80 χρόνια από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία

Gazzetta team
80 χρόνια από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία
Πώς έγινε καγκελάριος «ένας τύπος που έχει το χτένισμα νταβατζή, τη ματιά ενός παλαβού και τη φωνή λυκόσκυλου»

Η 30ή Ιανουαρίου 1933 ήταν ημέρα σημαδιακή στο Βερολίνο. Ο ήλιος ήταν κατάμαυρος, τα σύννεφα έτρεχαν σαν τρελά στον ουρανό, τα πουλιά έπεφταν νεκρά στη γη. Και ο Αντολφ Χίτλερ, που ήταν νυχτερινός τύπος, ξύπνησε για πρώτη φορά στη ζωή του από τα χαράματα. Ενα ρίγος διαπερνούσε την πόλη – πολλοί διαισθάνονταν το επερχόμενο κακό. Ετσι δραματικά περιγράφει ένας χρονικογράφος την ατμόσφαιρα εκείνων των ωρών στη γερμανική πρωτεύουσα. Η πραγματικότητα ήταν βέβαια πολύ πιο πεζή: Ο πρώην δεκανέας του γερμανικού στρατού ήξερε ότι πριν από το μεσημέρι της ίδιας ημέρας θα ορκιζόταν καγκελάριος. Επόμενο έτσι να χάσει τον ύπνο του και να μην μπορεί να τον κρατήσει τίποτε στο κρεβάτι. Ετσι ή αλλιώς πάντως οι κακοί οιωνοί έμελλε να επαληθευθούν: Ο Χίτλερ κατέλαβε όντως την εξουσία. Και αυτό έγινε η αφετηρία μύριων κακών, με πρώτο την κατάλυση της γερμανικής δημοκρατίας και ύστερα τον πολυαίμακτο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Σήμερα, χάρη στα αναρίθμητα ιστορικά ντοκουμέντα, μπορεί να αναπαρασταθεί καρέ προς καρέ η εικόνα της ημέρας. Μερικά χαρακτηριστικά σημεία της, όπως τα περιέγραψε η γαλλίδα δημοσιογράφος Στεφάν Ρουσέλ, η οποία δούλευε τότε ως ανταποκρίτρια της εφημερίδας «Le Matin» στο Βερολίνο:

- 11 π.μ.: Ορκωμοσία του Χίτλερ στο προεδρικό μέγαρο από τον 85χρονο πρόεδρο του λεγόμενου «γερμανικού Ράιχ» Πάουλ φον Χίντενμπουργκ. Στην κυβέρνηση συμμετέχουν μόνο δύο «καμεράντεν» (σύντροφοι) του Χίτλερ: ο Χέρμαν Γκέρινγκ και ο Βίλχελμ Φρικ. Οι υπόλοιποι υπουργοί προέρχονται από το κόμμα Γερμανοί Εθνικιστές, ενώ αντικαγκελάριος ορίζεται ο συντηρητικός πρώην καγκελάριος Φραντς φον Πάπεν.

- Μία ώρα αργότερα: Το Βερολίνο αναστατώνεται από τις φωνές των εφημεριδοπωλών, που εξαγγέλλουν το απρόοπτο για τους περισσότερους παρατηρητές γεγονός σε έκτακτες εκδόσεις. «Δεν πίστευα στα αφτιά μου» σημειώνει η Ρουσέλ.

- Κατά τις 5 το βράδυ: Στους δρόμους της πρωτεύουσας εμφανίζονται για πρώτη φορά οπαδοί του Χίτλερ με καφέ πουκάμισα - το χρώμα που έγινε στη συνέχεια το σήμα κατατεθέν της ναζιστικής ενδυμασίας.

- Από τις 7 μ.μ.: Το συνήθως σκοτεινό - λόγω της χρόνιας οικονομικής κρίσης - κέντρο της πόλης ξεχειλίζει από φως. Εκατοντάδες χιλιάδες ναζιστές και συνοδοιπόροι, που κρατούν αναμμένους πυρσούς, ξεχύνονται στους δρόμους και στις πλατείες για να γιορτάσουν την έναρξη της, όπως την έλεγαν, «εθνικής επανάστασής» τους. Ο Χίτλερ χαιρετά κατ' εξαίρεση αμίλητος από το παράθυρο της Καγκελαρίας. Η Ρουσέλ, στην άκρη ενός πεζοδρομίου, κλαίει.
Την επόμενη ημέρα τα περιβόητα τάγματα εφόδου SA (ιδιωτική αστυνομία του Χίτλερ) άρχισαν το κυνήγι των κομμουνιστών και λοιπών αντιφρονούντων. Σε διάστημα μιας εβδομάδας είχαν δημιουργηθεί περί τα 100 «άγρια», όπως ονομάζονταν, ήτοι άτυπα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε υπόγεια, παροπλισμένα εργοστάσια και στρατώνες, στα οποία βασανίζονταν με φρικτό τρόπο οι κρατούμενοι. Η πρωσική αστυνομία, η οποία βρισκόταν ήδη υπό τις διαταγές του υπουργού Εσωτερικών Γκέρινγκ, έδειχνε να διασκεδάζει με το μακελειό.

Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν ούτε νομοτελειακή ούτε επιθυμητή από την τότε άρχουσα ελίτ. Ο στόχος της, λέει ο ιστορικός Νόρμπερτ Φράι, ήταν η αναδόμηση ή η αντικατάσταση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (όνομα παρμένο από την ανατολικογερμανική πόλη Βαϊμάρη, όπου ψηφίστηκε το 1919 το πρώτο δημοκρατικό σύνταγμα της χώρας) από ένα αυταρχικό καθεστώς - ο Χίτλερ ήταν στα μάτια της το ιδανικό εργαλείο για αυτό.

Οχι όμως για μακροχρόνια χρήση. «Θα τον αφήσουμε δύο μήνες στην εξουσία και ύστερα θα τον πατήσουμε έτσι που να γρυλίζει από τον πόνο» ψιθύριζε στους φίλους του λίγο πριν από την ορκωμοσία ο Φον Πάπεν.

Σίγουρο είναι ότι ως και την παραμονή της ορκωμοσίας του ο Χίτλερ κάθε άλλο παρά δημοφιλής ήταν - τόσο στην εργατική τάξη, που παρέμενε προσκολλημένη στο σοσιαλδημοκρατικό και στο κομμουνιστικό κόμμα, όσο και στα μεσαία μορφωμένα στρώματα. «Αδύνατο να γίνει καγκελάριος ένας τύπος που έχει το χτένισμα ενός νταβατζή, τη ματιά ενός παλαβού και τη φωνή ενός λυκόσκυλου» έλεγε περιφρονητικά ο τότε φοιτητής της Νομικής και αργότερα σπουδαίος ιστορικός Σεμπάστιαν Χάφνερ.

Αυτό άλλαξε σχεδόν με μαγικό τρόπο από τη στιγμή που ο Χίτλερ αναρριχήθηκε στην εξουσία. Από τότε ο κόσμος άρχισε να τον προσκυνά - «είτε από φόβο είτε από υπολογισμό είτε από βλακεία» σημειώνει ο Χάφνερ. Οι αιτήσεις για εγγραφή στο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ΝSDAP πολλαπλασιάστηκαν σε ελάχιστο χρόνο. Το αποκορύφωμα ήρθε τον Μάρτιο του 1933, όταν ο αριθμός τους προσέγγισε το ένα εκατομμύριο. Οι περισσότεροι από τους αιτούντες ψήφιζαν ως τότε αριστερά ή συντηρητικά κόμματα. Γι' αυτό και οι εναπομείναντες δημοκράτες τούς χαρακτήριζαν σκωπτικά «πεσόντες» της δημοκρατίας.

Το νέο καθεστώς δεν παγιώθηκε αμέσως. Για περίπου έναν μήνα συμβίωνε ακόμη ο παλιός με τον νέο κόσμο. Οχι βέβαια πάντα αρμονικά: Στις 25 Φεβρουαρίου του 1933, θυμάται ο Χάφνερ, η «χρυσή νεολαία» της πρωτεύουσας, όση τουλάχιστον δεν είχε προσχωρήσει στη «χιτλερική Νεολαία», γιόρταζε με οργιαστικό τρόπο τις Απόκριες σε χορευτικές εσπερίδες «στις οποίες ένας άντρας μπορούσε να έχει δική του οποιαδήποτε γυναίκα για μία νύχτα ή και ως το καλοκαίρι». Οχι λίγα από τα «όργια» τελείωσαν ωστόσο πριν της ώρας τους ύστερα από επιδρομή των ταγμάτων εφόδου.

Η πολιτική «ισοπέδωση» ήρθε δύο ημέρες αργότερα, όταν κάηκε το Ράιχσταγκ, η γερμανική Βουλή. Οι ναζιστές κατηγόρησαν ως εμπρηστή τον νεαρό ολλανδό αναρχικό Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε και το κομμουνιστικό κόμμα ως υποκινητή του. Ακολούθησε ένα πογκρόμ κατά των στελεχών του κόμματος - εκατοντάδες συνελήφθησαν, βασανίστηκαν ή εκτελέστηκαν χωρίς να περάσουν ποτέ από δίκη. Οι δημοκρατικές ελευθερίες καταλύθηκαν πλήρως μέσω κυβερνητικών διαταγμάτων, το κομμουνιστικό κόμμα διαλύθηκε de facto. Από τότε «έσπασε» και εσωτερικά η αντίσταση της αντιπολίτευσης - οι ναζιστές είχαν πλέον ελεύθερο χέρι.

Αυτό φάνηκε στις εκλογές της 5ης Μαρτίου, στις οποίες απέκλεισαν παντελώς τα αριστερά κόμματα από τον προεκλογικό αγώνα. Το εκλογικό ποσοστό του ΝSDAP μπόρεσε έτσι να εκτιναχθεί από το 33,1% στο 43,9%. Ωστόσο ο θρίαμβος του Χίτλερ δεν ήταν πλήρης: Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Κομμουνιστές κατόρθωσαν να πάρουν πάνω από το 30% των ψήφων, ενώ ο ίδιος δεν διέθετε τον αριθμό των βουλευτών που θα του επέτρεπε να γίνει δικτάτορας μέσα από τυπικά «δημοκρατικές» διαδικασίες. Η βοήθεια ήρθε από το Γερμανικό Εθνικό Λαϊκό Κόμμα (DNVP), το οποίο είχε κερδίσει το 8% των ψήφων και δέχθηκε να ψηφίσει υπέρ ενός νόμου που εξουσιοδοτούσε τον Χίτλερ να γίνει ταυτόχρονα καγκελάριος και «Φύρερ» (αρχηγός), του έδινε δηλαδή πρακτικά απόλυτη εξουσία.

Από τότε σκοτείνιασε ο ήλιος μόνιμα πάνω από τη Γερμανία και λίγο αργότερα και πάνω από την Ευρώπη. Με αποτέλεσμα να πέφτουν νεκροί στη γη όχι μόνο πουλιά αλλά και άνθρωποι. Και να μεταβληθεί η ευρωπαϊκή γη στο μεγαλύτερο πολεμικό σφαγείο της παγκόσμιας ιστορίας.

Διαβάστε τη συνέχεια στο vima.gr