Δυστυχώς ο Ναπολέων Σουκατζίδης είναι σήμερα λιγότερο γνωστός από τον Λουτσέσκου

Βασίλης Σαμπράκος Βασίλης Σαμπράκος
Δυστυχώς ο Ναπολέων Σουκατζίδης είναι σήμερα λιγότερο γνωστός από τον Λουτσέσκου

bet365

Ο Βασίλης Σαμπράκος βλέπει την ταινία “το τελευταίο σημείωμα” του Παντελή Βούλγαρη και αναλογίζεται πόσο καλύτερη θα ήταν η σημερινή Ελλάδα, και φυσικά όχι μόνο η ποδοσφαιρική, αν κυκλοφορούσαν σήμερα περισσότεροι έφηβοι που γνωρίζουν σωστά την ιστορία των 200 της Καισαριανής συγκριτικά με αυτούς που γνωρίζουν τους παίκτες και τους προπονητές των ποδοσφαιρικών ομάδων.

Θα μπορούσα να γράψω, κι εγώ, σχετικά με το μέγεθος της ανοησίας που ξεστόμισε δημοσίως για δεύτερη φορά ο Ραζβάν Λουτσέσκου, την παρομοίωση της περσινής ιστορίας του πρωταθλήματος με την Γερμανία του Χίτλερ. Προτιμώ να βάλω την ενέργεια που θα ξόδευα για να αναπτύξω τον συλλογισμό μου για αυτό το θέμα σε ένα πολύ διαφορετικό σημείωμα: να σας μιλήσω για μια ταινία που έτυχε, εντελώς συμπτωματικά, να παρακολουθήσω περίπου την ίδια στιγμή, δηλαδή την ημέρα που διάβασα τη δήλωση του Ρουμάνου προπονητή: για “το τελευταίο σημείωμα” του Παντελή Βούλγαρη. Οπως σε κάθε προηγούμενη φορά που έγραψα σχετικά με ένα κινηματογραφικό έργο, υπογραμμίζω ότι γράφω ως θεατής και μόνον.

Ο Παντελής Βούλγαρης γεννήθηκε το 1940, πέντε χρόνια μετά τον πατέρα μου, που είχε γεννηθεί το 1935. Τη θυμόταν ο μπαμπάς την γερμανική κατοχή. Πολύ καλά. Φρόντιζαν άλλωστε να του τη θυμίζουν η απώλεια του πατέρα του και του μεγάλου του αδερφού, που έφυγε από τη ζωή επειδή επέλεγε να δίνει το φαγητό του για να ταΐζει τα τέσσερα αδέρφια του. Δεν μιλούσε ο μπαμπάς για την κατοχή. Με το ζόρι θα του έπαιρνες δύο – τρεις ιστορίες, όσες άντεχε να βγάζει από μέσα του για να τις μοιραστεί. Μια για τον Ιταλό αξιωματικό που τον είχε πιάσει να κλέβει κονσέρβες από τα φορτηγά των Γερμανών και τον είχε αφήσει να φύγει. Μια για τη νύχτα που η γειτονιά τον έκρυβε από τους Γερμανούς που κυνηγούσαν την “συμμορία του καρεκλά” επειδή αυτή η ομάδα από ανήλικα παιδιά πηδούσε σε φορτηγά και τρένα, έμπαινε σε αποθήκες, έπαιρνε τρόφιμα και τα μοίραζε στη γειτονιά. Και μια για τον αδερφό του τον Χρήστο, που έφυγε από τη ζωή από την πείνα, την οποία χρησιμοποιούσε ως απόλυτο παράδειγμα για να εμπνέει εμένα και τον αδερφό μου και να μας πείθει ότι είναι μεγαλείο ψυχής το να μοιράζεσαι. Αυτά. Στις ερωτήσεις μου απαντούσε με σιωπές. Αλλαζε θέμα, με απέφευγε με συνεχόμενα “δεν θυμάμαι αγόρι μου”, κι ύστερα βυθιζόταν στις σκέψεις που του άσπριζαν την όψη. Προφανώς θυμόταν πολλά. Και από την κατοχή, και από τον εμφύλιο. Δεν ήθελε όμως να τα μοιραστεί, δεν τα έβγαζε από μέσα του. Κι ενώ, το ήξερα, ήταν γενναίος ως παιδί και ως έφηβος, δεν είχε τίποτα σχετικό με τον εαυτό του που ήθελε να μας το κρύψει. Νόμιζε ότι απλώς θα μας μαύριζε την ψυχή; Του ήταν τόσο δύσκολο να ανοιχτεί; Δεν ήθελε να μας μεταδώσει μίσος; Οσα τον τρόμαζαν, τα πήρε μαζί του. Και το ίδιο έκαναν δυστυχώς οι περισσότεροι συνομήλικοί του, οι περισσότεροι εκείνης ή και των αμέσως προηγούμενων γενιών. Γι' αυτό και η πλειονότητα των ανθρώπων της δικής μου γενιάς, οι 40+ τις μάθαμε αυτές τις ιστορίες μέσα από φοβικές ιστορικές αναφορές σε εγκυκλοπαίδειες και κάποιες πολύ mainstream εκδόσεις βιβλίων, για των οποίων την ύπαρξη τύχαινε να μάθουμε στα μαθητικά μας χρόνια. Για την ιστορία που διδαχθήκαμε στο σχολείο δεν θέλω να μιλήσω. Ισως μια άλλη φορά. Για την οικονομία της κουβέντας μας, αυτό που θέλω να πω είναι ότι αν δεν έκανες μόνος σου δουλίτσα μετά την ενηλικίωσή σου, σήμερα δεν θα ήξερες τίποτα σωστά.

Είναι πολλές οι φορές που έχω νιώσει, σε επίπεδο προσωπικό, τυχερός που υπάρχει ο Παντελής Βούλγαρης. Η “φανέλα με το 9”, που με βρήκε στα 15 μου, ήταν το πρώτο μεγάλο ερέθισμα, ή πιο σωστά η πρώτη φορά που μπήκα στο νόημα της αθλητικής δημοσιογραφίας. Η ταινία του με έσπρωξε στην ανακάλυψη του ομώνυμου μυθιστορήματος του Μένη Κουμανταρέα. Κι αυτά τα δύο μαζί, η ταινία και το βιβλίο, έγιναν η πυξίδα του προσανατολισμού μου. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας όμως πιάνω διαρκώς τον εαυτό μου να νιώθει ότι η σημερινή Ελλάδα χρωστά ευγνωμοσύνη προς έναν δημιουργό του κινηματογράφου, ο οποίος επιλέγει να επικοινωνήσει στις μάζες τα νοήματα που λαμβάνει από την “πρόσφατη” ελληνική ιστορία. Προφανώς είχε μεγάλη σημασία που έκανε τα “Πέτρινα Χρόνια” το 1985, αλλά, στα δικά μου μάτια, έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία που έκανε το “Ψυχή Βαθιά” το 2009 και το “Τελευταίο σημείωμα” το 2017. Διότι σήμερα η ανάγκη να ανακαλύψουν οι νεότερες γενιές την ιστορία, να τους τη διηγηθούν σωστά, να τη διδαχθούν σωστά είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο ήταν την δεκαετία του '80 και του '90. Σε κάθε περίπτωση το σήμερα είναι πολύ χειρότερο και πιο ανησυχητικό από το χθες.

Το “τελευταίο σημείωμα” είναι η ταινία που διηγείται την αληθινή ιστορία του κομμουνιστή και συνδικαλιστή Ναπολέοντα Σουκατζίδη, ο οποίος συνελήφθη από το καθεστώς Μεταξά, εξορίστηκε και κατέληξε στις φυλακές Ακροναυπλίας, από όπου παραδόθηκε στους Γερμανούς μαζί με εκατοντάδες άλλους πολιτικούς κρατούμενους και έγινε ένας από τους 200 της Καισαριανής, που εκτελέστηκαν την Πρωτομαγιά του 1944 από τους Γερμανούς ως αντίποινα για την εκτέλεση ενός Γερμανού στρατηγού στους Μολάους. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Σουκατζίδης, ο φυλακισμένος διερμηνέας του στρατοπέδου Χαϊδαρίου, και ο Γερμανός διοικητής, που προτείνει στον μελλοθάνατο διερμηνέα να του χαρίσει τη ζωή με τον όρο να διαλέξει ο ίδιος τον αντικαταστάτη του, δηλαδή έναν εκ των υπολοίπων φυλακισμένων για να εκτελεστεί. Ο διερμηνέας αρνείται και εκτελείται με τους συντρόφους του. Κανονικά δεν θα έπρεπε να γράψω όλα αυτά, θα έπρεπε να σταματήσω στην αναφορά του ονοματεπώνυμου “Ναπολέων Σουκατζίδης”. Ενα πολύ πρόχειρο γκάλοπ όμως με οδήγησε στο συμπέρασμα, στο οποίο φοβόμουν ότι θα έφτανα. Ανάμεσα σε πέντε παιδιά κάτω των 20 ετών που ρώτησα, τα οποία ξέρουν τα ονοματεπώνυμα του ρόστερ κάθε μεγάλης ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας, ουδείς ήξερε ποιος ήταν ο Σουκατζίδης. Κι αυτό συμβαίνει σήμερα, που είμαι βέβαιος ότι υπήρξαν χιλιάδες νέοι που ανακάλυψαν την ιστορία του Σουκατζίδη και των συγκρατουμένων του που εκτελέστηκαν στην Καισαριανή χάρη στην ταινία του Βούλγαρη, η οποία ήταν μια από τις πιο “εμπορικές” ταινίες του 2017 και σήμερα προβάλλεται από την CosmoteTV.

Θα ήμασταν μια πολύ καλύτερη κοινωνία αν κυκλοφορούσαν εδώ περισσότεροι δημιουργοί σαν τον Παντελή Βούλγαρη. Θα αντιδρούσαμε περισσότεροι, και πιο έντονα σε συμπεριφορές του κάθε Λουτσέσκου. Θα είχαμε μια πολύ καλύτερη Ελλάδα αν την είχαμε διδαχθεί σωστά και έγκαιρα την ιστορία των προηγούμενων δεκαετιών οι σημερινοί μεσήλικες Ελληνες. Κάλιο αργά παρά ποτέ όμως. Είναι δικό μας χρέος να δώσουμε το ερέθισμα σε παιδιά κάτω των 20 ετών για να δίνουν περισσότερο χρόνο και περισσότερη ενέργεια στην μελέτη της πραγματικής ελληνικής ιστορίας των προηγούμενων δεκαετιών από όση δίνουν για να διαβάζουν ή να βλέπουν δηλώσεις των πρωταγωνιστών του σημερινού ελληνικού ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα. Αυτό προτίμησα να κάνω σήμερα. Μιλάμε αύριο για μπάλα.

Παντελή Βούλγαρη, χίλια ευχαριστώ που υπάρχεις!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.