Ένα παράδειγμα νεοελληνικής δημόσιας διοίκησης

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Ένα παράδειγμα νεοελληνικής δημόσιας διοίκησης
Ξέρετε πόσα πράγματα λιμνάζουν μεταξύ αρμοδίων και συναρμοδιοτήτων στη χώρα μας, όπου κι αν ζείτε; Έχετε αναρωτηθεί πόσα μικρά προβλήματα και θέματα μπορούν να λυθούν, αν βρεθεί ένας «τρελός» και βάλει φρένο στη νεοελληνική οκνηρία λέγοντας, «αυτό θα το φτιάξω εγώ τώρα κι όποιος θέλει ας με πάει στα δικαστήρια;»

Επιστρέφω λοιπόν στο αγαπημένο μου νησί, την Κέρκυρα με τον ευρωπαικό αέρα, την αγάπη για τη μουσική και τις τέχνες, για μια ολιγοήμερη παραμονή χάριν της θυγατέρας μου. Επειδή η Κέρκυρα ποτέ δε σταματά να με εκπλήσσει αποκαλύπτοντάς μου τις ομορφιές της ακόμα και μέσα στο περιβάλλον της ίδιας της πόλης, σε αυτή τη βόλτα ανακάλυψα το πλατύ καντούνι της Γκίλφορδ και το imabari που μου προσφέρει την πολυτέλεια να κολυμπώ πλάι στο φρούριο απλά περπατώντας ως εκεί. Σε ελάχιστα μέρη συναντάς αυτό το προνόμιο και είναι τυχεροί Κερκυραίοι και επισκέπτες του νησιού που μπορούν να το απολαμβάνουν.

Παραγγέλνουμε λοιπόν τα καφεδάκια μας στο bar με τα χαμογελαστά και φιλόξενα πρόσωπα και μετά παρατηρούμε γύρω μας το μαγαζί, τον κόσμο, τα σκάφη απέναντι, το υπέροχο Παλαιό Φρούριο της Κέρκυρας στα δεξιά. Ενώ ό,τι βλέπω είναι καλοφτιαγμένο, προσεγμένο, με πολύ ωραία αισθητική, με κάποιες ήπιες παρεμβάσεις του επιχειρηματία όπως ας πούμε η επένδυση με deck σε πέτρες και σκαλοπάτια που αλλιώς θα ήταν επικίνδυνα λόγω ολισθηρότητας, ξαφνικά το μάτι μου εντοπίζει ένα μάτσο σκουριασμένα σίδερα και σάπια ξύλα.

Στο δεξί όριο του καταστήματος υπάρχει μέσα στη θάλασσα κάτι σαν μικρή παλιά προβλήτα που ο καιρός και η θάλασσα την έχουν κυριολεκτικά ξεφτιλίσει και είναι να απορεί κανείς, πως ακόμα στέκεται. Αρχίζω και τρώγομαι με τα ρούχα μου. Εκμεταλλεύομαι την προσέγγιση δυο ευγενέστατων παιδιών από το προσωπικό του μαγαζιού για selfies και τους ρωτάω: «Καλά ρε, τόσο ωραίο μαγαζί, τόσο προνομιακό σημείο στην πόλη, τόσοι Έλληνες και ξένοι πελάτες, αυτό το ρημάδι γιατί το αφήσατε σε αυτό το χάλι, δεν μπορούσατε να το φτιάξετε, να το φωτίσετε, να μη λερώνει τον τόπο;»

Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, μη σας πω ψιλογέλασαν κιόλας με τη διαμαρτυρία μου, μου απαντούν: « Δε γίνεται κύριε Χρήστο (κεριά και λιβάνια), προσπαθήσαμε, ήθελε το αφεντικό να το φτιάξει αλλά δεν επιτρέπεται από την Αρχαιολογία »

Εδώ να κάνω μια μικρή παρένθεση και να σας πω ότι το όνειρό μου, όταν ήμουν μικρός ήταν να γίνω Αρχαιολόγος. Όχι εξαιτίας του Indiana Jones αλλά επειδή με είχε αγγίξει η σειρά της ΕΡΤ «Αρχαιοκάπηλοι» με το Θάνο Λειβαδίτη. Ήθελα να προστατεύω την αρχαία μας κληρονομιά από τους εγκληματίες και γενικότερα να ξεθάβω ό,τι μας έφερνε πιο κοντά στον αρχαίο μας πολιτισμό. Όπως ίσως γνωρίζετε δεν έγινα αρχαιολόγος, ούτε αρχαιοκάπηλος, όπως έλεγα στη μάνα μου μικρός μπερδεύοντας τη σύννομη και την έκνομη περί των αρχαίων δραστηριότητα, αλλά η αγάπη μου και ο σεβασμός για την Αρχαιολογία δεν έπαψε ποτέ.

Όταν πηγαίνω σε έναν τόπο, να όπως στην Κέρκυρα για παράδειγμα και ακούω ότι βάζει φραγμούς στην ανάπτυξη και στα έργα η Αρχαιολογία, υποπτεύομαι πάντα τα λαμόγια τους Νεοέλληνες, που προσπαθούν με πλάγιους τρόπους να απαξιώσουν αρχαιολογικά ευρήματα κι ανασκαφές, αν είναι να χτίσουν καμιά βιλάρα με πισίνα ή κανένα συγκρότημα με rooms to let ή να βάλουν καμιά παραπάνω ξαπλώστρα για να αυγατίσουν τα φράγκα στις τσέπες τους.

Στην προκειμένη περίπτωση αυτό που αντικρύζουν τα μάτια μου και προσπαθώ να σας μεταφέρω με κείμενο και φωτογραφίες, είμαι σίγουρος ότι δεν έχει καμιά σχέση με την αρχαία πολιτιστική κληρονομιά ούτε και με κάποια νεώτερη έκφανση του ελληνικού πολιτισμού και είμαι απολύτως σίγουρος ότι πρόκειται για έναν παλιοκαιρισμένο ντόκο από σκουριασμένα σίδερα και σάπια ξύλα, που αν ξεφύγει κανένα παιδάκι και πάει προς τα κει για βουτιές, θα πάει άκλαυτο και μετά θα αναρωτιόμαστε στα τηλεπαράθυρα ποιος έφταιξε.

«Βέβαια δεν εμπλέκεται μόνο η Αρχαιολογία κύριε Χρήστο (κεριά και λιβάνια), είναι στη μέση και το Λιμενικό Ταμείο κι ο Δήμος Κέρκυρας», συνέχισαν το προφορικό ρεπορτάζ οι δυο νεαροί Κερκυραίοι. Δεν είναι απαραίτητα έτσι βέβαια επειδή το λένε οι καινούργιοι φίλοι μου αλλά έλα που μου φαίνεται απολύτως αληθοφανές να εμπλέκονται τρεις διαφορετικοί φορείς σε μια τόσο απλή υπόθεση. Είναι δηλαδή πολύ πιθανό να εμπλέκονται τρεις διαφορετικοί δημόσιοι φορείς στο πότε και πως θα γκρεμιστεί ή θα αντικατασταθεί κάτι που σκούριασε, πάλιωσε και είναι επικίνδυνο.

Αναρωτιέμαι τώρα εγώ ο χαζός, λάτρης και συχνά επισκέπτης του αγαπημένου νησιού. Ένας άνθρωπος από το Δήμο, από το Λιμενικό Ταμείο, από την Εφορία Αρχαιοτήτων, από την περιφέρεια Ιονίων Νήσων, από τους τοπικούς βουλευτές, από την Αστυνομία Κέρκυρας, από τον τοπικό Τύπο δεν απορεί, που αυτό το χάλι στέκεται ακόμα όρθιο; Αυτή είναι η εικόνα που θέλουμε να δίνουμε στους επισκέπτες ενός από τους πιο τουριστικούς προορισμούς της έτσι κι αλλιώς τουριστικής χώρας μας; Ή μήπως θα εντάξουμε τα σκουριασμένα σίδερα και τα σάπια ξύλα στα Νεώτερα Ελληνικά Μνημεία; Αν είναι έτσι, να βάλουμε και εισιτήριο για όσους το κοιτάζουν.

Ξέρετε πόσα πράγματα λιμνάζουν μεταξύ αρμοδίων και συναρμοδιοτήτων στη χώρα μας, όπου κι αν ζείτε ; Έχετε αναρωτηθεί πόσα μικρά προβλήματα και θέματα μπορούν να λυθούν, αν βρεθεί ένας «τρελός» και βάλει φρένο στη νεοελληνική οκνηρία λέγοντας, «αυτό θα το φτιάξω εγώ τώρα κι όποιος θέλει ας με πάει στα δικαστήρια;» Έτσι εξηγούνται κάποια παραδείγματα δημάρχων, που ενώ ξεκινούν τη θητεία τους ως αντιπαθείς στην ευρύτερη κοινή γνώμη, εκλέγονται κι επανεκλέγονται από τις τοπικές κοινωνίες. Γιατί είναι τόσο τρελοί που αψηφούν μια άχρηστη και δαιδαλώδη κεντρική διοίκηση κάνοντας κάτι σήμερα, τώρα.

Κάτι μου λέει πως όταν θα ξαναπάω στο συγκεκριμένο σημείο ο σάπιος ντόκος θα είναι ακόμα εκεί παρακαλώντας ακόμα κι ο ίδιος για την ανακατασκευή του. Η αγέρωχη όμως ελληνική Δημόσια Διοίκηση θα συστήνει επιτροπές για να αποφανθούν επί του θέματος. Εναποθέτω λοιπόν κι εγώ τις ελπίδες μου στον πανδαμάτορα Ποσειδώνα να στείλει μερικά θυμωμένα κύματα ένα βράδυ που δε θα κινδυνεύει κανείς, για να ξηλώσει την ντροπή ή έστω σε έναν «τρελό» Μήτσο που ξέρει να χειρίζεται με μαεστρία το σιδηροπρίονο και το τροχάκι.

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.