Αναντολού Εφές: Αρνητική μετάλλαξη ή τεχνητή κρίση;

Αναντολού Εφές: Αρνητική μετάλλαξη ή τεχνητή κρίση;

Αναντολού Εφές: Αρνητική μετάλλαξη ή τεχνητή κρίση;
Οι τοποθετήσεις του Εργκίν Αταμάν μετά την ήττα από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ προκάλεσαν αίσθηση και η Euroleague Greece ανοίγει τον φάκελο της Αναντολού Εφές, στέκεται στους αριθμούς και εξηγεί την αγωνιστική αστάθεια της τουρκικής ομάδας, αλλά και τις πρόσφατες δηλώσεις του έμπειρου τεχνικού.

Η αλήθεια είναι ότι, αν κανείς γυρίσει τον χρόνο πίσω και «σταματήσει» στην 6η αγωνιστική της Euroleague θα διαπιστώσει ότι και τότε η Εφές είχε τον ίδιο αριθμό νικών. Η εκτόξευσή της ήρθε μετά και την 7η αγωνιστική, εκεί έθεσε σοβαρή υποψηφιότητα για την κατάληψη θέσης στην πρώτη τετράδα και γενικώς έπεισε με την αγωνιστική παρουσία της. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ του πρόσφατου παρελθόν με το παρόν είναι ότι, πέρυσι ελάχιστοι περίμεναν ότι η Εφές θα έκανε πορεία… Πρωταθλητισμού, αντιθέτως φέτος έχει σταθερούς συνοδοιπόρους, την πίεση και τις υψηλές απαιτήσεις.

Δεν σουτάρει το ίδιο καλά

Η τουρκική ομάδα είχε να διαχειριστεί βατό πρόγραμμα στις πρώτες έξι αγωνιστικές. Κάλυψε την εντός έδρας ήττα από την Μπαρτσελόνα (σ. σ. την είχε κερδίσει πέρυσι στον Κωνσταντινούπολη) με τη νίκη επί της Ρεάλ Μαδρίτης (από την οποία είχε χάσει τη σεζόν 2018-19). Πέρσι επίσης είχε ηττηθεί εντός έδρας από τη Ζαλγκίρις Κάουνας, ενώ η φετινή δεύτερη ήττα της ήταν στο ΟΑΚΑ από τον Παναθηναϊκό την οποία δεν είχε αποφύγει ούτε πέρυσι. Κοινώς, σε επίπεδο αποτελεσμάτων, η Εφές μάλλον είναι σε καλύτερη μοίρα, πράγμα το οποίο μπορεί να οδηγήσει στο πρόχειρο (και σίγουρα μη ασφαλές) συμπέρασμα περί τεχνητής κρίσης από την πλευρά του Εργκίν Αταμάν, μετά την ήττα από τον Παναθηναϊκό, με φόντο τους επόμενους αγώνες.

Ωστόσο, η Εφές δεν δείχνει να είναι το ίδιο αξιόπιστη. Σίγουρα είναι διαφορετική. Επιθετικά, έχει χαμηλότερη παραγωγή καθώς πέρυσι στους πρώτες έξι αγώνες σκόραρε περί των 86.6 πόντων κατά μέσο όρο, ενώ φέτος μετά βίας ξεπερνά τους 80. Στον αντίποδα, είναι πιο αποτελεσματική στην άμυνα με τους 78.3 πόντους.

Η ειδοποιός διαφορά βρίσκεται στα ποσοστά ευστοχίας της. Πέρυσι, στο συντριπτικό μέρος της Euroleague «κουβάλησε» τον τίτλο της πιο εύστοχης ομάδας έξω από τα 6.75 πλησιάζοντας έως το 50% στα μέσα της αγωνιστικής περιόδου. Έπειτα από έξι αγώνες είχε 44.2%. Μέχρι στιγμής, φέτος, περιορίζεται στο 31.4%, ποσοστό (τουλάχιστον) απαγορευτικό για μια ομάδα με τους δικούς της στόχους. Η διαφορά στο αντίστοιχο ποσοστό ευστοχίας στα δίποντα δεν είναι μεγάλο, πέρυσι όμως είχε 58.5% στην ίδια φάση της Euroleague. Επίσης, είχε καλύτερη αναλογία ασίστ-λαθών και γενικώς είχε υψηλότερο επίπεδο επικοινωνίας καθώς μοίραζε περί των 19.7 τελικών πασών ανά αγώνα, στους πρώτους επτά αγώνες.

Ο αναντικατάστατος Μοερμάν

Αναμφίβολα είναι ο παίκτης που λείπει από την Εφές κι αυτό δεν σχετίζεται μόνο μέσα από τους αριθμούς. Λόγω του τρόπου παιχνιδιού του, ήταν ο συνδετικός κρίκος μεταξύ περιφέρειας και γραμμής των ψηλών, ένας παίκτης ο οποίος ενίοτε αναλάμβανε με ευκολία τον ρόλο του πρωταγωνιστή, δίχως να διώξει από πάνω του και τον μανδύα του εργάτη. Σε επίπεδο αριθμών, ο Γάλλος φόργουορντ έδωσε 13.4 πόντους στους πρώτους επτά αγώνες και είχε αποτελέσει ισχυρό παράγοντα στο παιχνίδι της ομάδας του. Ο Μοερμάν βρίσκεται στο στάδιο της αποθεραπείας έπειτα από την επέμβαση στον ώμο. Πέρυσι βέβαια, δεν υπήρχαν οι Κρις Σίνγκλετον, Αλεκ Πίτερς οι οποίοι δίνουν συνολικά 14.3 πόντους ανά αγώνα. Οι δύο Αμερικάνοι (ουσιαστικά) έβγαλαν από το rotation τον Τίμπορ Πλάις. Πλέον, ο Γερμανός δεν παίρνει περισσότερα από δέκα λεπτά συμμετοχής ανά αγώνα. Αντιστοίχως, πέρυσι τέτοια εποχή ήταν από τους αγωνιστικούς πυλώνες της Εφές με 9.7 πόντους κατά μέσο όρο.

Αλλαγές σε επίπεδο προσφοράς υπάρχουν και στην περιφέρεια. Πέρυσι, ο Σέιν Λάρκιν «εμφανίστηκε» στο παρκέ μετά τον Γενάρη καθώς στο διάστημα που προηγήθηκε δεν είχε αγωνιστικό ρυθμό. Συνολικά στους πρώτους επτά αγώνες είχε 5.1 πόντους κατά μέσο όρο. Φέτος πετυχαίνει τουλάχιστον τους τριπλάσιους καθώς έχει 17.8 πόντους. Πέρυσι, το κενό του Λάρκιν καλύφθηκε από τον Ροντρίγκ Μπουμπουά. Ο Γάλλος είχε ξεκινήσει εντυπωσιακά, ήταν εκ των πρώτων σκόρερ με 12.4 πόντους ανά αγώνα και με υψηλό χρόνο συμμετοχής. Φέτος είναι στο παρκέ λιγότερα λεπτά και αντίστοιχη είναι η προσφορά του.

Όπως πέρυσι, έτσι και φέτος, δεν έχει διαφοροποιηθεί ο ρόλος των Τζέιμς Άντερσον, Ντογκούς Μπαλμπάι καθώς παραμένουν δύο παίκτες οι οποίοι έρχονται από τον πάγκο. Η παραγωγικότητα του πρώτου εξαρτάται από τον αριθμό των plays που θα βγουν γι’ αυτόν, ενώ η ευθύνη του δεύτερου ξεκινάει και τελειώνει στην πίεση στον αντίπαλο γκαρντ και στην αλλαγή του ρυθμού του αγώνα.

Φάκελος «Μίτσιτς»

Μετά την ήττα από τον Παναθηναϊκό, ο Αταμάν καταφέρθηκε προσωπικά κατά του Βασίλιε Μίτσιτς. Σε επίπεδο αριθμών, ο Σέρβος γκαρντ φέτος εμφανίζεται καλύτερος από πέρυσι γιατί πετυχαίνει περισσότερους πόντους, όπως επίσης αξιοποιεί καλύτερα τους συμπαίκτες του με τις επτά ασίστ που έχει κατά μέσο όρο. Μόνο όμως που οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια, ενώ στην περίπτωση του Μίτσιτς είναι προφανές ότι ανέβηκε το επίπεδο των απαιτήσεων σε σημείο να χαρακτηρίζεται απαγορευτική η κατάχρηση στο τρίποντο ή ο περιορισμένος αριθμών ασίστ. Στο ΟΑΚΑ είχε 0/6 τρίποντα και μόλις τρεις τελικές πάσες. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι πέρυσι είχε 10/16 τρίποντα έπειτα από έξι αγώνες. Φέτος, έχει προλάβει να εκτελέσει 45 φορές (!) στον ίδιο αριθμό αγώνων με ποσοστό 33% και είναι προφανές ότι ο αριθμός των τριπόντων που επιχείρησε σε συνδυασμό με το ποσοστό ευστοχίας, εκνεύρισαν τον Αταμάν.

Οι σταθερές αξίες

Στη συγκεκριμένη κατηγορία εντάσσονται δύο παίκτες. Παρά τα… χρονάκια του, ο Μπράιαντ Ντάνστον παραμένει αξιόπιστη λύση και ουσιαστικά κάνει, ό,τι έκανε πέρυσι με τη σημείωσε ότι δίνει λίγους περισσότερους πόντους. Ο Κρούνοσλαβ Σιμόν παρουσιάζει εντυπωσιακή σταθερότητα καθώς στους πρώτους έξι αγώνες πέρυσι πρόσφερε 9.5 πόντους και φέτος δίνει 9.7., με τη διαφορά ότι πέρυσι πλησίαζε το 50% στο μακρινό σουτ, ενώ φέτος σουτάρει με 28%.