Ο Ζιο και τα ινδάλματα μιας άλλης εποχής! (ιστορικά vids)

Miltos+
Ο Ζιο και τα ινδάλματα μιας άλλης εποχής! (ιστορικά vids)

bet365

Την αφορμή για τη ρετρό ιστορία αυτής της Τρίτης την έδωσε η παρουσίαση της αυτοβιογραφίας του Ζιοβάνι. Ο Μίλτος ο Νταλικέρης θυμάται τους ...Γιοβάνηδες μιας άλλης εποχής και εξηγεί την αλλοπρόσαλλη φωτογραφία!

Για να μην κυκλοφορείς ανασφάλιστος, ασφάλισε το αυτοκίνητό σου τώρα στην Anytime!

Κατ΄ αρχάς, μην περιμένετε στο κείμενο που ακολουθεί να διαβάσετε κριτική του βιβλίου «Ζιοβάνι, ο Θρύλος», γιατί ακόμα δεν πρόλαβα να το ανοίξω. Αυτές τις μέρες έχω πέσει με τα μούτρα στον «Μυστικό Λόγο» του Τομ Ρομπ Σμιθ, συγγραφέα του εξαιρετικού «Παιδί 44». Μόλις το ολοκληρώσω, θα ξεκινήσω τον Ζιοβάνι. Το σίγουρο είναι πως έχω εμπιστοσύνη στην πένα του Αλέξανδρου Λοθάνο που έγραψε την αυτοβιογραφία του Ζιοβάνι, αλλά και την περιέργεια να μάθω λεπτομέρειες για την εκτός ποδοσφαίρου ζωή ενός από τους κορυφαίους ξένους παίκτες που πάτησαν ποτέ το πόδι τους στα ζευγαρισμένα γήπεδα της ελληνικής επικράτειας. Οπότε, φίλε Αλέξανδρε, φόρα πανοπλία, σε απειλεί η ακονισμένη κριτική πένα-σπαθί του Μίλτου!

Κι επειδή το βιβλίο κυκλοφορεί από την εκδοτική που με ...αγαπά και με υποστηρίζει (σλουρπ, σλουρπ), να υπενθυμίσω πως από τις εκδόσεις Εμβιπή (MVPublications) κυκλοφορούν κι άλλα ενδιαφέροντα βιβλία, μεταξύ των οποίων και το αριστούργημα ενός διάσημου που τώρα δεν θυμάμαι το όνομά του. Ρίξτε μια ματιά στο σάιτ...

Ο Ζιοβάνι, λοιπόν, ήταν αυτός που ήταν και είναι αυτός που είναι. Βαρύ όνομα, βαρύ χαρτί, σπουδαίος ποδοσφαιριστής και άνθρωπος, όπως είπαν στην παρουσίαση όσοι τον γνώρισαν. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού τον λάτρεψαν, οι ποδοσφαιρόφιλοι αναγνώρισαν την αξία του και -φυσικά- πολλοί πιτσιρικάδες ταυτίστηκαν μαζί του. Ο «Ζιο» ήταν το ίνδαλμά τους. Αυτή η αφορμή με γύρισε πίσω το χρόνο, στα πολυσυζητημένα έιτις των ρετρό ιστοριών μου. Ποιοι ήταν τότε τα ποδοσφαιρικά μας ινδάλματα; Ποια ήταν τα μεγέθη;

Η αλήθεια είναι πως τότε δεν είχαμε Ζιοβάνηδες και Γιοβάνηδες. Ή, κι αν είχαμε κάποιους παίκτες υψηλού επιπέδου, δεν είχαμε τα μέσα για να εμβαθύνουμε στην κλάση τους. Η τηλεόραση για αρκετά χρόνια ασπρόμαυρη, τα ριπλέι σπάνια και κακής ποιότητας, οι τηλεοπτικές μεταδόσεις αραιά και πού, στα γήπεδα ο κακός χαμός. Έκανε τακουνάκι ο Κοντογιωργάκης (στη φωτό από κάτω με τον Λάκη Νικολάου της ΑΕΚ), σηκωνόταν ο μπροστινός να το απολαύσει, απολάμβανες εσύ την πλάτη του, μετά τον ρώταγες «τι έκανε ο θεός;» και εκείνος σου απάνταγε με υποτιμητικό κούνημα του κεφαλιού πάνω - κάτω και ακόμα πιο υποτιμητική ερώτηση: «Γιατί, εσύ πού κοίταγες, ρε χαμένο;»! Έλα ντε...

Οπότε, μαζεύαμε χαρτάκια «Πανίνι» ή αφίσες από το «Μπλεκ» και το «Αγόρι» και φανταζόμασταν πώς οι «κοκαλωμένοι» -από το ...πουλάκι της κάμερας- αστέρες της φωτογραφίας «ζωγράφιζαν» στο γρασίδι. Ή ...ζωγραφίζαμε εμείς για πάρτη τους, κυριολεκτικά όμως, αφήνοντας στάμπες σε σχήμα και μέγεθος μπάλας στον -συνήθως φρεσκοασβεστωμένο- τοίχο του σπιτιού της Ζωίτσας του Ζέππου. Και όλη τη βδομάδα, για να δούμε τα ινδάλματά μας, περιμέναμε την «Αθλητική Κυριακή» ή μια άλλη εκπομπή, κάθε Τετάρτη, που την παρουσίαζε ο Γιάννης Αργυρίου κι εμείς κρεμόμασταν από τα μουστάκια του: «Και τώρα γκολ, πολλά γκολ. Γκολ από τα ευρωπαϊκά γήπεδα. Η πεμπτουσία του ποδοσφαίρου στις οθόνες της Ερτ2. Αλλά... δεν έχουμε γκολ. Με πληροφορούν από το κοντρόλ ότι ο χρόνος της εκπομπής τελείωσε. Κυρίες και κύριοι, καλή σας νύχτα»! Το είχαμε πάθει κι αυτό...

Ο Πέτρος ο Αρμένης, ως Αρειανός, πάντα είχε ίνδαλμα κάποιον παίκτη από την ομάδα του. Πρώτα τον Όλε, μετά τον Κούη (ειδικά με το γκολ-φάουλ επί της Δανίας, τον Οκτώβρη του ΄80 - δείτε το στο βίντεο παρακάτω), έπειτα όποιον ξένο έπαιρνε ο Άρης. Όταν παρίστανε κάποιον από όλους αυτούς, εμείς γελάγαμε, αλλά κάμποσοι στη γειτονιά έψαχναν για ...κράνος. Πρώτη και καλύτερη η Ζωίτσα του Ζέππου, που μια φορά είχε τηγανίσει μαρίδες για τον Ζέππο πριν δει την μπάλα να προσγειώνεται στο τραπέζι, το πιάτο να προσγειώνεται στην αυλή και τις μαρίδες να προσγειώνονται στο στόμα της γάτας. Λίγα δευτερόλεπτα πριν, σίγουρα θα είχε ακούσει τον Πέτρο να περιγράφει έναν μοναδικό συνδυασμό ανάμεσα στον εαυτό του και τον... εαυτό του, ουρλιάζοντας «Μουλαχασάνοβιτς, Πανοοόφ και γκοοοολ»! Η μπάλα έφυγε με δύναμη και απροσδιόριστη κατεύθυνση από το μίτο του παπουτσιού του... Πανόφ, σόρι, του Πέτρου, πέρασε πάνω από το κεφάλι του Πατούσα που έκανε τον τερματζή, πάνω από τον χωματόδρομο που όριζε την αλάνα, πάνω από τον φράχτη της αυλής του Ζέππου και... δυστυχώς όχι πάνω από το τραπέζι της αυλής. Δυστυχώς για όλους, όχι για τη γάτα. Ακολούθως, ο Ζέππος, που μόλις είχε φτάσει στο σπίτι πιωμένος έπειτα από κρασοκατάνυξη με τον Μαστρομανέλο, έγινε άγριο θηρίο. Απείλησε τη Ζωίτσα ότι θα τη σκίσει, έπιασε την μπάλα κι έψαχνε μαχαίρι να τη σκίσει κι εκείνη τη στιγμή που βρήκε το μαχαίρι ψαχουλεύοντας στα απομεινάρια του τραπεζιού μετά το σουτ του Πανόφ, έτριξε η πόρτα της αυλής κι εμφανίστηκε ο Πέτρος: «Αν τη σκίσεις, θα σε σκίσω», του είπε...

Και δεν την έσκισε...

Και συνεχίσαμε το παιχνίδι, πείθοντας τελικά τον Πέτρο πως δεν κάνει για Πανόφ, σόρι, για επιθετικός. Πως η θέση που του αρμόζει είναι αυτή του τερματζή. Πείστηκε να κάτσει τέρμα ένα χρόνο μετά, όταν ο Παντζιαράς έδωσε τη θέση του κάτω από τα δοκάρια του Άρη στον Ούγγρο Γκουϊντάρ. «Έλα, ρε Γκουϊντααάρ», φώναζε πλέον όταν έπιανε την μπάλα (σπάνια…) ο Πέτρος, ο οποίος αργότερα θα εγκατέλειπε και αυτή τη θέση, με την επιστροφή του Όλε στον Άρη για να κολλήσει τα τελευταία ένσημα. Πλέον, ήθελε να γίνει ηγέτης! «Κούης για τον Όλε, Όλε, Όλε και γκοοοολ», ακούγαμε έκτοτε και σίγουρα η Ζωίτσα έτρεχε να μαζέψει τις μαρίδες μην τη βρει κανένα κακό, τη στιγμή που της γάτας της έτρεχαν τα σάλια...

Εγώ, από την άλλη, ήμουν μυστήριο τρένο. Συγνώμη, αεροπλάνο. Καθώς όταν θέλαμε τερματοφύλακα που να πιάνει την μπάλα, αποφεύγαμε τον Πατούσα και τον ...Γκουϊντάρ και ανάμεσα στα δύο τσιμεντόλιθα που όριζαν το τέρμα, βάζαμε το ...Φάντομ. Έτσι με είχε βαφτίσει αρχικά ο Πέτρος, ο οποίος από τον περίφημο αγώνα με τη Δανία δεν είχε συγκρατήσει μόνο του φάουλ του Κούη, αλλά και τις αποκρούσεις που είχαν δώσει το προσωνύμιο «Φάντομ» στον Νίκο Σαργκάνη.

Ωστόσο, είχα ...πρόβλημα με αυτό το παρατσούκλι. Όχι γιατί δεν μου άρεσε ο Σαργκάνης, το αντίθετο. Το πρόβλημά μου ήταν το ...διάβασμα. Σε κάτι χαρτάκια «υπερατού» με αεροπλάνα που παίζαμε τότε, είχα διαβάσει πως το «Φάντομ» δεν ήταν το καλύτερο χαρτί. Τα πιο καλά χαρακτηριστικά τα είχε το «Κονκόρντ», ενώ υπερατού ήταν το «Τουπόλεφ». Κι επειδή το «Κονκόρντ» ήταν δύσκολη λέξη και δεν ταίριαζε σε τερματοφύλακα, αποφάσισα: «Να με λέτε ...Τουπόλεφ»! Ο Πατούσας, εθισμένος στα γλυκίσματα, με έλεγε «Τουλούμπεφ». Ο Πέτρος, πιο μεγάλος και πιο πονηρεμένος, με φώναζε «Τον-πούλο-φ». Ο Φώτης, απλώς πιο ...Φώτης, με έλεγε «Μπρέζνιεφ». Κι ο Δεμπασκαλάς, ως κουκουές, δεν ασχολιόταν μαζί μου (φυσικά και ήμουν ο Τουπόλεφ, τι να κλάσουνε τα Φάντομ μπροστά στο σοβιετικό μεγαλείο;), αλλά με τον Φώτη που άφηνε υπονοούμενα για τον σύντροφο Μπρέζνιεφ: «Δεν πας καλά»! Ο Παππούς δεν ήταν ακόμα μέλος της παρέας. Αν ήταν, μάλλον θα με φώναζε ...«Σεμπάστιαν», που ήταν από τα αγαπημένα του τραγούδια!

Τέλος πάντων, όλοι είχαμε κάποιο ποδοσφαιρικό ίνδαλμα. Ο Πατούσας τον Γρηγόρη Χαραλαμπίδη (ίσως επειδή ήταν το ίδιο αργοί - αν και ο Γκρέγκορυ ήταν μεν αργός, αλλά ήταν και θάνατος στην αντίπαλη περιοχή) και τον Φορτούλα (όταν έπαιζε τερματοφύλακας - μόνο που ο Μλάντεν έπιανε), ο Δεμπασκαλάς τον ...Μπρέζνιεφ (καλά ντε, τον Μπλαχίν), ο Φώτης τον Γκούλιτ μου μοιάζει, δεν μου μοιάζει;») και τον Ρουμενίγκε μου μοιάζει, δεν μου μοιάζει;»). Μέχρι που κάποια στιγμή είδαμε ένα Ολ Σταρ Γκέιμ του Εν Μπι Έι σε βιντεοκασέτα που μας δάνεισει ο Ντένης ο Αμερικάνος. Τότε ο Φώτης αποφάσισε πως του έμοιαζε ο Μάτζικ. Τα αποτελέσματα;

Τράτζικ!

Μέχρι να ξεχάσω τι ...γλυκός τερματοφύλακας ήταν εκείνος ο Τουλούμπεφ, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...

Υ.Γ.: Τους πρωταγωνιστές της ρετρό ιστορίας, μπορείτε να τους γνωρίσετε καλύτερα στο μυθιστόρημά μου, «Είναι στημένο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εμβιπή (MVPublications) με υπογραφή Χρήστου Ελευθερίου. Για αυτό και ό,τι άλλο επιθυμείτε, θα τα λέμε στην ιστιοσανίδα μου στο φέισμπουκ.

Υ.Γ.2: Το ερχόμενο Σάββατο 27 Απριλίου (12:00) θα τα πούμε από κοντά, στην εν Αθήναις παρουσίαση του βιβλίου μου, στο βιβλιοπωλείο Ιανός (Σταδίου 24). Ο Μίλτος ο Νταλικέρης και η παρέα του θα είναι εκεί και θα σας περιμένουν!

 

Τελευταία Νέα