβιβ, στο Ισραήλ.

Για να καταλήξουν στο εκπληκτικό αυτό συμπέρασμα, οι επιστήμονες ανέλυσαν πάνω από 80.000 δείγματα οστών ζώων, που βρέθηκαν στο σπήλαιο Qesem, στο Ισραήλ, προσπαθώντας να κατανοήσουν πώς οι προϊστορικοί άνθρωποι αποκτούσαν πρόσβαση στο μεδούλι.

Η ομάδα, λοιπόν, εντόπισε εγκοπές στο 78% των οστών, αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, της επίπονης προσπάθειας που απαιτείται για την απομάκρυνση του αποξηραμένου δέρματος από οστά που έχουν διατηρηθεί για καιρό.

Οι επιστήμονες, μάλιστα, εξέτασαν το μεδούλι, για να δουν αν παραμένει θρεπτική τροφή, παρά την πάροδο του χρόνου. Εξέτασαν, συγκεκριμένα, 79 οστά από άκρα ελαφιού, τόσο σε φυσικές, υπαίθριες συνθήκες, όσο και σε ένα εσωτερικό περιβάλλον -που λειτούργησε ως προσομοίωση της σπηλιάς.

Στη συνέχεια, δε, οι ίδιοι οι επιστήμονες πειραματίστηκαν με την αφαίρεση του δέρματος και της σάρκας από παρόμοια, τωρινά κόκαλα, σε διάφορες χρονικές στιγμές στη διάρκεια των εννέα εβδομάδων της αποθήκευσής τους. Ο αριθμός των μικρών τομών και των εγκοπών, λοιπόν, αυξανόταν όταν το δέρμα αφαιρούταν μετά από τέσσερις ή περισσότερες εβδομάδες, δημιουργώντας έτσι το ίδιο «μοτίβο» εγκοπών με εκείνο στα κόκαλα που ανακαλύφτηκαν στη σπηλιά.

Τα καλυμμένα με δέρμα οστά, εξάλλου, μπορούσαν να αντέξουν εννέα εβδομάδες στη φύση το φθινόπωρο, χωρίς να χάσουν σημαντική ποσότητα της θρεπτικής τους αξίας, αλλά το λίπος τους υποβαθμίστηκε μετά την τρίτη εβδομάδα όταν αυτά ήταν αποθηκευμένα στο εσωτερικό περιβάλλον της σπηλιάς, αλλά και όταν αποθηκεύονταν σε εξωτερικό χώρο, την άνοιξη.

«Τα οστά χρησιμοποιούνταν ως κονσέρβες, που διατηρούσαν το μεδούλι μέχρι τη στιγμή της κατανάλωσής του», είπε ο Μπαρκάι, σημειώνοντας πως αυτή η μέθοδος συλλογής και αποθήκευσης των οστών φαίνεται πως άρχισε να χρησιμοποιείται στη συγκεκριμένη περιοχή μετά την εξαφάνιση των ελεφάντων, που αποτελούσαν βασική πηγή τροφής. Ο νέος αυτός τρόπος συμπεριφοράς, όπως τόνισε, βοήθησε τους προϊστορικούς ανθρώπους να εξελιχθούν και να γίνουν όντα που οργανώνονται με τρόπο κοινωνικοοικονομικό. «Εκείνοι οι άνθρωποι φαίνεται, τελικά, ότι ήταν πολύ παρόμοιοι με εμάς και όχι απλώς πρωτόγονα ανθρώπινα πλάσματα», συμπλήρωσε.