Η ιταλική ξανάγινε προπονητική τεχνολογία αιχμής στο ποδόσφαιρο

Η ιταλική ξανάγινε προπονητική τεχνολογία αιχμής στο ποδόσφαιρο

bet365

Ο Βασίλης Σαμπράκος διαβάζει πίσω από την καθολική κυριαρχία των Ιταλών προπονητών στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο: η επιρροή του Μαρτσέλο Λίπι, που ξαναβάζει το Coverciano στη θέση του, στην κορυφή των σχολών της προπονητικής.

Ο Μάιος μας έφερε μπροστά στην διαπίστωση της πλήρους επικράτησης των μαθητών της ιταλικής σχολής της προπονητικής στο ποδόσφαιρο. Ο τίτλος του Πρωταθλητή στο πιο δύσκολο και δημοφιλές πρωτάθλημα, της Αγγλίας, βρέθηκε για δεύτερη χρονιά στα χέρια ενός Ιταλού, του Αντόνιο Κόντε, ο οποίος το κατέκτησε στην πρώτη του απόπειρα. Ο τίτλος του πρωταθλητή στη Γερμανία, η σαλατιέρα, είναι το πρώτο σουβενίρ του Κάρλο Αντσελότι, στην πρώτη του σεζόν στην Μπάγερν. Ο Μαξ Αλέγκρι έχει κάνει ήδη νταμπλ και ετοιμάζεται για τον τελικό του Champions League. Αν κάποιος, φαινομενικά, ξεφεύγει από τον “ιταλικό κανόνα” είναι ο Γάλλος Ζινεντίν Ζιντάν, ο οποίος έφτασε στο UEFA Pro δίπλωμα στα θρανία της ισπανικής σχολής της προπονητικής. Στην ουσία όμως και αυτός είναι ακόμη ένας μαθητής της ιταλικής σχολής και ονομάζει δύο Ιταλούς προπονητές, τον Μαρτσέλο Λίπι και τον Κάρλο Αντσελότι ως αυτούς που τον μύησαν στις τακτικές και τον βοήθησαν να αντιληφθεί το ποδόσφαιρο από τη θέση του προπονητή. Τον προπονητή του στην Γιουβέντους τον αντιλαμβάνεται ως μέντορά του, και τον προπονητή με τον οποίο συνεργάστηκε από τη θέση του βοηθού στη Ρεάλ τον χαρακτηρίζει ως τον δάσκαλο που τον βοήθησε να εξοικειωθεί με τη φύση της πραγματικής δουλειάς του προπονητή.

Μοναδικές Στοιχηματικές Αποδόσεις, Άμεσες Αναλήψεις & Καλύτερη Εξυπηρέτηση (21+)!

Εκ των τεσσάρων πρωταθλητών, στα τέσσερα κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, οι τρεις είναι Ιταλοί, μαθητές της πιο γνωστής σχολής προπονητών στην Ευρώπη, αυτής του Coverciano και ο τέταρτος είναι ένας “ιταλοαναθρεμμένος”, ποδοσφαιρικά και προπονητικά, ο οποίος πήρε τα μαθήματα από δύο μεγάλους μαθητές του Coverciano. Ο τίτλος του Πρωταθλητή Ευρώπης και η παράδοση του τροπαίου του Champions League θα παιχτεί σε μια παρτίδα ανάμεσα σε δύο μαθητές της ιταλικής σχολής. Είτε το σηκώσει ο Αλέγκρι είτε το σηκώσει ο Ζιντάν, ο Ρέντσο Ουλιβιέρι, ο διευθυντής της Scuola Allenatori θα πέσει για ύπνο πανευτυχής το βράδυ της 3ης Ιουνίου, και το πρωί της 4ης Ιουνίου θα τον βρει να παραγγέλνει ακόμη ένα κάδρο για να το τοποθετήσει σε έναν από τους τοίχους της σχολής προπονητών της Ιταλίας για να εμπνέει τους μαθητές της. Βάζεις αυτή τη διαπίστωση, της καθολικής επικράτησης της ιταλικής μεθόδου, πλάι σε μια άλλη, δηλαδή στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της σεζόν που κλείνει στα πέντε κορυφαία πρωταθλήματα οι Ιταλοί προπονητές (19) ήταν περισσότεροι από τους άλλους (15 Ισπανοί, 11 Γερμανοί, 7 Αγγλοι), και συνειδητοποιείς ότι μια σχολή, η οποία μερικά χρόνια πίσω είχε φτάσει να χαρακτηρίζεται ξεπερασμένη και παρωχημένη έχει καταφέρει να ξαναβρεθεί στην κορυφή και να καυχιέται ότι παράγει προπονητική τεχνολογία αιχμής.

Οι Ιταλοί ποδοσφαιρικοί αναλυτές αποδίδουν αυτή την “έκρηξη εξέλιξης” της ιταλικής προπονητικής σχολής στην επιρροή που είχε ο τελευταίος μεγάλος Ιταλός προπονητής, ο 69χρονος σήμερα Μαρτσέλο Λίπι στους νεότερους, δηλαδή στους σημερινούς προπονητές. Μαθητές του ήταν, ως παίκτες του στη Γιούβε, ο Αντόνιο Κόντε και ο Ζινεντίν Ζιντάν, επηρεασμένος από τις τακτικές του έχει δηλώσει αρκετές φορές ο 57χρονος σήμερα Κάρλο Αντσελότι, βαθύς μελετητής των τακτικών του έχει δηλώσει ο Μαξ Αλέγκρι, ο οποίος κατά τις ημέρες φοίτησής του στο Coverciano είχε επιλέξει να εντρυφήσει στην προπονητική μέσα από την ανάλυση των τακτικών της Γιουβέντους του Λίπι.

Ακόμη και αν δεχθεί κανείς ότι ο Λίπι αποτελεί, μαζί με τον Αρίγκο Σάκι, την πηγή έμπνευσης των σημερινών αριστούχων της ιταλικής σχολής, όσο περισσότερο σκαλίζει το “πώς το κάνουν σήμερα οι Ιταλοί προπονητές;” θέμα τόσο περισσότερο καταλήγει στο πιο ουσιαστικό συμπέρασμα: χάρη στον Λουίτζι Ριντόλφι, ο οποίος συνέλαβε την ιδέα μιας σχολής προπονητών ποδοσφαίρου η οποία θα συζεί με προπονητές και αθλητές άλλων αθλημάτων προκειμένου να τους συναναστρέφεται ώστε να αποκτά επιρροές και να “δανείζεται” πρακτικές, τακτικές, μεθοδολογίες και προγράμματα προπόνησης για να τα μεταφέρει στο ποδόσφαιρο, και κάπως έτσι έφτασε, το 1958, στα εγκαίνια της σχολής του Coverciano, οι Ιταλοί έγιναν και παραμένουν πρωτοπόροι στην προπονητική σκέψη στο ποδόσφαιρο.

Ολα όσα σκέφτονται και δοκιμάζουν σήμερα οι προπονητές όπου αλλού στην Ευρώπη, μεταφέροντας ιδέες και στρατηγικές που “ξεσηκώνουν” από άλλα ομαδικά και ατομικά αθλήματα, οι Ιταλοί άρχισαν να τα σκέφτονται, να τα διδάσκονται και να τα δοκιμάζουν από την δεκαετία του '60. Αυτοί που σήμερα φοιτούν σε αυτή τη σχολή, για χάρη της οποίας “σκοτώνονται” οι υποψήφιοι για εισαγωγή, πηγαίνουν σε ένα πανεπιστήμιο της προπονητικής που τους διδάσκει χωρίς βιβλία, αφού αυτή είναι η βασική αντίληψη του διευθυντή της. Το βασικό δόγμα της αντίληψης του Ρέντσο Ουλιβιέρι συνοψίζεται σε μια απλοϊκή φράση: “για να γράψω ένα βιβλίο θα χρειαστώ δύο χρόνια. Οταν λοιπόν το παραδώσω στον μαθητή για να διδαχθεί, θα είναι σαν να του διδάσκω το ποδόσφαιρο μιας διετίας πίσω. Η σχολή προσπαθεί να δημιουργήσει τους μελλοντικούς προπονητές, συνεπώς έχει χρέος να τους διδάξει την εξέλιξη, το ποδόσφαιρο του μέλλοντος. Δεν τους διδάσκει το ποδόσφαιρο του παρελθόντος. Γι' αυτό δεν τους δίνει βιβλία”.

Είναι αμέτρητες οι διαφορές που θα βρει κάποιος που επιχειρεί να συγκρίνει τη μέθοδο της ιταλικής σχολής με αυτές των άλλων. Μια από τις ειδοποιούς διαφορές είναι η παράδοση της ιταλικής σχολής να βάζει ως τελευταίο απαιτούμενο από τον φοιτητή, προκειμένου να αποφοιτήσει, να ετοιμάσει μια διατριβή πάνω στο θέμα της δικής του επιλογής, για να αποτυπώσει την βασική προπονητική θεωρία του για ένα από τα βασικά θέματα του ποδοσφαίρου. Η σχολή του Coverciano δεν απαιτεί από τους φοιτητές μια καινοτόμα διατριβή. Στην πραγματικότητα όμως αυτό επιτυγχάνει. Μέσα από αυτή τη διαδικασία “αναγκάζει” τον μαθητή να παράξει πρωτογενές υλικό σκέψης σχετικά με την εξέλιξη της προπονητικής. Εννιά χρόνια πίσω, το 2006, αυτή η διατριβή είχε “αναγκάσει” τον Αντόνιο Κόντε να “αποδομήσει” τον “4-3-1-2” σχηματισμό, μέσα από μια πολύμηνη διαδικασία μελέτης αγώνων σε βίντεο, κατά της οποίας τη διάρκεια ο Ιταλός προπονητής επιχειρούσε να βρει τα “υπέρ” και “κατά” επιχειρήματα αυτού του σχηματισμού σε κάθε διαφορετικό σενάριο κατάστασης παιχνιδιού που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει στα παιχνίδια. Εκείνη η διατριβή αποτέλεσε τη βάση για να χτίσει πάνω της ο Κόντε τη Γιουβέντους που παρουσίασε πέντε χρόνια αργότερα, όπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει εκ των υστέρων. Πιθανόν μέσα σε αυτή τη διαδικασία, της διατριβής που ετοιμάζουν, η οποία δεν είναι απαιτούμενο σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή σχολή της προπονητικής, να κρύβεται ένα από τα βασικά διαφορετικά εφόδια που αποκτούν οι μαθητές της συγκριτικά με αυτούς των άλλων σχολείων.

Θα μπορούσε κανείς να γεμίσει πολλές παραγράφους καταγράφοντας τα προτερήματα μιας σχολής που έχει δημιουργήσει μια τόσο προνομιακή βιβλιοθήκη για τους μαθητές της, οι οποίοι μπορούν να βρουν τα αντίγραφα της δουλειάς του Τζιοβάνι Τραπατόνι, του Αρίγκο Σάκι, του Μαρτσέλο Λίπι, του Κάρλο Αντσελότι, του Κλαούντιο Ρανιέρι, και όλων των άλλων διάσημων μαθητών της. Το κύριο συγκριτικό πλεονέκτημά της όμως κρύβεται πίσω στα θεμέλιά της, που μπήκαν το 1958. Από την πρώτη της χρονιά η σχολή περιτριγυρίζεται από αθλητικές εγκαταστάσεις άλλων ατομικών και ομαδικών αθλημάτων, και οι αυλές της είναι χώροι ζύμωσης των μαθητών της με τους προπονητές και τους αθλητές των άλλων αθλημάτων. Και όλη αυτή η εμπειρία και η ιστορία κληροδοτείται, ως νοοτροπία, από γενιά σε γενιά, με συνέπεια οι Ιταλοί προπονητές να αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο με ευρύτητα πνεύματος και να εργάζονται με μεγάλη ανησυχία για να εξελιχθούν, να βελτιωθούν, να ασχοληθούν με την τελευταία λεπτομέρεια της φύσης της προπονητικής και να τελειοποιήσουν τις τακτικές, μέσα από μια διαρκή διαδικασία προσαρμογής των ιδεών στα σημερινά δεδομένα, τα οποία διαμορφώνονται μέσα από την τεχνολογική εξέλιξη και την επιρροή που αυτή έχει στο ποδόσφαιρο. Βλέπεις τι κάνει ο Αλέγκρι και έχεις μια εικόνα της εξέλιξης του σημερινού Ιταλού προπονητή στο ποδόσφαιρο.

Είναι μάταιο να μπω στη διαδικασία να συγκρίνω την ελληνική προπονητική σχολή, που είναι μια “σχολή των τσιγγάνων”, η οποία παραμένει άστεγη και γι' αυτό περιφέρεται ανά την Ελλάδα σαν θίασος, με μια σχολή που είναι εγκατεστημένη δίπλα στις εγκαταστάσεις προπόνησης των εθνικών ομάδων, για να βλέπουν και να μαθαίνουν οι μαθητές της, και δίπλα στο μουσείο του ιταλικού ποδοσφαίρου. Εχει όμως μεγάλο νόημα να σπρώχνει κανείς τους νέους Ελληνες που έχουν ροπή προς την προπονητική να επιχειρήσουν, εφόσον έχουν την οικονομική δυνατότητα, να φύγουν από την Ελλάδα για να σπουδάσουν την προπονητική αλλού. Είναι βέβαιο ότι αυτή είναι η μόνη ελπίδα που έχουμε, ως Ελληνες, να αλλάξουμε την ύλη του ποδοσφαίρου που διδασκόμαστε. Είναι η μόνη ελπίδα για να αρχίσουμε να μαθαίνουμε το ποδόσφαιρο σωστά, για να πάψουμε να λειτουργούμε στο ποδόσφαιρο σαν αυτοδίδακτοι, σαν εμπειρικοί κακών εμπειριών και επιρροών. Ξέρω, έχω ακούσει από πολλούς μαθητές των ελληνικών σχολείων της Ομοσπονδίας ότι οι θεωρητικοί δάσκαλοί τους το προσπαθούν, ότι εξελίσσονται, ότι βάζουν όλο και περισσότερες προδιαγραφές UEFA στις σχολές. Οπως οι Ιταλοί διδάσκουν όμως, δεν είναι τα βιβλία που κάνουν τη διαφορά, διότι τα βιβλία διδάσκουν μόνο την Ιστορία, όχι το παρόν και, κυρίως, όχι το μέλλον. Τα βιβλία δεν διδάσκουν νοοτροπία, και γι' αυτό δεν αλλάζουν, εδώ και δεκαετίες, την ελληνική προπονητική ζωή. Για να το λένε οι Ιταλοί, κάτι ξέρουν, δεν συμφωνείτε;

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.