Στο Βέλγιο η Ελλάδα παίζει την πρόκρισή της στο Μουντιάλ

Στο Βέλγιο η Ελλάδα παίζει την πρόκρισή της στο Μουντιάλ

bet365

Ο Βασίλης Σαμπράκος εξηγεί για ποιο λόγο ο αγώνας των Βρυξελλών είναι εξίσου καθοριστικός με αυτόν που θα δώσει η Εθνική τον Ιούνιο στη Βοσνία.

Ο τίτλος δίνει την εντύπωση ότι παραλογιζόμαστε όσοι από εμάς αντιλαμβανόμαστε τον αγώνα του Σαββάτου στις Βρυξέλλες ως εξίσου καθοριστικό με αυτόν που έχει να δώσει τον ερχόμενο Ιούνιο η Ελλάδα στη Βοσνία. Ναι, ουδείς διαφωνεί, η Βοσνία είναι ο βασικός μας ανταγωνιστής, διότι αυτή την εποχή δεν μπορεί κανείς να απαιτεί, ρεαλιστικά, από την Ελλάδα να βάλει από κάτω το Βέλγιο και να τερματίσει πρώτη στον όμιλο για να κλειδώσει αμέσως το εισιτήριο για την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2018. Και φυσικά ναι, αυτή η έκδοση του Βελγίου δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για μια εκ των κορυφαίων ομάδων σήμερα στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και συνεπώς θα ήταν παράλογος όποιος απαιτούσε από την Ελλάδα να νικήσει εκτός έδρας την ομάδα του Ρομπέρτο Μαρτίνεθ.

Οι περισσότεροι αντιλαμβανόμαστε τον αγώνα του ερχόμενου Ιουνίου ως τον πιο καθοριστικό για την μοίρα της προσπάθειας που κάνει ο Μίκαελ Σκίμπε με τους ποδοσφαιριστές για την αναστήλωση της Εθνικής ομάδας. Είναι ένα ματς εκτός έδρας απέναντι στην βασική ανταγωνίστρια, με την οποία λογικά θα στεκόμαστε στο ίδιο βαθμολογικό ύψος, δεδομένου ότι η λογική λέει πως αύριο η Βοσνία θα νικήσει το Γιβραλτάρ και η Ελλάδα θα χάσει από το Βέλγιο. Είναι ένα ματς από το οποίο απαγορεύεται να βγει η Ελλάδα ηττημένη, διότι διαφορετικά θα πάψει να εξαρτάται από τα δικά της αποτελέσματα στην εξέλιξη της προσπάθειας για την 2η θέση.

Και τώρα που έβαλα τη βάση του συλλογισμού, ας πάω παρακάτω: για να πάει η Εθνική στη Βοσνία με πίστη στην ικανότητά της να αποδειχθεί αποτελεσματική μακριά από την έδρα της είναι αναγκαίο να έχει παραστάσεις που να την πείθουν για αυτή την ικανότητά της. Ναι, μέχρι εδώ η Ελλάδα ήταν αποτελεσματική στις εκτός έδρας αναμετρήσεις της, αλλά αυτές ήταν απέναντι στην Εσθονία και το Γιβραλτάρ, όχι απέναντι σε δυνατό αντίπαλο. Τον ερχόμενο Ιούνιο, για να πάρει ψυχολογία, η Εθνική θα πρέπει να μπορεί να κοιτάξει πίσω της, στην τελευταία φορά που ταξίδεψε στην έδρα ενός δυνατού αντιπάλου και να νιώθει καλά με τον εαυτό της, ακόμη και αν έχει χάσει το ματς. Αν η προηγούμενη φορά είναι ένας αγωνιστικός εφιάλτης, η πίστη στο σχέδιο θα έχει κλονιστεί. Ακριβώς γι' αυτό έχει ανάγκη η Ελλάδα να “σταθεί” το βράδυ της 25ης Μαρτίου στο King Baudouin Stadium και να βγει με το κεφάλι ψηλά από τη σύγκρουση με τους Βέλγους ακόμη και αν χάσει. Για να έχει μια ιστορική αναφορά που θα της δίνει κουράγιο και πίστη ότι μπορεί να γίνει αποτελεσματική στον “τελικό” της Βοσνίας. Και για να μπορεί να πει στον εαυτό της όχι στάθηκε καλύτερα από την Βοσνία (έχασε 4-0) στις Βρυξέλλες.

Ναι, το Βέλγιο είναι με διαφορά η πιο παραγωγική ομάδα στα προκριματικά του Μουντιάλ. Έχει σημειώσει 21 γκολ σε τέσσερα παιχνίδια, περισσότερα από κάθε άλλη χώρα, σε όλους τους ομίλους των European qualifiers. Αυτή η προσέγγιση όμως, την οποία έχουν υιοθετήσει τα ελληνικά media με συνέπεια να φτάνουν σε “ευτυχώς γλιτώνει τον Αζάρ η Ελλάδα, ευτυχώς τραυματίστηκε” τίτλους δημιουργεί μια αύρα που σπρώχνει την ομάδα του Σκίμπε προς την συντριβή και την εξομοιώνει με την Εσθονία, που έπεσε θύμα των Βέλγων, με το 8-1. Θα σκεφτεί κανείς ότι διαχρονικά αυτός ο τρόμος είχε θετική επίδραση στην Εθνική, ειδικά στα χρόνια του Οτο Ρεχάγκελ. Και είναι επίσης γεγονός ότι αυτός ο τρόμος, μολονότι δεν ήταν το ίδιο μεγάλος, που είχε καταλάβει την Εθνική στα τέλη του περασμένου Αυγούστου, όταν ετοιμαζόταν για το φιλικό απέναντι στους Ολλανδούς, έκανε καλό στην ομάδα του Σκίμπε, δεδομένου ότι της έδωσε ένα ιστορικό “διπλό”. Ναι, μόνο που επρόκειτο για φιλικό, και επρόκειτο για την Ολλανδία, όχι το Βέλγιο. Στη σημερινή συγκυρία, με το σημερινό γκρουπ ποδοσφαιριστών, η “τρομοκρατία” δεν θα φέρει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, παρά μόνο στην περίπτωση που ο Σκίμπε μας δείξει ικανότητα στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων και καταφέρει να προκαλέσει τον εγωισμό των ποδοσφαιριστών του και να τους οδηγήσει σε μια εμφάνιση με χαρακτήρα όμοιο με αυτόν που έβγαλε η ομάδα του στο φιλικό με τους Ολλανδούς.

Σε αντίθεση με αυτή των ελληνικών media, η προσέγγιση του Μίκαελ Σκίμπε, όπως αυτή πηγάζει μέσα από τις δημόσιες αναφορές του αλλά και τις πρώτες συζητήσεις με τους ποδοσφαιριστές δεν είναι φοβική. Ο προπονητής κάνει την ρεαλιστική εκτίμηση ότι η ομάδα του θα δεχθεί πίεση, δηλώνει ότι σχεδιάζει ένα παιχνίδι του οποίου το μεγαλύτερο μέρος θα διεξαχθεί στο ελληνικό αμυντικό τρίτο του τερέν και ποντάρει σε αποτελεσματική ανασταλτική λειτουργία της ομάδας του και στη ρέντα του Κώστα Μήτρογλου για να βρει γκολ. Ο Σκίμπε, που δεν συνηθίζει να κάνει σύνθετες σκέψεις, έχει βασίσει την “ρητορική” του προς τους ποδοσφαιριστές στο all time classic “έντεκα αυτοί, έντεκα κι εμείς” ρητό, αντλεί πίστη από τη διαπίστωση ότι τα καλύτερα παιχνίδια επί των ημερών του η Ελλάδα τα έκανε στην Αυστραλία και στην Ολλανδία, δηλαδή στις έδρες των πιο δυνατών αντιπάλων που έχει αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα, και επιχειρεί να μεταδώσει αυτή την πίστη στους ποδοσφαιριστές του.

Είναι πολύ άτυχη η Εθνική που σε αυτό το παιχνίδι θα αναγκαστεί να ζήσει για πρώτη φορά μετά από περίπου τρία χρόνια χωρίς τον – τραυματία - Ορέστη Καρνέζη σε επίσημο παιχνίδι. Και τούτο όχι μόνο επειδή ήταν σε καλή κατάσταση, αλλά και επειδή στην εξέλιξη του χρόνου η ωριμότητά του τον έμαθε να καθοδηγεί την άμυνά του, ικανότητα που δεν έχει προλάβει να αναπτύξει ο Καπίνο, αφού δεν έχει παιχνίδια με την Εθνική. Πολύ σημαντική απουσία είναι και αυτή του Κυριάκου Παπαδόπουλου, του οποίου η αυτοπεποίθηση, το πάθος και η ορμή ήταν εντός των βασικών αναγκών της Εθνικής σε αυτό το παιχνίδι. Για αυτή την απουσία όμως δεν φταίει κανείς πλην του ιδίου, αφού στέρησε τον εαυτό του από την Εθνική με τη συμπεριφορά που είχε στο ματς με τη Βοσνία.

Το καλό, από την άλλη, για τον Σκίμπε είναι ότι πλέον έχει στη διάθεσή του για πρώτη φορά έναν κεντρικό μέσο με μεγάλη ισορροπία απόδοσης σε ανασταλτική και δημιουργική συμπεριφορά, ο οποίος έχει ταξιδέψει στις Βρυξέλλες με το έξτρα κίνητρο της λαχτάρας του να γίνει σταθερό μέλος της Εθνικής. Ο Κάρλος Ζέκα είναι μια πολύτιμη προσθήκη, σε μια θέση που η Εθνική έχει ανάγκη, κι άλλωστε κάπως έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ο Γερμανός προπονητής έκανε τα πάντα για να επιτύχει τον στόχο της ένταξης του 29χρονου μέσου στο εθνικό δυναμικό. Ναι, μπορεί να μη γνωρίζεται και να μη γνωρίζει το παιχνίδι πολλών εκ των νέων συμπαικτών του, αλλά η εμπειρία και η αντιληπτική ικανότητά του μπορούν να υποσχεθούν ότι ο Ζέκα θα προσαρμοστεί στη στιγμή.

Επιστρέφοντας στον αρχικό συλλογισμό μου, ακριβώς επειδή είναι “εθνικής σημασίας” η συμπεριφορά της ομάδας στις Βρυξέλλες, το βράδυ του Σαββάτου η Εθνική θα μας απαντήσει αν έχει προλάβει στη διάρκεια του τελευταίου 9μήνου, δηλαδή από τότε που άρχισε, στην Αυστραλία, η επιχείριση ανασυγκρότησης, να διαμορφώσει χαρακτήρα και μέταλλο για να αντέχει στις δοκιμασίες. Από τον περασμένο Ιούνιο μέχρι σήμερα τα βήματα και τα σημάδια υπήρξαν ενθαρρυντικά. Η Εθνική αντέδρασε καλά στις περισσότερες δοκιμασίες που της έβαλαν τα παιχνίδια και οι αντίπαλοι που αντιμετώπισε. Αν όμως δεν αντιδράσει καλά απέναντι στους Βέλγους και τους Βόσνιους, όλη αυτή η προσπάθεια θα γκρεμιστεί. Κι αυτή ακριβώς θα έπρεπε να είναι η συνείδηση των Ελλήνων ποδοσφαιριστών στις Βρυξέλλες. Εκεί παίζεται το πρώτο ημίχρονο του τελικού για το Μουντιάλ 2018.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.