Σινέ «Νοσταλγία»: Ανέκδοτα περιστατικά του παλιού ελληνικού κινηματογράφου

Σινέ Νοσταλγία Σινέ Νοσταλγία
Σινέ «Νοσταλγία»: Ανέκδοτα περιστατικά του παλιού ελληνικού κινηματογράφου
Το Σινέ «Νοσταλγία» ήρθε στο Gazzetta Plus με σκοπό να σας ξεναγεί κάθε εβδομάδα στις πιο αγαπημένες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου! To ταξίδι στις πιο αγαπημένες ελληνικές ταινίες, που έχουν «ντύσει» όλες μας τις αναμνήσεις συνεχίζεται...

ME THN EΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΗΣ Bergmann Kord

«Ο μάγκας με το τρίκυκλο» και η μήνυση της Βουγιουκλάκη σεΣακελλάριο και Τζαβέλλα

O Σταύρος Παράβας αποτελεί μία ιδιαίτερη πάστα ηθοποιού, ο οποίος μπορούσε με την ίδια ευκολία που υποδύονταν έναν λαϊκό άνθρωπο, να υποδυθεί και έναν «σαλονάτο». Η έμφυτη λαϊκή του προδιάθεση, που όμως ήταν τόσο «εξευγενισμένη», αληθινή και ντόμπρα, του έδωσε σημαντική ώθηση στην καριέρα του. Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της προδιάθεσης αποτυπώθηκε στο κινηματογραφικό πανί το 1972, με την ταινία «Ο μάγκας με το τρίκυκλο», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο ίδιος, μαζί με την Τόνια Καζιάνη. Τη χρονιά εκείνη ο Γιάννης Δαλιανίδης αποφασίζει να μεταφέρει στον κινηματογράφο το θεατρικό του μιούζικαλ «Το σεξ και πως να το αποκτήσετε», έργο που είχε αντικαταστήσει στη σκηνή στο θέατρο «Πάνθεον» τη σεζόν 1970-71, το «Μαριχουάνα Στοπ», αλλά με διαφορετική διανομή ρόλων. Ο Σταύρος Παράβας έπαιξε το ρόλο που στο θέατρο είχε παίξει πρώτα ο Γιώργος Πάντζας, ενώ η Τόνια Καζιάνη αντικατέστησε τη Ζωή Λάσκαρη και η Μάρθα Καραγιάννη την Δέσποινα Στυλιανοπούλου. Όπως οι περισσότεροι ηθοποιοί της γενιάς του, ο Σταύρος Παράβας πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια, κάνοντας πολλές και διαφορετικές δουλειές για να ζήσει. Γεννήθηκε το 1935 από γονείς Μικρασιάτες, ήταν το μικρότερο από τα 5 παιδιά της οικογένειας και μεγάλωσε στα Προσφυγικά, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το ντεμπούτο του στο θέατρο το έκανε το 1955 δίπλα στην Κατερίνα, υποδυόμενος έναν αστυνομικό στο «Πρώτο ψέμα» του Γιώργου Ρούσσου, παράσταση που μερικά χρόνια αργότερα έγινε ταινία με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η πασίγνωστη σήμερα «Σωφερίνα». Ο Παράβας έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως ο πρώτος ηθοποιός που τόλμησε να ενσαρκώσει ρόλους θηλυπρεπών ανδρών, με την πρώτο σχετικό ρόλο να είναι εκείνος του Φίφη, στην ταινία «Μικροί-μεγάλοι εν δράση», το 1963. Η επιτυχία ήταν μεγάλη και από εκεί και πέρα ακολούθησαν πολλές προτάσεις προς τον ίδιο για παρόμοιους ρόλους, σε ταινίες όπως «Φίφης ο αχτύπητος», «Η Χαρτορίχτρα», «Ο Μόδιστρος», «Κλεοπάτρα εν δράσει», «Η Κλεοπάτρα ήταν Αντώνης» και πολλές άλλες. Όπως επισημαίνει σε σχετικό του σχόλιο ο Ιάσωνας Τριανταφυλλίδης, «όσες φορές δοκίμασε στα χρόνια του ´60 ο Παράβας να παίξει έναν ρόλο… με περισσότερη αρρενωπότητα έπεφτε στο κενό και το ίδιο συνέβαινε και στο θέατρο, στις επιθεωρήσεις όπου οτιδήποτε άλλο και να έπαιζε, έπρεπε να υπάρχει και ένα νούμερο όπου έπαιζε είτε το κορίτσι, είτε τη γυναίκα ή κάποιον θηλυπρεπή άντρα». Κάποιες απο τις «θηλυπρεπείς» ερμηνείες του στο θέατρο προκάλεσαν πάταγο, όπως π.χ. όταν έπαιξε την Αλίκη Βουγιουκλάκη σε ένα νούμερο το 1968 στην επιθεώρηση «Και μη χειρότερα». Υποδύθηκε τόσο ρεαλιστικά την Βουγιουκλάκη που η τελευταία έκανε μήνυση τους συγγραφείς του έργου Αλέκο Σακελλάριο και Γιώργο Τζαβέλλα γιατί αισθάνθηκε πως θίγεται. «Κύριε πρόεδρε Παράβας υπάρχει, παράβαση δεν υπάρχει» είχε πει ο Γιώργος Μουζάκης ο μουσικός της παράστασης στο δικαστήριο ως μάρτυς υπερασπίσεως. Σημεία-σταθμοί στην πορεία του Παράβα στον κινηματογράφο ήταν οι ταινίες «Το κοροϊδάκι της πριγκηπέσας» και «Ο μάγκας με το τρίκυκλο», τις οποίες γύρισε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με τον Γιάννη Δαλιανίδη. Μάλιστα, ο χαρακτηρισμός «μάγκας με τον τρίκυκλο» τον ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2008. Στα χρόνια της δικτατορίας, ενώ η καριέρα του ήταν στα καλύτερά της, ένα θεατρικό νούμερο που έπαιξε στο θέατρο Ρέξ ήταν η αιτία να συλληφθεί και να φυλακιστεί στη Γυάρο. Μάλιστα, ήταν στους τελευταίους 44 ανθρώπους που αποφυλακίστηκαν από το νησί αυτό, μετά την πτώση της δικτατορίας. Με την επιστροφή του από την εξορία έκανε στροφή σε πιο κλασικό και σύγχρονο ρεπερτόριο. Μεταξύ των έργων που έπαιξε ήταν ο «Πλούτος» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Λούκα Ρονκόνι, οι «Ιππείς» του Αριστοφάνη με το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, οι «Εκκλησιάζουσες», οι «Ψύλλοι στ' αφτιά» του Φεντό με τον θίασο Καλογεροπούλου, το «Μόνο ζευγάρι» με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, στα «Σκουπίδια», στα «Χριστούγεννα των Κουπιέλο» κ.ά. Ο Σταύρος Παράβας από το γάμο με τη σύζυγό του Άννυ απέκτησε τρία παιδιά: Δύο κόρες, τη Μάρθα και τη Βανέσσα, κι ένα γιο, τον Τζόναθαν. Την περίοδο της δικτατορίας, όμως, η σύζυγός και τα παιδιά του επέστρεψαν μόνιμα στην Αγγλία και έμεινε μόνος του στην Ελλάδα. Το 2002 ο γιος του Τζόναθαν πέθανε και ο θάνατός αυτός του στοίχισε πολύ.

Τα «Πρόσωπα λησμονημένα», η ταινία των αριστερών ηθοποιών και ο Τζαβέλλας που τη θεωρεί τη μεγαλύτερη αποτυχία του...

Ήταν το 1946, όταν η Ελλάδα έβγαινε από τον εφιάλτη του εμφυλίου πολέμου και προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της. Η Τέχνη και ο Πολιτισμός, για άλλη μια φορά στην ιστορία, είχαν αναλάβει να δώσουν πνοή στην ελληνική κοινωνία και να την κρατήσουν όρθια. Ο Φίνος αποφασίζει να γυρίσει μια ταινία με ενδιαφέρουσα πλοκή, εμπνευσμένη από τα φιλμ νουάρ του αμερικανικού κινηματογράφου, που εκείνη την εποχή έκαναν «θραύση» στις κινηματογραφικές αίθουσες. Έτσι, καλεί τον Γιώργο Τζαβέλλα και συμφωνούν να γυρίσουν την ταινία «Πρόσωπα λησμονημένα», η οποία ήταν και η πρώτη ταινία της Finos Film που σκηνοθέτησε ο Τζαβέλλας. (Να σημειωθεί ωστόσο ότι η ταινία ήταν συμπαραγωγή με την κινηματογραφική εταιρεία της εποχής Ωρίων). Μάλιστα, ο σκηνοθέτης που εμφανίζεται σε μια σκηνή του έργου ως οδηγός ενός αυτοκινήτου, θεωρούσε την ταινία αυτή, ως την μεγαλύτερη αποτυχία του. «Και να φανταστεί κανείς πως από τους κριτικούς χαρακτηρίστηκε, τουλάχιστον σκηνοθετικά, η καλύτερη της χρονιάς», αναφέρει χαρακτηριστικά η Finos Film, στον επίσημο ιστότοπό της. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν κορυφαίοι ηθοποιοί, που σήμερα θεωρούνται πλέον «ιερά τέρατα» του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου: Αιμίλιος Βεάκης, Μιράντα Μυράτ, Γιώργος Παππάς, Ζινέτ Λακάζ, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Αθανασία Μουστάκα, Δήμος Σταρένιος, Μαρίκα Φιλιππίδου, Τζόλυ Γαρμπή, Κούλης Στολίγκας, Νάσος Κεδράκας. Για τον τελευταίο μάλιστα, ήταν η πρώτη κινηματογραφική του εμφάνιση. Όσον αφορά στην υπόθεση, ένας άνθρωπος του υποκόσμου, ο Τώνης, τυχοδιώκτης που έχει γυρίσει από την Αμερική, συναντά σε ένα καμπαρέ της Τρούμπας του Πειραιά μια παλιά του ερωμένη, τη Μαρία, η οποία έχει εγκαταλείψει για χατίρι του τον άνδρα και το παιδί της και έχει γίνει πόρνη. Η κόρη της όμως, η Αλίκη, που θεωρεί τη μάνα της πεθαμένη, ετοιμάζεται να παντρευτεί έναν νέο της καλής κοινωνίας κι αυτό θέλει να το εκμεταλλευθεί ο Τώνης, επιχειρώντας να εκβιάσει τον πατέρα της, αλλά η Μαρία τον σκοτώνει για χάρη της ευτυχίας της κόρης της. Η μουσική ήταν του Γιώργου Μαλλίδη και στην ταινία τραγουδούσε η Στέλλα Γκρέκα. Η πρώτη της προβολή έγινε στις 8 Απριλίου 1946. Παρά την τεχνική της αρτιότητα – για τις τότε δυνατότητες του ελληνικού κινηματογράφου -, η ταινία «Πρόσωπα λησμονημένα» κατηγορήθηκε πολύ από τους κριτικούς της εποχής. Ένας βασικός λόγος ήταν ότι ο Τζαβέλλας είχε χρησιμοποιήσει ηθοποιούς αριστερών φρονημάτων (Αιμίλιος Βεάκης, Γιώργος Παππάς, Μιράντα Μυράτ κ.α.), κάτι που δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό απο το πολιτικό κατεστημένο της εποχής. Αυτός ήταν και ο λόγος που η ταινία δεν πήγε καλά εμπορικά και γρήγορα τέθηκε στο περιθώριο. Ωστόσο αποτελεί ταινία σταθμό στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, η οποία εκτιμήθηκε πολλά χρόνια αργότερα, τόσο για τις ερμηνείες των ηθοποιών της (εκπληκτική η ερμηνεία του Γιώργου Παππά στο ρόλο ενός ανθρώπου της παρανομίας), όσο και για την εξαιρετικά ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας της ελληνικής κοινωνίας εκείνης της εποχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1946 γυρίστηκαν μόλις 3 ακόμα ελληνικές ταινίες: Το «Παπούτσι απο τον τόπο σου», «Οι αδούλωτοι σκλάβοι» (με την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της Έλλης Λαμπέτη) και η «Καταδρομή» του Μ. Καραγάτση, με πρωταγωνιστές τον Μάνο Κατράκη και την Ελένη Χατζηαργύρη.

Η γάτα, η ζημιά και...ο κόμβος του Λογοθετίδη

Η δύσκολη αλλά και πιο ανθρώπινη ζωή της ελληνικής επαρχίας τη δεκαετία του 1950, η απιστία και η κοινωνική θέση των γυναικών αποτελούν τα βασικά δομικά στοιχεία στα οποία «χτίστηκε» η ταινία «Ούτε γάτα, ούτε ζημιά», η οποία γυρίστηκε στο τέλος του 1954 από τη Finos Film, σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου και σενάριο του ίδιου και του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Άλλωστε αποτελούσε κινηματογραφική διασκευή της ομώνυμης θεατρικής κωμωδίας των δύο αυτών συγγραφέων, η οποία είχε γραφτεί ειδικά για τον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη. Όπως αναφέρει η Finos Film, η ταινία είχε μεγάλη απήχηση στο ελληνικό κοινό, αφού τα θέματα που πραγματεύεται όπως η απιστία και η κοινωνική θέση των γυναικών, ήταν ιδιαίτερα επίκαιρα εκείνη την εποχή. (Παραμένουν επίκαιρα ακόμα και σήμερα, θα έλεγε κανείς. Μάλλον πρόκειται για ζητήματα διαχρονικά και...αιώνια). Η επιτυχία της βέβαια οφείλεται και στις εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών της Βασίλη Λογοθετίδη, Ίλια Λιβυκού, Μίμη Φωτόπουλου, Λάμπρου Κωνσταντάρα, Ρένας Στρατηγού. Η υπόθεση; Ο Λαλάκης (Βασίλης Λογοθετίδης) λέει ψέματα στη γυναίκα του (Ίλυα Λιβυκού) ότι πάει επαγγελματικό ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, αλλά στην πραγματικότητα πηγαίνει εκδρομή με τη φιλενάδα του (Ρένα Στρατηγού). Η γυναίκα του ανακαλύπτει το ψέμα και για να τον εκδικηθεί, συνεννοείται με έναν νεαρό που την φλερτάρει (Δημήτρης Κωνσταντάρας) και πάνε και εκείνοι εκδρομή. Όμως από κακή τους τύχη τα δυο ζευγάρια εγκλωβίζονται σε ένα σιδηροδρομικό σταθμό και επειδή δεν μπορούν να φύγουν, φιλοξενούνται στο σπίτι του σταθμάρχη (Μίμης Φωτόπουλος) για μια βραδιά. Η σύζυγος του Λαλάκη προσποιείται ότι είναι κάποια άλλη, κοντεύοντας να τον τρελάνει. Την άλλη μέρα, αποκαλύπτονται όλα, αλλά, ευτυχώς για τον Λαλάκη, «ούτε γάτα, ούτε ζημιά». Αξέχαστη η ατάκα του Λογοθετίδη, όταν «ξεμένει» στο μικρό χωριουδάκι έχοντας χάσει το τρένο, με την οποία ειρωνεύεται τον σταθμάρχη, ο οποίος του λέει ότι το χωριό αποτελεί....κόμβο! «Εσύ κι ο κόμβος σου....». Στην ταινία πρωταγωνιστούν ακόμα οι Βαγγέλης Πρωτόπαππας, Ντίνα Σταθάτου, Ράλλης Αγγελίδης κ.α. Η φωτογραφία είναι του μετρ του είδους της εποχής, Αριστείδη Καρύδη-Φουκς και η μουσική είναι του Γιώργου Μουζάκη. Η ταινία «Ούτε γάτα, ούτε ζημιά» προβλήθηκε για πρώτη φορά στις 15 Φεβρουαρίου του 1955 και έκοψε 61.585 εισιτήρια. O Bασίλης Λογοθετίδης γύρισε μόλις 11 ταινίες, οι οποίες όμως είναι και παραμένουν μοναδικές στο είδος τους, αποτελώντας σημεία αναφοράς στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, αλλά και ο Κώστας Χατζηχρήστος, δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη την επιτυχία των ταινιών του Λογοθετίδη και ξαναγύρισαν συνολικά τέσσερις από αυτές. Τις ταινίες «Ένα βότσαλο στη λίμνη», «Δεσποινίς ετών 39» και «Δελησταύρου και υιός» ξαναγύρισε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας με τους τίτλους «Ο σπαγκοραμμένος», «Ο Ρωμιός έχει φιλότιμο» και «Υιέ μου υιέ μου» αντίστοιχα, ενώ ο Κώστας Χατζηχρήστος πρωταγωνίστησε στο remake της ταινίας «Σάντα Τσικίτα», υπό το νέο τίτλο «Ο παράς κι ο φουκαράς». Η πρώτη εμφάνισή του Βασίλη Λογοθετίδη στον κινηματογράφο καταγράφεται το 1933, στην δυστυχώς άγνωστη αισθηματική ταινία «Ο κακός δρόμος», την οποία σκηνοθέτησε ο Τούρκος Ερτογρούλ Μουσχίν. Η ταινία γυρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, ήταν βασισμένη σε ομώνυμο έργο του Γρηγορίου Ξενόπουλου, ενώ πρωταγωνιστούσαν ακόμα η Μαρίκα Κοτοπούλη, η Κυβέλη, η Μιράντα Μυράτ και ο Γιώργος Παππάς. Η τελευταία ταινία του Βασίλη Λογοθετίδη ήταν το έργο του Αλέκου Σακελλάριου «Ένας ήρως με παντούφλες», που γυρίστηκε το 1958. Εκεί υποδύθηκε τον τέως στρατηγό Λάμπρο Δεκαβάλα, ο οποίος μέσα από την αφέλειά του, ανακαλύπτει με πικρό τρόπο την βρωμιά της πολιτικής, η οποία συνθλίβει στην ψυχή του τα ιδανικά της πατρίδας, για τα οποία ο ίδιος πολέμησε.

Περιμένουμε σχόλια, απόψεις και παρατηρήσεις στο mail μας

Σινέ Νοσταλγία
Σινέ Νοσταλγία