Το πρώτο ευρωπαϊκό ο ΠΑΟ θα το πάρει... και το πήρε (vids & pics)

Άρης Λαούδης
Το πρώτο ευρωπαϊκό ο ΠΑΟ θα το πάρει... και το πήρε (vids & pics)

bet365

Σαν σήμερα, πριν από 20 χρόνια ακριβώς, ο Παναθηναϊκός έραβε το πρώτο αστέρι και οι «Μασονικές» Ρετρό Ιστορίες θυμούνται την πορεία μέχρι το Παρίσι και απαντούν μέσω... Συρίγου για την περιβόητη τάπα του Βράνκοβιτς στον Μοντέρο.

«Το πρώτο ευρωπαϊκό ο ΠΑΟ θα το πάρει» τραγουδούσαν και ξανατραγουδούσαν οι φίλοι του Παναθηναϊκού από το 1994 έως το 1996 και να που η ιστορία τους δικαίωσε. Η βραδιά της 11ης Απριλίου του 1996 θα μείνει για τα καλά χαραγμένη στη μνημη των φίλων του «τριφυλλιού», καθώς εκείνο το βράδυ σηματοδότησε μια αλλαγή σελίδας στην ιστορία του ελληνικού και κατ’ επέκταση ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Για πρώτη φορά μια ελληνική ομάδα έφτανε στην κορυφή της κορυφαίας μπασκετικής διασυλλογικής διοργάνωσης, ικανοποιώντας το απωθημένο των μπασκετικών που από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 έβλεπαν τα τρένα να περνούν, πότε με τον Αρη, πότε με τον ΠΑΟΚ, πότε με τον Ολυμπιακό.

Ταυτόχρονα, η ιστορία του 1996, σηματοδότησε την αλλαγή σελίδας για τον Παναθηναϊκό που μετέπειτα, βασισμένος σ’ αυτή την εμπειρία, σάρωσε τα Κύπελλα Πρωταθλητριών, κατάφερε να φτάσει άλλες πέντε φορές στην κορυφή της Ευρώπης μέσα σε διάστημα 15 χρόνων ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσε μια τεράστια δικαίωση για τον Παύλο και τον Θανάση Γιαννακόπουλο που είχαν τέτοια δίψα που παραλίγο να μαλώσουν για το ποιος θα σηκώσει πρώτος την κούπα, την ώρα της απονομής.

Ο θρίαμβος του 1996 έχει ονοματεπώνυμο κι αυτό δεν είναι άλλο από τον Στόγιαν Βράνκοβιτς. Ενα θηρίο, δύο φάσεις και μια κούρσα 25 μέτρων που δεν θα ξεχαστεί ποτέ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ηταν η μοίρα του βλέπετε να γράψει την ιστορία του Παναθηναϊκού με χρυσά γράμματα, ήταν η μοίρα του, γιατί ήταν εκείνος που έστειλε τον Παναθηναϊκό στο Παρίσι, μ’ εκείνη την τάπα στον Ζέλικο Ρέμπρατσα, στον τελευταίο και καθοριστικό προημιτελικό με την Μπενετόν στο Τρεβίζο.

Εκείνη τη χρονιά ο Παναθηναϊκός «χτίστηκε» από τα αδέλφια με σκοπό να φτάσει στη βρύση και να πιει νερό. Συμφώνησαν με τον πιο επιτυχημένο προπονητή εκείνης της εποχής (Μάλκοβιτς), κράτησαν τον μεγάλο Στόγιαν, πήραν τον έμπειρο Γιαννάκη για να λύσουν το πρόβλημα στη θέση του πλέι μέικερ κι έκαναν την μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, πείθοντας τον Ντομινίκ Ουίλκινς να αφήσει τη Βοστόνη και να υπογράψει στην Ευρώπη.

Ταυτόχρονα, ο Παναθηναϊκός είχε έναν από τους κορυφαίους γκαρντ εκείνα τα χρόνια στην Α1 (Κόρφας), έναν σκόρερ ολκής στα ελληνικά γήπεδα (Σταυρακόπουλος) και βεβαίως τα δικά του παιδιά, τον Αλβέρτη και τον Οικονόμου που αποτελούσαν το νέο αίμα στην εθνική ομάδα.

Ο Παναθηναϊκός προκρίθηκε από την α’ φάση ως τρίτος στον όμιλο, ισοβαθμώντας με τη Ρεάλ στη δεύτερη θέση και τερματίζοντας πίσω από την Μπαρτσελόνα που εξασφάλισε με άνεση την πρωτιά. Μοιραία πήγε στα πλέι οφ με μειονέκτημα έδρας , με αντίπαλο την Μπενετόν Τρεβίζο, το πρώτο παιχνίδι στο ΟΑΚΑ και τα δύο επόμενα (αν χρειάζονταν) στην Ιταλία.

Οι «πράσινοι» κάνουν το πρώτο βήμα (70-67) στην Αθήνα, αλλά χρειάζονταν μια ακόμη νίκη στην Ιταλία. Στο πρώτο ματς χάνουν με κάτω τα χέρια με 83-69, αλλά στο do or die παιχνίδι φωνάζουν παρών! Μ’ έναν εκπληκτικό Ντομινίκ και ήρωα τον Βράνκοβιτς που στην τελευταία φάση, με το σκορ στο 65-64, έκοψε τον Ρέμπρατσα, ο Παναθηναϊκός εξασφαλίζει την πρόκριση για το φάιναλ φορ, για πρώτη φορά μάλιστα χωρίς την παρουσία και του Ολυμπιακού.

Στη λήξη του θριαμβευτικού προημιτελικού, ο Ντομινίκ σπεύδει στην αγκαλιά του Μάλκοβιτς για να πανηγυρίσει, αλλά ο «Μπόζα» τον... ξεπετά με τρόπο που δεν έχει προηγούμενο και πέφτει στην αγκαλιά του Βράνκοβιτς, επιβεβαιώνοντας ακόμη και τότε πως οι σχέσεις των δύο είχαν οδηγηθεί στα άκρα μεσούσης της σεζόν.

Τα καραβάνια για το Παρίσι ξεκίνησαν από τις 6 Απριλίου. Το Παλέ ντε Μπερσί ζούσε πρωτόγνωρες στιγμές, καθώς περισσότεροι από 9.000 Ελληνες ταξίδεψαν στην Γαλλία, πιστεύοντας πως είχε φτάσει η μεγάλη ώρα. Στον ημιτελικό της 9ης Απρλίου, ο Ουίλκινς «καθαρίζει» μόνος του. Με 35 πόντους και 10 ριμπάουντ του Αμερικανού η ελληνική ομάδα νικά τους Ρώσους με 81-71 και εξασφαλίζει την παρουσία στον τελικό, απέναντι στην εκπληκτική Μπαρτσελόνα που αναζητούσε κι εκείνη με την σειρά της την πρώτη ευρωπαϊκή κούπα στην ιστορία της.

Στον τελικό, όλα έδειχναν... Παναθηναϊκός. Οι «πράσινοι» προηγήθηκαν με 35-25 στο ημίχρονο, αλλά όσο περνούσε η ώρα λύγιζαν στο βάρος του ονείρου να γίνουν η πρώτη ελληνική ομάδα με Κύπελλο Πρωταθλητριών. Στα τελευταία δύο λεπτά οι παίκτες του Μάλκοβιτς έκαναν τόσα λάθη, όσα δεν είχαν κάνει από τα προημιτελικά και μετά. Με το σκορ στο 67-66, ο Παναθηναϊκός είχε την κατοχή και μαζί την ευκαιρία να κλειδώσει την κούπα.

Στη λήξη του χρόνου επίθεσης ο Γιαννάκης σωριάζεται στο παρκέ, η Μπαρτσελόνα κλέβει την μπάλα και ο Μοντέρο είναι πανέτοιμος να παγώσει τους Ελληνες, ευρισκόμενος μόνος του μπροστά στο ελληνικό καλάθι. Ως δια μαγείας, το μαγικό χέρι του Βράνκοβιτς που σαν... άλογο πήδηξε ό,τι εμπόδιο βρήκε μπροστά του για να προλάβει, έκοψε την πορεία της μπάλας, αφού πρώτα αυτή χτύπησε στο ταμπλό.

Το τελικό σκορ (67-66) βρήκε τον τραυματισμένο Στόικο πεσμένο στο παρκέ, τους Ελληνες στην εξέδρα να... λιποθυμούν από χαρά και τον πάγκο, μαζί με τον Παύλο και τον Θανάση Γιαννακόπουλο να μην πιστεύουν πως ένα όνειρο 10 ετών είχε γίνει πραγματικότητα. Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν στο Παρίσι δεν είχαν προηγούμενο, απόλυτα φυσιολογικό, αν σκεφτούμε πως ήταν η πρώτη κούπα σε επίπεδο Πρωταθλητριών, ύστερα μάλιστα από δύο μεγάλες αποτυχίες το 1994 και το 1995.

Αντί κουβέντας για το τι έγινε στην τελευταία φάση, παραπέμπω σε κείμενο του αείμνηστου Φίλιππα Συρίγου στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία το 2010 και σχόλιό του στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, για να αντιληφθεί και ο πλέον αδαής το ποιος ευνοήθηκε και το ποιος αδικήθηκε στα τελευταία δευτερόλεπτα εκείνου του τελικού.

«Φάιναλ φορ του μπάσκετ (προχθές και σήμερα) και πάλι στο παρισινό Παλέ ντε Μπερσί.Οπως το '91, όταν η περίφημη Γιουγκοπλάστικα έκλεινε τον τριετή κύκλο της με το πιο μεγάλο, το πιο απίστευτο κατόρθωμά της. Οπως το 2001, όταν ο Παναθηναϊκός έχανε από την Μακάμπι τον μοναδικό τελικό από τους 6 που έχει πάρει μέρος. Και, κυρίως, όπως το '96, όταν σ' αυτό το γήπεδο ο Παναθηναϊκός του Μάλκοβιτς, του Ντομινίκ Γουίλκινς, του Βράνκοβιτς, (αλλά και του Γιαννάκη...) κέρδιζε το πρώτο ελληνικό τρόπαιο και ταυτόχρονα έβαζε τα θεμέλια για την μετέπειτα ευρωπαϊκή κυριαρχία του, με άλλους τέσσερις τίτλους!

Το φάιναλ φορ του '96, λοιπόν, σημαδεύτηκε από την τάπα του Βράνκοβιτς στο λέι απ του Μοντέρο, ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν τη λήξη, χάρη στην οποία ο Παναθηναϊκός νίκησε την Μπαρτσελόνα. Για την ακρίβεια, την αντικανονική τάπα του Βράνκοβιτς, αφού, κατά γενική ομολογία, πριν ο κροάτης γίγαντας σταματήσει την πορεία της μπάλας προς το «πράσινο» καλάθι, αυτή είχε χτυπήσει στο ταμπλό, γεγονός που απαγόρευε οποιαδήποτε παρέμβαση.

Αυτή όμως είναι μόνο η μισή αλήθεια σε σχέση με εκείνο τον δραματικό τελικό. Την άλλη μισή ελάχιστοι την πήραν είδηση και γι' αυτό, τελικά, η ιστορία γράφτηκε με λάθος τρόπο. Ενας από τους υπεύθυνους γι' αυτή την παραχάραξη ήμουν κι ελόγου μου, γιατί ενώ ήμουν ο μόνος έλληνας δημοσιογράφος που πήρε είδηση τι ακριβώς είχε γίνει, κράτησα την αλήθεια για τον εαυτό μου. Για να κάνω γκάφα στους συναδέλφους. Κι έτσι η πραγματικότητα δεν πήρε τις διαστάσεις που θα έπρεπε.

Ας ξαναθυμηθούμε όμως την ιστορία, που για τους περισσότερους πρέπει να είναι άγνωστη: 36 δεύτερα πριν το τέλος, ο Παναθηναϊκός, που κέρδιζε με έναν πόντο, ξεκίνησε την τελευταία του επίθεση, υπό την ασφυκτική πίεση των παικτών της Μπαρτσελόνα, οι οποίοι ήθελαν να κερδίσουν την κατοχή της μπάλας για να πετύχουν το νικητήριο καλάθι. Προς το τέλος της επίθεσης, ο Γιαννάκης (ίσως και μετά από φάουλ που δεν σφυρίχτηκε...) έχασε τον έλεγχο της μπάλας, που κύλησε διεκδικούμενη προς την κεντρική γραμμή του γηπέδου.

Την ώρα που ο Μοντέρο έγινε κάτοχος της μπάλας το χρονόμετρο των 30 δευτερολέπτων (τόσος ήταν τότε ο χρόνος επίθεσης, που αργότερα μειώθηκε σε 24'') είχε μηδενιστεί, το δε χρονόμετρο του αγώνα είχε σταματήσει στα 5 δεύτερα, πράγμα που σήμαινε ότι η επίθεση του Παναθηναϊκού είχε λήξει πριν αλλάξει η κατοχή της μπάλας. Ουδείς όμως το είχε αντιληφθεί, γιατί κατά έναν ανεξήγητο τρόπο δεν ήχησε η κόρνα που ειδοποιεί για το τέλος της επίθεσης, πότε να διακοπεί το παιχνίδι και να ξαναρχίσει με επαναφορά της μπάλας από τα πλάγια.

Με σταματημένο, λοιπόν, το χρονόμετρο ο Μοντέρο άρχισε να τρέχει προς το καλάθι του Παναθηναϊκού για το νικητήριο λέι απ. Ταυτόχρονα ο Στόγιαν Βράνκοβιτς, ο γίγαντας των 2,17 μ., ξεκινούσε μια ξέφρενη κούρσα, για να προλάβει και να αποτρέψει το μοιραίο. Στο δρόμο του, μάλιστα, τσαλαπάτησε τον συμπαίκτη του Τζον Κόρφα, γεγονός που είχε ως συνέπεια να φτάσει με ένα κλικ καθυστέρηση. Η σωτήρια για τον Παναθηναϊκό παρέμβασή του ήταν αντικανονική, αλλά οι διαιτητές δεν το κατάλαβαν.

Το έδειξε αμέσως μετά η γαλλική τηλεόραση, την οποία επικαλέστηκε στην ένσταση που κατέθεσε η Μπαρτσελόνα, αλλά το αποτέλεσμα δεν άλλαξε. Παρέμεινε, όπως άλλωστε παρέμειναν και οι εντυπώσεις με βάση τις οποίες ο Παναθηναϊκός τάχα έκλεψε τη νίκη από την Μπαρτσελόνα...

Ουδέν το αναληθέστερον. Γιατί, αν όλα γίνονταν με το νόμο, η Μπαρτσελόνα θα έπρεπε να κάνει επίθεση 6 δευτερολέπτων απέναντι σε οργανωμένη άμυνα, οπότε δεν θα είχε την ευκαιρία ενός λέι-απ. Και επιπλέον, μπάσκετ με σταματημένο χρονόμετρο δεν παίζεται. Ο,τι έγινε ήταν λοιπόν άκυρο. Σαν να μην έφθαναν, όμως, όλα αυτά, μετά την τάπα του Βράνκοβιτς, η πανικόβλητη γραμματεία του αγώνα έθεσε σε λειτουργία το χρονόμετρο, γεγονός που είχε ως συνέπεια να κάνει νέα επίθεση η Μπαρτσελόνα, που όμως και αυτή αστόχησε.

Το αλαλούμ ήταν πλήρες. Η Μπαρτσελόνα φώναζε για κλοπή, ο Παναθηναϊκός προσπαθούσε να αμυνθεί χωρίς να ξέρει ότι επί της ουσίας πήγαν να τον ληστέψουν και η γραμματεία που τα είχε κάνει θάλασσα, μάζεψε τα βρεγμένα της και κρύφτηκε.

Μετά τη συνέντευξη τύπου είπα ό,τι είχα καταλάβει στον Μάλκοβιτς, κι αυτός έμεινε κατάπληκτος, με το στόμα ανοιχτό! Λίγο αργότερα οι περισσότεροι έλληνες δημοσιογράφοι πήγαμε στην Οπερά για φαγητό. Ολοι μιλούσαν για την τάπα του Βράνκοβιτς. Στην Αθήνα η ώρα ήταν πια περασμένες 2.00, οι εφημερίδες είχαν κλείσει. Τους είπα το κομμάτι του έργου που δεν είχαν δει. Πρώτα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και μετά κοίταξαν τα ρολόγια τους, αλλά ήταν πια αργά...

«Καλή Ανάσταση να 'χουμε φίλοι μου», τους είπα και σήκωσα το ποτήρι μου. Ξημέρωνε Μεγάλο Σάββατο, αλλά το κέφι είχε χαθεί. «Πάντα τέτοια» πετάχτηκε κάποιος, αλλά ειλικρινά δεν κατάλαβα με ποιο νόημα».

 

Τελευταία Νέα