Με το μαχαίρι στα δόντια…

Με το μαχαίρι στα δόντια…

bet365

Ο Ντιέγο Σιμεόνε συμπλήρωσε 500 αγώνες με την Ατλέτικο και ο Γιώργος Κοντογεώργης γράφει για την πορεία του ποδοσφαιριστή Τσόλο μέχρι να επιστρέψει σαν προπονητής στο Calderon.

Αν και το αποτέλεσμα δεν ήταν τέτοιο που να του επιτρέπει να γιορτάσει, ο Ντιέγο Σιμεόνε στον εκτός έδρας αγώνα με την Λεγανές (0-0) έγραψε ιστορία με τους Rojiblancos. Ο Αργεντινός συμπλήρωσε 500 παιχνίδια σαν παίκτης [172] και προπονητής [328], συγκομιδή που τον βάζει στο Νο3 της σχετικής λίστας, πίσω μόνο από τον απόλυτο θρύλο του συλλόγου, Λουίς Αραγονές [368 παίκτης, 612 προπονητής] και τον Αντελάρδο Ροδρίγες, που έπαιξε σε 550 ματς χωρίς να προπονήσει ποτέ την Ατλέτικο. «Θέλουμε να γίνει ο δικός μας Αλεξ Φέργκιουσον» είπε ο πρόεδρος, Ενρίκε Θερέθο. Εχοντας πολύ δρόμο μπροστά του για να κάνει τον μύθο του ακόμα μεγαλύτερο, παίρνουμε την αφορμή και θυμόμαστε την πορεία του ποδοσφαιριστή Σιμεόνε από τις πρώτες μέρες στην Βελέζ μέχρι την Ατλέτικο και το πως οι προπονητές με τους οποίους συνεργάστηκε είχαν τεράστια επιρροή σε αυτό που είναι σήμερα.

Γεννήθηκε το 1970 στη γειτονιά Παλέρμο του Μπουένος Αϊρες από μητέρα κομμώτρια και πατέρα έμπορο, οι οποίοι τον έγραψαν στην ακαδημία της Βελέζ. Κάνοντας τα πρώτα του βήματα σε μια εποχή που η Εθνική Αργεντινής κατέκτησε τα Mundial του 1978 και του 1986, ήθελε από μικρή ηλικία να γίνει ποδοσφαιριστής και οι χλευασμοί των συμμαθητών του στο σχολείο όταν το είπε στην τάξη, δεν τον πτόησαν. Ομως, αν και μεγάλωσε σε μία χώρα που το επιθετικό ταλέντο κυριαρχεί, η μοίρα τον έστειλε από την αρχή σε έναν προπονητή που θα αναδείκνυε τον δυναμισμό και τη μαχητικότητά του.

Ο Βικτόριο Σπινέτο ήταν μέσος που έπαιξε στην Εθνική Αργεντινής τη δεκαετία του ’30, κάθισε στον πάγκο της στα τέλη του ’50 με αρχές του ’60 και ήταν από το 1942 μέχρι το 1956 τεχνικός της Βελέζ στην οποία χάρισε πρωτάθλημα και πολλές δεύτερες θέσεις. Εκείνο το διάστημα βοηθούσε το club με τις ακαδημίες και μια μέρα σταμάτησε την προπόνηση για να ρωτήσει πόσων ετών ήταν ο Σιμεόνε. Οταν έμαθε ότι ήταν 15, του είπε ότι σε δύο χρόνια πρέπει να βρίσκεται στην πρώτη ομάδα. Και θα ήταν.

Υπό τις οδηγίες του Σπινέτο, ο Σιμεόνε άρχισε να παίρνει από μικρός τα χαρακτηριστικά του πολεμιστή. Ο προπονητής πέρασε πράγματα στη νοοτροπία του πιτσιρικά, τα οποία έμειναν βαθιά μέσα του για πάντα. Το μόνο που σου επιτρεπόταν να πανηγυρίσεις, ήταν η νίκη. Παρηγοριά δεν υπήρχε για τίποτα, όπως δεν υπήρχε και χειροκρότημα αν έκανες κάποιο ανούσιο τρικ με την μπάλα. Το καλό της ομάδας και η δική της επιτυχία ήταν πάνω από οτιδήποτε προσωπικό.

Ο Σιμεόνε πήρε το παρατσούκλι του από έναν άλλο προπονητή των τμημάτων υποδομής με όνομα Οσκαρ Νέσι. Οπως αναφέρεται σε άρθρο του These Football Times, το ‘cholo’ ήταν μία λέξη που χρησιμοποιούσαν στην Λατινική Αμερική για τους ανθρώπους των χαμηλών κοινωνικών τάξεων, όμως στη συνέχεια απέκτησε νέα σημασία και πήγαινε για εκείνους που ήταν έξυπνοι και σκληροί αλλά του... δρόμου. Ακόμα μία σύνδεση είναι ότι απέκτησε το 'cholo' λόγω του όμοιου στιλ παιχνιδιού με τον αμυντικό, Καρμέλο Σιμεόνε, ο οποίος έπαιξε σε Βελέζ και Μπόκα Τζούνιορς, ήταν γνωστός ‘σκύλος’ μέσα στο γήπεδο και είχε αυτό το προσωνύμιο.

Το ντεμπούτο του δεν άργησε να έρθει και στις 13 Σεπτεμβρίου του 1987, σε ηλικία 17 ετών αγωνίστηκε με την πρώτη ομάδα στην ήττα 2-1 από την Χιμνάσια, αν και [όπως φαίνεται στο δημοσίευμα, είχε δηλώσει οπαδός της Ράσινγκ]. Παρότι ήταν πολύ μικρός έγινε άμεσα βασικός και στην πρώτη του σεζόν έπαιξε σε 28 αγώνες και έβαλε 4 γκολ. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής και όσους τον είχαν δει, πέρα από το πόσο σκληρός ήταν, πέρα από το νεύρο και την ανταγωνιστικότητα, εύκολα μπορούσε κανείς να διακρίνει τα τεχνικά χαρακτηριστικά του.

Ενας μέσος που μπορούσε να κάνει όλες τις δουλειές, από το τάκλιν που θα σταματήσει μια επίθεση μέχρι την μακρινή πάσα που θα ξεκινήσει αυτή της ομάδας του, ο Σιμεόνε έμοιαζε ώριμος από μικρός. Με μαχητικό πνεύμα που έδινε τεράστια βοήθεια στην άμυνα, πνευμόνια που κάλυπταν όλο το γήπεδο και σωστή αξιολόγηση της κατάστασης, καθιερώθηκε στην Βελέζ για τρία χρόνια και το 1988 έφτασε στην Εθνική Αργεντινής. Υστερα από το πρώτο μεγάλο βήμα, ήρθε το επόμενο και αυτό δεν ήταν άλλο από το ταξίδι προς την Ευρώπη.

Σίγουρα η Πίζα δεν ήταν η ομάδα που ο κάθε νεαρός παίκτης έχει όνειρο να αγωνιστεί, ήταν όμως το εισιτήριο για την Serie A όπου έπαιζαν οι κορυφαίες ομάδες και συμμετείχαν οι κορυφαίοι παίκτες. Ο Σιμεόνε είχε την ευκαιρία να παρουσιαστεί στο top-level, όμως τα παραμύθια δεν εξελίσσονται πάντα όπως τα ονειρευόμαστε. Τουλάχιστον από την αρχή. Η Πίζα του Μιρτσέα Λουτσέσκου υποβιβάστηκε εκείνη τη σεζόν και επόμενη δεν κατάφερε να επιστρέψει στα σαλόνια. Το καλό για τον Αργεντινό μέσο ήταν ότι πουλήθηκε στην Σεβίλλη.

Οπως συνέβη και στα πρώτα του χρόνια, ο Σιμεόνε βρήκε στην Σεβίλλη έναν άλλο τεχνικό που δεν καιγόταν να παίξει αυτό που κάποιοι θεωρούν όμορφο ποδόσφαιρο. Ο Κάρλος Μπιλάρδο είχε χαρίσει στην Εθνική Αργεντινής τον τίτλο της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας το 1986 και λίγο έλειψε να το επαναλάβει το 1990 αλλά έχασε στον τελικό από την Γερμανία με το περίφημο πέναλτι στο φινάλε. Υστερα από break δύο ετών, ανέλαβε τους Ανδαλουσιάνους, οι οποίοι εκτός από τον ίδιο και τον Σιμεόνε, είχαν στις τάξεις τους ένα ακόμα αστέρι. Τον Ντιέγο Μαραντόνα.

Μπιλάρδο και Μαραντόνα όμως έφυγαν ύστερα από έναν χρόνο από το Sanchez Pizjuan και ο Τσόλο ύστερα από δύο για να φορέσει τη φανέλα της Ατλέτικο. Οπως διαβάζουμε από writers του ισπανικού ποδοσφαίρου «ίσως ποτέ ένας παίκτης να μην έχει ταιριάξει περισσότερο σε μια ομάδα, όπως ο Σιμεόνε στην Ατλέτικο». Αν και 24 ετών, ήταν ο ηγέτης της ομάδας του Ράντομιρ Αντιτς. Εδινε ό,τι είχε μέσα στο γήπεδο και ήταν ξανά παντού για να κόψει και να δώσει. Οι Rojiblancos έζησαν στις δικές του μέρες σαν παίκτης μια από τις πιο μυθικές στιγμές στην ιστορία τους με την κατάκτηση του double τη σεζόν 1995-96 και για να κατακτήσουν ξανά πρωτάθλημα έπρεπε ο ίδιος να επιστρέψει στην Μαδρίτη ως προπονητής. Ο Σιμεόνε έγινε ήρωας και έναν χρόνο αργότερα έφυγε για ένα μέρος, όπου είχε αφήσει μια δουλειά στη μέση. Την Serie A.

Ο Τσόλο επέστρεψε στο πολύ glamorous, Campionato, επτά χρόνια μετά. Στο μέρος που έπαιξε για πρώτη φορά στην Ευρώπη και εκεί όπου θα προπονούσε για πρώτη φορά εκτός Αργεντινής. Υστερα από την πρώτη γνωριμία, σαν παίκτης της Πίζα, ο Σιμεόνε ήταν βασικό κομμάτι των επιτυχιών που γνώρισαν Ιντερ και Λάτσιο. Οπως συνέβη σε Βελέζ και Σεβίλλη, ο Τσόλο βρήκε στο Giuseppe Meazza έναν προπονητή ο οποίος το μόνο που τον ένοιαζε ήταν το αποτέλεσμα. Στο catenaccio του Λουίτζι Σιμόνι οι παίκτες έπρεπε να τα δίνουν όλα αμυντικά και κάποια στιγμή η μπάλα θα πήγαινε μπροστά σε έναν εκ των Ιβάν Ζαμοράνο ή Ρονάλντο για να κάνουν τη δουλειά. Και τελικά όλοι την έκαναν σωστά καθώς η Ιντερ κατέκτησε το Κύπελλο UEFA το 1998 νικώντας 3-0 την Λάτσιο στον τελικό.

Τα τρομερά αθλητικά προσόντα και η νοοτροπία νικητή παντρεύτηκαν με την ιταλική τακτική και πλέον ο Τσόλο έμενε περισσότερο πίσω κερδίζοντας μπάλες μπροστά από την άμυνα. Επειτα από δύο χρόνια άφησε πίσω τους Nerazzurri για την Λάτσιο στην οποία έπαιξε έναν ρόλο σαν εκείνον που είχε ο Κλοντ Μακελελέ στην Ρεάλ των Galacticos. Σε μια ομάδα, δηλαδή, γεμάτη ταλέντο και επιθετικογενείς παίκτες ήταν εκείνος μου θα έκοβε στη μεσαία γραμμή. Η ιδέα του Σβεν-Γκόραν Ερικσον για την απόκτηση του Αργεντινού δεν ήταν άσχημη καθώς οι Laziali πανηγύρισαν μόλις το δεύτερο Scudetto της ιστορίας τους, ενώ έβαλε επίσης στην τροπαιοθήκη του το Coppa Italia και το Ιταλικό και το Ευρωπαϊκό Super Cup.

Μετά τη θητεία στην Ιταλία και πριν επιστρέψει στην Αργεντινή για να κλείσει την καριέρα του στην Ράσινγκ, έπαιξε για 1.5 χρόνο στην Ατλέτικο, στην οποία έμελλε να ξαναγυρίσει και να μείνει μέχρι τις μέρες μας. Αγωνίστηκε 14 σεζόν στο Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και έπαιξε 103 φορές με την Albiceleste κατακτώντας μαζί της δύο Copa America [1991, 1993] και ένα Confederations Cup [1992]. Υστερα από μια καριέρα στην οποία ήταν ο απόλυτος μαχητής και αφού δούλεψε στην Αργεντινή και στην Κατάνια, ο Σιμεόνε επέστρεψε στην αγαπημένη του Ατλέτικο για να φτιάξει μια ομάδα καθ' εικόνα και καθ' ομοίωση. Μια ομάδα που ο κάθε παίκτης ματώνει για τη φανέλα και νοιάζεται για εκείνη όπως ο κάθε οπαδός στην εξέδρα. Μια ομάδα που μοιάζει να έχει την εικόνα που ο ίδιος είχε δώσει για τον εαυτό του. «Με το μαχαίρι στα δόντια...».

Η τέχνη της άμυνας
Η ομάδα που δεν δεχόταν ποτέ γκολ

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Γιώργος Κοντογεώργης
Γιώργος Κοντογεώργης