Ο Βασίλης Δήμας είναι παιδί της μέρας που δουλεύει τη νύχτα (pics)

Γιώργος Μυλωνάς
Ο Βασίλης Δήμας είναι παιδί της μέρας που δουλεύει τη νύχτα (pics)
Μιλήσαμε με τον πολυτάλαντο τραγουδιστή, συνθέτη και στιχουργό για όσα συμβαίνουν εντός και εκτός Βοτανικού.

Είχα σημειώσει λάθος την ώρα του ραντεβού. Μόλις κάθισα σ' έναν από τους καναπέδες του «Cartone» στο Γκάζι, περιμένοντας τον Βασίλη Δήμα ήμουν σίγουρος πως είχα σημειώσει λάθος την ώρα του ραντεβού. Δεν γινόταν να είχα ορίσει τη συνάντηση μου μ' έναν άνθρωπο που εμφανίζεται στις μεγαλύτερες νυχτερινές πίστες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης κάθε εβδομάδα, εδώ και κάμποσα χρόνια, στις δώδεκα το μεσημέρι καθημερινής. Σίγουρα, είχε γίνει κάποιο λάθος.

Άφησα λίγα λεπτά να περάσουν πριν τον καλέσω στο κινητό. Μια κλήση, την οποία είχα προεξοφλήσει ως αναπάντητη, αφού οι υποχρεώσεις του στον Βοτανικό κάθε Πέμπτη και Παρασκευή παρέα με τον Αντύπα, τον Μάκη Δημάκη και τη Ραλλία Χρηστίδου δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήνουν να ξυπνάει πριν τις δύο τρεις το απόγευμα. Πόσο μάλλον να βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας στις δώδεκα το μεσημέρι.

Πριν περάσει ένα τέταρτο, τη διορία που είχα δώσει στον εαυτό μου μέχρι να κάνω την «καταδικασμένη» μου κλήση, εμφανίστηκε μπροστά μου ο Βασίλης κρατώντας δύο αλλαξιές με το σελοφάν του καθαριστηρίου και το χαμόγελο ανθρώπου, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν είχε ξυπνήσει πριν λίγα λεπτά. Ή αν όντως το είχε κάνει, ήταν τόσο χαρούμενος με ό,τι συμβαίνει στην επαγγελματική (πέρα από τις νυχτερινές εμφανίσεις του γράφει εδώ και χρόνια μουσική και στίχους για μερικούς από τους μεγαλύτερους λαϊκούς τραγουδιστές της χώρας) του ζωή, χωρίς να χρειάζεται δύο ώρες ύπνου παραπάνω.

Το Κερατσίνι και το πρώτο μπουζούκι

«Το χαμόγελο είναι κάτι που δεν σβήνει εύκολα από τα χείλη μου. Ειδικά όταν συναναστρέφομαι με ανθρώπους. Όταν είμαι μόνος, το μυαλό μπορεί να τρέχει σε χίλια δυο πράγματα και να προβληματίζομαι. Όταν, όμως, συναναστρέφομαι με κόσμο σχηματίζεται αυθόρμητα στο πρόσωπό μου».

«Μεγάλωσα στο Κερατσίνι, στην Αμφιάλη συγκεκριμένα, όπου ζω μέχρι και σήμερα. Εκεί θέλω να συνεχίσω τη ζωή μου. Εκεί είναι ο κόσμος που με ξέρει από παιδί. Μου αρέσει που βγαίνω στους δρόμους και να μ' αγκαλιάζουν τόσο οι φίλοι από τα παιδικά μου χρόνια όσο και νέα παιδιά που δεν ήξεραν ότι μένω εκεί. Στο Κερατσίνι νιώθω ότι πατάω στη γη, ότι είμαι στη βάση μου».

«Οι γονείς μου δεν γνώριζαν μουσική. Ο πατέρας μου ήταν καθηγητής οικονομικών και η μητέρα μου ασχολούνταν με τα οικιακά. Έχω έναν θείο τραγουδιστή στην Πάτρα, αλλά ως εκεί. Δεν υπήρχε κανείς στην οικογένειά μου που να τραγουδούσε, να έγραφε τραγούδια και ν' ασχολείται με τόσα όργανα (μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο)».

«Στα έξι μου έπιασα για πρώτη φορά ένα σπασμένο μπουζούκι και ξεκίνησα να παίζω το 'Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας'. Κι οι γονείς μου είδαν ξαφνικά ένα παιδάκι να παίζει και προβληματίστηκαν. Αυτό ήταν πρώτο μου ερέθισμα. Στο δημοτικό άρχισα να μαθαίνω το πρώτο μου όργανο (κιθάρα) γράφοντας παράλληλα τους πρώτους μου στίχους. Στην πρώτη γυμνασίου πήγα στο ωδείο κι άρχισα να τραγουδάω, αφού έβλεπαν και οι γονείς μου πως θα ήταν κρίμα από τον Θεό να μην προχωρήσω. Εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο ασχολούμουν με την μουσική. Ακόμα και όταν κοιμόμουν, σκεφτόμουν το πότε θα σηκωθώ για να πάρω το όργανο στα χέρια μου».

Καθηγητής μαθηματικών το πρωί, τραγουδιστής το βράδυ

«Στο σχολείο ήμουν καλός μαθητής. Έτσι μετά το λύκειο ήθελα να σπουδάσω μαθηματικά. Τα αγαπούσα από παιδί και θεωρώ ότι η γνώση μίας επιστήμης μπορεί ν' αποτελέσει αρωγό στη ζωή μας σε πολλά ζητήματα. Βοηθά να διευρύνονται οι ορίζοντες μας, να έχουμε κριτική σκέψη και να επιχειρηματολογούμε. Γενικά, μάς βοηθά να έχουμε έναν ολοκληρωμένο νου».

«Η θεωρία της μουσικής και η επιστήμη των μαθηματικών είναι δύο έννοιες αλληλένδετες. Σε όποιο τόπο του πλανήτη και να πας τόσο με τη μουσική όσο και με τα μαθηματικά μπορείς να συνεννοηθείς».

«Στο Μαθηματικό μπήκα το 2000 και τέλειωσα το 2004. Ήμουν πολύ τυπικός φοιτητής, ίσως επειδή ήθελα να τελειώνω γρήγορα για ν' ασχοληθώ ολοκληρωτικά με την μουσική. Πάντως, τα μαθηματικά δεν τα άφησα εκεί, αφού έχω γραφτεί στο μεταπτυχιακό τμήμα θεωρητικών μαθηματικών».

«Είμαι παιδί της μέρας που δουλεύει νύχτα. Υπήρξε περίοδος όπου ζούσα σε δύο παράλληλους κόσμους. Το πρωί ήμουν καθηγητής σε σχολείο και το βράδυ εμφανιζόμουν ως νέος τραγουδιστής δίπλα στο Νότη Σφακιανάκη στο Έναστρον. Δεν διαφοροποιούσα, όμως, στο μυαλό ποτέ τη μέρα από τη νύχτα. Ήθελα να κάνω μουσική κι έτυχε στην Ελλάδα αυτό να πρέπει να το κάνω το βράδυ. Ήταν τόσο μεγάλη η επιθυμία μου να κάνω τραγούδια και να τα μοιραστώ με τον κόσμο που δεν σκεφτόμουν πού και ποια ώρα της ημέρας θα γινόταν αυτό».

«Ως μαθηματικό μυαλό, τα ψυχολογικά μου τα λύνω μόνος. Τα χειρότερα ψυχολογικά δημιουργούνται όταν δεν μπορείς να βρεις την αιτία τους. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να συγκλίνουν και να σου δημιουργήσουν μια ψυχική διαταραχή. Όπως όταν δεν μπορείς να βρεις την αιτία ενός προβλήματος ή όταν δεν μπορείς να την αποδεχτείς. Είναι ανθρώπινο. Όλοι οι άνθρωποι περνούν λίγο πολύ από τον δρόμο της ψυχικής διαταραχής λόγω στρες, υπαρξιακών, της σχέσης τους ή πραγμάτων που φοβούνται μήπως και συμβούν».

«Αυτό που φοβόμουν μην συμβεί και συνέβη ήταν η απώλεια του πατέρα μου. Πρόκειται για μια πληγή που δεν επουλώνεται. Απλώς σκεπάζεται. Έμαθα να ζω με αυτό και με έκανε πιο ισχυρό. Ίσως γιατί αναγκάστηκα ν' αναλάβω εξ ολοκλήρου τις ευθύνες».

«Μετά από τόσα χρόνια στη δουλειά καταλαβαίνω αν ένα τραγούδι θα γίνει εμπορικό. Βέβαια, επιτυχημένο θεωρώ ένα τραγούδι που θα γίνει διαχρονικό. Όσον αφορά το εμπορικό κομμάτι θεωρώ πως ένα τραγούδι που θα έχει ένα κόψιμο προκειμένου να συμμετέχει ο κόσμος είναι πιο εύκολο να γίνει επιτυχία. Μια παύση μέσα στο κομμάτι που θα μπορώ να το μοιραστώ με τον κόσμο».

Το παλάτι του Βοτανικού

«Στον Βοτανικό θα συναντήσετε μια πανέμορφη παρέα πολλών ατόμων, από την οποία ο καθένας με την ταυτότητα και το ρεπερτόριο του δίνει το δικό του χαρακτήρα στο πρόγραμμα. Ο κόσμος που έρχεται στο παλάτι του Βοτανικού διασκεδάζει πάρα πολύ».

«Η λέξη 'ζηλεύω' δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο μου. Όπως δεν υπάρχουν οι λέξεις 'κρίνω' και 'παρατάω'. Να σου πω τι θαυμάζω στους συναδέλφους μου; Θαυμάζω στον καθένα την ειδοποιό διαφορά από τους άλλους, δηλαδή αυτό που τους κάνει ξεχωριστούς. Στον Αντύπα θαυμάζω που μετά από τόσα χρόνια έχει αυτό τον παιδικό ενθουσιασμό και την ενέργεια πάνω στη σκηνή, αλλά και αυτή τη μεγαλειώδη φωνή που μετά από τόσες νύχτες πτήσης παραμένει άφθαρτη. Στον Μάκη την υπέροχη ενέργεια που έχει κάθε βράδυ με την οποία ξεσηκώνει τον κόσμο. Στη Ραλλία το πώς παντρεύει την ταυτότητά της με το λαϊκό τραγούδι. Σε όλα τα παιδιά του Βοτανικού, είτε λένε ένα τραγούδι είτε δέκα, θαυμάζω το χαμόγελό τους και το γεγονός πως δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό».

«Θα με σκότωνες αν μου ζητούσες να ασχοληθώ μόνο με ένα εκ των τραγούδι, στίχο, μουσική. Θα ήταν σαν να μου ζητούσες να σου δώσω τη ψυχή, το μυαλό ή την καρδιά μου. Ό, τι από τα τρία και να σου έδινα, θα πέθαινα».

Ο Βασίλης Δήμας εμφανίζεται μαζί με τον Αντύπα, τον Μάκη Δημάκη και την Ραλλία Χρηστίδου κάθε Παρασκευή και Σάββατο στον Βοτανικό.

Ευχαριστούμε το καφέ Cartone για τη φιλοξενία.

Κείμενο: Γιώργος Μυλωνάς

Φωτογραφίες: Βασίλης Τσίγκας