Η τελευταία ευκαιρία ενός σπάνιου ταλέντου

Η τελευταία ευκαιρία ενός σπάνιου ταλέντου

Θάνος Σαρρής Θάνος Σαρρής
Η τελευταία ευκαιρία ενός σπάνιου ταλέντου

bet365

Ο Θάνος Σαρρής θυμάται τις ποδοσφαιρικές παραστάσεις του Γκάνσο με τη Σάντος και γράφει για την μεγάλη ευκαιρία που του δίνει ο Σαμπάολι στη Σεβίλλη.

Πριν από πέντε χρόνια, όταν για επαγγελματικούς λόγους παρακολουθούσα συχνά παιχνίδια της Σάντος, το όνομα του Γκάνσο πήγαινε πακέτο με αυτό του Νεϊμάρ. Ήταν οι δύο παικτες-κλειδιά της Σάντος και από τα τις μεγαλύτερες ελπίδες του Brazileirao. Δύο χρόνια μεγαλύτερος από το μεγάλο ταλέντο του joga bonito και αποτελώντας γέννημα-θρέμμα της ομάδας του Πελέ, ο Γκάνσο ήταν πιο εγκεφαλικός, πιο δημιουργικός. Φαινόταν, σε αρκετούς παρατηρητές περισσότερο έτοιμος για Ευρώπη. Ένας playmaker με γρήγορη σκέψη, εξαιρετική τεχνική και ωριμότητα.

Η ηγετική του προσωπικότητα φάνηκε στο πρώτο από τα τρία σερί πολιτειακά Πρωταθλήματα της ομάδας του. Στον τελικό με την Σάντο Αντρέ, όπου η «πέισε» τελείωσε το ματς με παίκτες, πήρε την ομάδα από το χέρι και η τελική ήττα με 3-2 της χάρισε τον τίτλο. Ήταν εκπληκτικό το πως η Σάντος εξαρτόταν τόσο πολύ από αυτούς τους δύο. Οι υποχρεώσεις τους με την Εθνική και οι τραυματισμοί του Γκάνσο τους έκαναν να χάσουν αρκετά ματς, γεγονός που είχε τρομερό αντίκτυπο στην εικόνα των «ασπρόμαυρων». Η ποιότητα που έβγαζε ο νυν παίκτης της Σεβίλλης στη μεσαία γραμμή ήταν μοναδική στο Πρωτάθλημα. Τελικά, έπρεπε να περιμένει μέχρι το 2016 για να κάνει το μεγάλο ταξίδι.

Πριν το Μουντιάλ του 2010, τα μεγάλα ονόματα της Βραζιλίας όπως ο Ζίκο και ο Ρομάριο είχαν πέσει πάνω στον Ντούνκα, ζητώντας να πάρει στην αποστολή για τη Νότια Αφρική τον ταλαντούχο μέσο της Σάντος. Η σωματοδομή και η επαφή με τη μπάλα έκαναν αρκετούς να μιλούν ήδη για τον νέο Ζιντάν. Κι όταν το ξανασκέφτονταν, τον έχριζαν νέο Κακά, λόγω και της ντρίμπλας και της εκτέλεσης που διέθετε παρά το ψηλό και δυνατότερο κορμί του. «Ο Γκάνσο είναι το μεγαλύτερο ταλέντο που η Βραζιλία έχει βγάλει την τελευταία δεκαετία», έλεγε ο Σόκρατες.

Ο Νεϊμάρ τον αποκαλούσε «αριστεροπόδαρο Ζιντάν» και έλεγε συχνά ότι πιστεύει πως θα ξεπεράσει τον μεγάλο Γάλλο στη συνέχεια της καριέρας του. Η τεχνική του, σε συνδυασμό με τα σωματικό του χαρακτηριστικά, την αντίληψη του παιχνιδιού και την επιρροή στο παιχνίδι, σε ένα πρωτάθλημα τακτικά αδύναμο και με τους μέσους τις περισσότερες φορές να έχουν συγκεκριμένους ρόλους, έδειχνε ότι μπορεί να φτάσει ψηλά. Το ενδιαφέρον της Γιουνάιτεντ, της Σίτι (η οποία έδωσε και δανεικό τον Ρομπίνιο στη Σάντος) και της Τσέλσι έφεραν τη ρήτρα των 82 εκατομμυρίων.


Ο Ντούνκα δεν πείστηκε, αλλά ο Μενέζες του έδωσε την ευκαιρία στο Copa America του 2011. Ο Γκάνσο δεν την άρπαξε, κινούμενος στη γενική μετριότητα της Σελεσάο. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της επόμενης χρονιάς, η λάμψη του Όσκαρ ξεπέρασε αυτή του Γκάνσο, παίρνοντας τη θέση του στον τελικό. Σε συλλογικό επίπεδο, οι συνεχείς τραυματισμοί τον κράτησαν πίσω κι ενώ το όνομά του ακουγόταν για τη Μίλαν και άλλες Ευρωπαϊκές ομάδες, τελικά κατέληξε στη Σάο Πάολο, θέλοντας να κάνει μια νέα αρχή με τον Μουρίσι Ραμάλιο προπονητή. Μαζί του, το 2011 είχε κατακτήσει με τη Σάντος το Κόπα Λιμπεραδόρες.

Αυτομάτως, έγινε «κόκκινο» πανί για τους οπαδούς της «πέισε». Ωστόσο, δεν κατάφερε στη Σάο Πάολο να ανέβει σκαλοπάτι και να δώσει ώθηση στα ευρωπαϊκά του όνειρα. Παρότι για δύο χρονιές είχε συμμετοχές στο Μπραζιλεϊράο, δεν κατάφερε να δικαιώσει τις απαιτήσεις που τον συνόδευαν σε κάθε του κίνηση και να γίνει φυσικός ηγέτης. Το πρόβλημα με την εταιρεία DIS που είχε συμβόλαιο μαζί του για το 45% των δικαιωμάτων και διεκδίκησε δικαστικά μέρος της μεταγραφής από τη Σάντος, καθώς και κάποιοι τραυματισμοί τον επηρέασαν, ενώ για ένα διάστημα στάλθηκε να προπονείται με τις ρεζέρβες, έχοντας ασκήσει δημόσια κριτική στην τακτική του προπονητή. Το 2014, με τον Ζάντσον να πηγαίνει στην Κορίνθιανς και τον Πάτο να ακολουθεί το αντίθετο δρομολόγιο, πήρε τη φανέλα με το νούμερο 10.

Η Σάο Πάολο θέλησε με τον τρόπο αυτό να δείξει την εμπιστοσύνη της προς το πρόσωπό του. Ο δανεισμός του στην Ορλάντο Σίτι το 2015 χάλασε και σταδιακά άρχισε να γίνεται όλο και πιο σημαντικός για την ομάδα του. Μετά από αρκετά ups and downs, φέτος είχε πέντε γκολ σε 17 ματς, βρίσκοντας σταθερότητα και δείχνοντας επιτέλους ξανά σε συνεχόμενα ματς την κλάση του. Έκανε τους οπαδούς της ομάδας να αναρωτιούνται αν είναι ο ίδιος ποδοσφαιριστής που έβλεπαν πέρυσι και τον Ντούνγκα να τον συμπεριλάβει στην αποστολή για το Copa America Centenario. Έμεινε στον πάγκο, ωστόσο ήταν η πρώτη φορά που κλήθηκε στην Εθνική μετά το 2012 και μολονότι δεν αγωνίστηκε, κατάφερε να πάρει μεταγραφή για τη Σεβίλλη.

Το οφείλει στον νέο της προπονητή, Χόρχε Σαμπάολι, ο οποίος προσωπικά κίνησε τις διαδικασίες για την απόκτησή του, πιστεύοντας στο ταλέντο που βρίσκεται εκεί όλα αυτά τα χρόνια της περιπλάνησης στη χώρα του καφέ. Οι Ανδαλουσιανοί πλήρωσαν τόσο τη Σάο Πάολο, όσο και την DIS, που πλέον έχει το 68% των δικαιωμάτων του. Τον Μάιο του 2015 ο Σαμπάολι είχε συζητήσεις με την «τρικολόρ», οι οποίες δεν ευδοκίμησαν. Όντας ήδη θαυμαστής του Γκάνσο, μελέτησε περισσότερο τα στοιχεία του και εντυπωσιάστηκε ακόμα περισσότερο. Τον θεωρεί κομβικό για την ομαλή εξέλιξη της μετάβασης στο Πιθχουάν.

Όσο για τον ίδιο τον Γκάνσο; Η ευκαιρία μοιάζει μοναδική. Και στα 26, θα είναι πιθανότατα η τελευταία. Με έναν προπονητή που τον πιστεύει στο 100% και είναι αποφασισμένος να δουλέψει στο ταλέντο του, έχοντας πίσω του μια καλή σεζόν, σε ένα κλαμπ και σε ένα πρωτάθλημα που δεν θα καταπιέσει την δημιουργικότητά του. Μένει να δούμε αν αυτή τη φορά θα δικαιώσει τις προσδοκίες.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Θάνος Σαρρής
Θάνος Σαρρής

O Θάνος Σαρρής γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Πάρο. Ερωτεύτηκε από μικρή ηλικία τη μαγεία του αθλητισμού και το γράψιμο. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ και έκανε το master του στο Πολιτικό της Νομικής. Λατρεύει τα ταξίδια σε ποδοσφαιρικές γειτονιές του εξωτερικού, τις ιστορίες που γεννά το ποδόσφαιρο εντός κι εκτός αγωνιστικού χώρου και θυμάται την ατμόσφαιρα του γηπέδου σχεδόν απ' όταν θυμάται τον εαυτό του. Τα βιβλία του, «Η Μπάλα στην Κερκίδα» και «30 θεοί του ελληνικού ποδοσφαίρου», κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΟΞΥ και Brainfood αντίστοιχα.