Πολυταξιδεμένος και αυτοκαταστροφικός

Πολυταξιδεμένος και αυτοκαταστροφικός

Βασίλης Βλαχόπουλος Βασίλης Βλαχόπουλος
Πολυταξιδεμένος και αυτοκαταστροφικός

bet365

Ο κύριος εκφραστής του ισπανικού μοντέλου που λάνσαρε ο Άρης στα μέσα της περασμένης δεκαετίας αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του και ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για τον μοναδικό Σέρχιο Κόκε ο οποίος πλήρωσε το βαρύ τίμημα της κακής διαχείρισης της δημοφιλίας του.

Ανταγωνιστικές αποδόσεις στο Χουάν Μάρτιν Ντελ Πότρο – Ντομινίκ Τίεμ με 0% Γκανιότα*. *Το 0% γκανιότα αφορά την επιλογή ''Νικητής αγώνα'' πριν την έναρξη σε επιλεγμένα παιχνίδια. (21+)

Γυρνώντας τη μηχανή του χρόνου στο καλοκαίρι του 2006, ο Άρης στράφηκε στη latin αγορά δείχνοντας ξεκάθαρη πρόθεση περί του μοντέλου που ήθελε να δημιουργήσει. Τότε βέβαια είχε επικριθεί για τις επιλογές του, για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έδινε σε ξένους ποδοσφαιριστές, είχε κατηγορηθεί για τακτική αφελληνισμού, αυτό που σήμερα βαφτίζουμε παγκοσμιοποίηση.

Για τον απλό φίλαθλο όμως, αυτό που μετράει είναι η εικόνα, το επίπεδο ποδοσφαίρου που αποδίδει η ομάδα και δεν αμφισβητείται ότι η πενταετία 2006-2011 ήταν ό,τι καλύτερο είχε δει ο αρειανός σε βάθος (τουλάχιστον) 30 χρόνων.

Ο Σέρχιο Κόκε ήταν ένας εκ των εκπροσώπων εκείνου του μοντέλου και εξελίχθηκε σε κύριος εκφραστής του. Τότε μάλιστα, στην πρεμιέρα του Πρωταθλήματος στη Λάρισα, ο Ισπανός δεν είχε χρησιμοποιηθεί στο βασικό σχήμα, είχε περάσει το παιχνίδι ως αλλαγή αντικαθιστώντας τον Γκιγέρμε και είχε κλωτσήσει δύο ευκαιρίες για να δώσει τη νίκη στην ομάδα του. Μόνο όμως που ο Άρης – στο ίδιο παιχνίδι – είχε εντυπωσιάσει με την ποιότητά του και το ισόπαλο αποτέλεσμα ουδόλως προβλημάτισε τον κόσμο. Ο τελευταίος είδε προοπτική, είδε παίκτες με υψηλό επίπεδο ποιότητας, πίστεψε, εμπνεύστηκε και απέκτησε κίνητρο για να πάει στο Χαριλάου.

Ερχόμενος στη Θεσσαλονίκη, ο Κόκε προσπάθησε να κάνει restart στην καριέρα του. Προερχόμενος από τα τμήματα υποδομής της Μάλαγα δεν κατάφερε να βρει ρόλο στην πρώτη ομάδα, ενώ δεν είχε στεριώσει ούτε στη Μαρσέιγ. Τότε (ενδεχομένως να πίστευε ότι) το πέρασμά του από τη Θεσσαλονίκη θα ήταν σύντομο, ότι μέσω του Άρη θα αποκτήσει την ώθηση που χρειαζόταν για να κάνει επανεκκίνηση στην καριέρα του. Δεν ήξερε όμως που ερχόταν.

Ειδικά εκείνη την εποχή, η Θεσσαλονίκη είχε την τάση της ταύτισης με τα πρόσωπα, της λεγόμενης προσωπολατρείας. Ο δε αρειανός ήταν διψασμένος σε βαθμό απελπισίας. Τελευταία φορά που είδε μπάλα ήταν την εποχή του Ιβάν και του Κωφίδη στα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ο Κόκε εξελίχθηκε σε απόλυτος star εκείνης της ομάδας και απέκτησε ξεχωριστή θέση στην καρδιά του κόσμου. Κάθε άνθρωπος, σε ηλικία 23 ετών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαχειριστεί υψηλότατο επίπεδο δημοφιλίας. Διότι για πολλούς φιλάθλους του Άρη, ήταν κάτι περισσότερο από ένας ποδοσφαιριστής. Και ο Κόκε παρασύρθηκε από την παθολογική αγάπη που εισέπραττε από τον κόσμο αλλά και συνολικά από τον οργανισμό του Άρη.

Ο Ισπανός έπαιξε μπάλα στον Άρη, όχι όμως αυτή που μπορούσε. Ήταν ο φυσικός ηγέτης της ομάδας, αλλά όχι στο επίπεδο που θα έπρεπε. Έβαλε φαρδιά πλατιά τη σφραγίδα του σε σπουδαίες στιγμές όπως η πρόκριση επί της Ατλέτικο Μαδρίτης, αλλά ήταν «παρών» και στους χαμένους τελικούς, στις χαμένες ευκαιρίες για την κατάκτηση τίτλου.

Πριν από 3-4 χρόνια, σε μια συνέντευξή του και σε μια έξαρση αυτοκριτικής, αναφέρθηκε στην εξωγηπεδική ζωή του. Σημειωτέον ότι η Θεσσαλονίκη είναι… μικρή πόλη υπό την έννοια ότι όλα μαθαίνονται. Τούτο δεν έχει να κάνει τόσο με τον πληθυσμό της, όσο με την ιδιοσυγκρασία της. Ένας παλιός παράγοντας του Άρη (μου) είχε πει κάποτε ότι είμαστε η πόλη του κουτσομπολιού και του… « σου’ πα, μου’ πες». Πολλά χρόνια μετά είναι ξεκάθαρο ότι είχε απόλυτο δίκιο.

Ο Κόκε στρογγυλοκάθισε πάνω στα υψηλά επίπεδα δημοφιλίας του, στην απύθμενη αγάπη του κόσμου προς το πρόσωπό του, με συνέπεια να αδικήσει ο ίδιος τον εαυτό του. Και στη συνέντευξη που αναφέραμε παραπάνω μίλησε για την κακή διατροφή του. Στην πραγματικότητα, ο Ισπανός ξέφυγε από τα όρια της αθλητικής ζωής που οφείλει να κάνει κάθε επαγγελματίας αθλητής. Δεν έβλαψε κανέναν παρά μόνο τον εαυτό του. Τι ακριβώς έκανε, ξέρει ο ίδιος καλύτερα από τον καθένα.

Βέβαια, στις ευκαιρίες που του παρουσιάστηκαν για να κάνει το άλμα στην καριέρα του, είδε τον Άρη να κλείνει αρκετές πόρτες. Αν δηλαδή οι «κίτρινοι» τον παραχωρούσαν στη Βέρντερ Βρέμης, τούτο θα έβαζε σε καθεστώς κρίσης τις σχέσεις τους με τους φιλάθλους και κανείς δεν είχε τη ψυχική δύναμη να πάρει αυτήν την απόφαση. Κι έτσι ο Κόκε έμεινε στην Ελλάδα πολλά περισσότερα χρόνια απ’ ότι έπρεπε. Κι αυτό διαμόρφωσε την εξέλιξη της καριέρας του.

Μετά το 2011 μετατράπηκε σε γυρολόγος και σήμερα είναι ένας από τους (μετρημένους στα δάχτυλα της μιας παλάμης) παίκτες που αγωνίστηκαν σε εννιά διαφορετικά Πρωταθλήματος, σε τρεις διαφορετικές ηπείρους και η χάρη του ταξίδεψε από το Χιούστον έως την Ινδία. Μετά από ένα διάστημα, ο Κόκε έδωσε μεγαλύτερη βάση στον οικονομικό παράγοντα και λιγότερο στην επαγγελματική προοπτική επιδεικνύοντας διάθεση συμβιβασμού με την αλήθεια. Κι αυτό όμως ήταν φυσιολογικό διότι δεν πρόσεξε τον εαυτό του, δεν δούλεψε όσο θα έπρεπε, κάθισε πάνω στις δάφνες που απολάμβανε στην πενταετία του στον Άρη και αρνήθηκε να κοιτάξει το μέλλον. Είχε το ταλέντο, όχι όμως τη ψυχική δύναμη για να προχωρήσει σε θυσίες για να φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο.

Σήμερα ο Κόκε ανακοίνωσε ότι κρεμάει τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του νιώθοντας ότι από τον Άρη πήρε πολλά περισσότερα απ’ ότι έδωσε. Είναι δεδομένο ότι πήρε πολλά. Έδωσε όμως κάτι που σήμερα ο Άρης δεν έχει. Όραμα. Αυτή η μαγική λέξη είναι η κινητήριος δύναμη εξέλιξης κάθε συλλόγου.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Βλαχόπουλος
Βασίλης Βλαχόπουλος

Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στα τελευταία χρόνια της… λαδόκολλας. Χάριν οικονομίας, το λευκό χαρτί χρησιμοποιούταν σε έκτακτες και ιδιαιτέρως σοβαρές καταστάσεις, ούτως ή άλλως ήταν δυσεύρετο. Πρόλαβε τη διαδικασία αποστολής των φαξ, αλλά και τις πρώτες συσκευές κινητής τηλεφωνίας με τη λαστιχένια κεραία που θύμιζαν στρατιωτικούς ασυρμάτους.

Παρακολουθεί όλες… τις μπάλες, αλλά η αδυναμία του είναι η πορτοκαλί, η σπυριάρα, λόγω της ειδοποιού διαφοράς μεταξύ ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Στο μπάσκετ ΠΑΝΤΑ κερδίζει ο καλύτερος. Στο ποδόσφαιρο, μπορεί να κερδίσει ο πιο τυχερός.

ΥΓ: Οσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα περιοδικά κι αν πέσουν στα χέρια του, το «Τρίποντο» ήταν, είναι και θα είναι το κορυφαίο forever and ever.