Χαμηλοσυνταξιούχους και γενιά των 400 ευρώ θα πλήξει η μείωση του αφορολόγητου

Gazzetta team
Χαμηλοσυνταξιούχους και γενιά των 400 ευρώ θα πλήξει η μείωση του αφορολόγητου
Μόλις μια εβδομάδα προτίθενται να παραμείνουν επί ελληνικού εδάφους οι Θεσμοί κι αν κρίνει κανείς από τις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ- Μοσκοβισί, θα πρέπει είτε η κυβέρνηση να ρίξει πολύ νερό στο κρασί της για να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση είτε οι δανειστές να χαμηλώσουν πολύ τον πήχη των απαιτήσεων τους.

Το μόνο σίγουρο αυτή τη στιγμή είναι ότι όσο κατακάθεται ο κουρνιαχτός, που σήκωσαν οι δηλώσεις των Ευρωπαίων και των κυβερνητικών αξιωματούχων, τόσο γίνεται πιο αντιληπτό ότι η επικοινωνιακή διαχείριση του πακέτου μέτρων- αντίμετρων δεν θα είναι εύκολη. Κι αυτό γιατί οι απαιτήσεις των δανειστών «χτυπάνε» σε πολύ «ευαίσθητες» ομάδες του πληθυσμού, οι οποίες είναι ζήτημα αν θα μπορέσουν να καλυφθούν από την εφαρμογή των όποιων αντίμετρων, ειδικά από τη στιγμή που αυτά θα τεθούν σε ισχύ μόνο με υπέρβαση μόνιμου χαρακτήρα του 3,5% το 2018.

Με τα ως τώρα δεδομένα, το αφορολόγητο θα πρέπει να υποχωρήσει κάτω από τις 6.000 ευρώ (από 8.636 ευρώ σήμερα), προκειμένου να αποδώσει την περίπου 1 μονάδα του ΑΕΠ που ζητάει το ΔΝΤ και οι Ευρωπαίοι κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι θα μείνουν εκτεθειμένοι οι χαμηλοσυνταξιούχοι και η αποκαλούμενη γενιά των 400 ευρώ, η οποία αν ανατρέξει κανείς στα στοιχεία της Εργάνης καλύπτει ολοένα και μεγαλύτερο μέρος της πίτας των νέων θέσεων εργασίας, λόγω της στροφής στη μερική απασχόληση. Ειδικά για τους χαμηλοσυνταξιούχους το πλήγμα θα είναι διπλό, καθώς από το 2020 θα δουν μερική ή ολική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.

Και το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι: Πώς ακριβώς θα καλυφθούν αυτές οι ομάδες; Με μείωση του ΕΝΦΙΑ, όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, κάτι το οποίο προϋποθέτει ότι οι εν λόγω πολίτες είναι και ιδιοκτήτες ακινήτων; Με μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, όπως επίσης αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, κάτι που προϋποθέτει ευρεία χρήση τέτοιων υπηρεσιών; Με μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή της κλίμακας, κάτι το οποίο απορροφά όμως το προσδοκώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα από τη μείωση του αφορολογήτου;

Αυτό που έχει περάσει, επί του παρόντος, στα... ψιλά, είναι ότι η διαπραγμάτευση δεν αφορά μόνο στο «κενό» του 2019, αλλά και στην «τρύπα» του 2018, η οποία χαρακτηρίζεται, μεν, διαχειρίσιμη από την Αθήνα και τους Ευρωπαίους, αλλά δεν παύει να απαιτεί κάποια μέτρα. Η διαφορά μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των δανειστών ήταν αρχικά στα 700 εκατ. ευρώ, αλλά στην πορεία περιορίστηκε γύρω στα 200 εκατ. ευρώ, τουλάχιστον σε ότι αφορά στους Ευρωπαίους, καθώς το ΔΝΤ επιμένει ότι υπάρχει ένα «κενό» γύρω στα 500 εκατ. ευρώ. Και κάπως έτσι ξεκινά πάλι η συζήτηση γύρω από το άλλο... αγαπημένο θέμα των δανειστών: Την επανεξέταση των φοροαπαλλαγών και την κατάργηση όσων θεωρούνται αναποτελεσματικές ή αναχρονιστικές.

Ο κατάλογος των απαλλαγών είναι, πλέον, περιορισμένος σε σύγκριση με τα όσα ίσχυαν πριν από μερικά χρόνια, αλλά δεν παύει να συμπεριλαμβάνει ελαφρύνσεις που «ακουμπάνε» ακόμα πολύ κόσμο:

  • Οι απαλλαγές από τον ΕΝΦΙΑ αν και σαφώς λιγότερες υπολογίζονται σε κάτι λιγότερο από 90 εκατ. ευρώ
  • Οι απαλλαγές από ιατρικές δαπάνες ξεπερνάνε τα 120 εκατ. ευρώ
  • Η έκπτωση του 1,5% στην παρακράτηση φόρου είναι κάτι λιγότερο από 70 εκατ. ευρώ

Αν πάει κανείς στα πιο... βαριά, ο Προϋπολογισμός προβλέπει απαλλαγές από τους ΕΦΚ καυσίμων περίπου 600 εκατ. ευρώ και άλλα 470 εκατ. ευρώ από τις απαλλαγές ΕΦΚ στο αλκοόλ, ενώ για πρώτη φορά στον ειδικό τόμο των Φορολογικών Δαπανών καταγράφηκαν απαλλαγές περίπου 360 εκατ. Ευρώ για έσοδα από μερίσματα.

Πηγή: iefimerida.gr