Το καλοκαίρι των ψευδαισθήσεων

Το καλοκαίρι των ψευδαισθήσεων
O Nίκος Παπαδογιάννης βλέπει τις ομάδες μας να επενδύουν σε αποκτήματα επιπέδου Champions League και αναρωτιέται αν φτάσαμε στην αρχή του τέλους.

Το καλοκαίρι του 2019 είναι για τις ελληνικές ομάδες της Εuroleague το καλοκαίρι της απομυθοποίησης και της ανώμαλης προσγείωσης. Όταν αφαιρεθεί από το τοπίο το σανό που καταπίνουν αμάσητο οι τυφλοί οπαδοί, οι χρήσιμοι ηλίθιοι του συστήματος, η απόσταση που χωρίζει την ανηφορική πλευρά του λόφου από την κατηφορική μοιάζει χαώδης.

Σε μία Λίγκα 34 αγωνιστικών όπως αυτή που έρχεται, πάει να πει σε ένα πρωτάθλημα με βαθμολογία όπου αργά ή γρήγορα ξεσκαρτάρονται οι αμνοί από τα ερίφια, ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός μοιάζουν καταδικασμένοι σε μακροβούτια επιβίωσης, με στόχο μία θέση στην 8άδα και τίποτε παραπάνω.

Τα πλέι-οφ είναι φυσικά μία καινούρια ζαριά, με διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά το αποτέλεσμα της σύγκρουσης του εξαιρετικού περυσινού Παναθηναϊκού με την ελλιπή και ντεφορμέ, τότε, Ρεάλ, έδειξε την αδυσώπητη αλήθεια. Με πορδές δεν βάφονται αυγά.

Αφήνω στην άκρη τα τρία παραδοσιακά μεγαθήρια και στρέφω τον προβολέα στις ομάδες που υποτίθεται ότι ανήκουν στο ίδιο ράφι με τις ελληνικές και είναι για τα δόντια τους.

Η Μπαρτσελόνα σάρωσε το παζάρι με Μίροτιτς, Μπράντον Ντέιβις, Κόρι Χίγκινς και ποιος ξέρει ποιον άλλον. Mέχρι Πάου Γκασόλ ονειρεύεται. Η Εφές κράτησε αλώβητη την ομαδάρα που έφτασε στον τελικό της Βιτόρια και προσθέτει κομμάτια στο παζλ (π.χ. Πίτερς).

Η Αρμάνι βγήκε φορτωμένη στην αγορά, παρέδωσε τα χαλινάρια στον Έτορε Μεσίνα και παίρνει τον Ροντρίγκεθ. Η Μακάμπι θα εμφανιστεί με κουμανταδόρο (Ουόλτερς) που ταιριάζει πολύ καλύτερα στο μπάσκετ του Σφαιρόπουλου και περιμένει την απάντηση του Τεοντόσιτς.

Ο Ερυθρός Αστέρας γέμισε τα κενά του με παίκτες έμπειρους και σοβαρούς (Μπράουν, Τζένκινς, Κούζμιτς, Γκιστ). Η Ζαλγκίρις κράτησε το βαρύ χαρτί που ακούει στο όνομα Σάρας. Η Χίμκι και η Βασκόνια προστάτευσαν τα δικά τους πετράδια (Σβεντ, Σενγκέλια).

Όποιος τολμήσει να κοιτάξει ψηλότερα, ζαλίζεται από το υψόμετρο. Η Φενέρ, που υποτίθεται ότι αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, έκανε τη μεταγραφή της χρονιάς με τον Νάντο Ντε Κολό, ενώ ανανέωσε με τον Σλούκα.

Η πρωταθλήτρια ΤΣΣΚΑ πήγε σε πιο γήινες λύσεις μετά τη φυγή του Γάλλου και του Χίγκινς (Στρέλνιεκς, Φόιγκτμαν, Χίλιαρντ), αλλά διαθέτει το πορτοφόλι για να αντικαταστήσει οποιονδήποτε. Η Ρεάλ ούτε είχε ούτε έχει ορατά κενά για μπάλωμα.

Όπως συνήθως, θα είναι έκπληξη πιθανή απουσία οποιασδήποτε από τις τρεις, όταν μετρηθούν τα κουκιά για το final-4 του 2020. Η Wikipedia επιμένει ότι αυτό θα διεξαχθεί στην Αθήνα, αλλά η Γη του Πυρός μου φαίνεται πιθανότερη οικοδέσποινα.

Στην κούρσα των εξοπλισμών, που αίφνης φούντωσε, οι Έλληνες πασχίζουν να σπάσουν τα τζάμια με σφεντόνες, μήπως τρυπώσουν από κάποιο παράθυρο στο σαλόνι.

Οι μεγάλες μεταγραφές του Ολυμπιακού είναι ο Κέβιν Πάντερ, ο Μπράντον Πολ και ο Ογκουστίν Ρούμπιτ. Του Παναθηναϊκού, ο Ταϊρίς Ράις, ο Τζίμερ Φρεντέτ που ανακοινώνεται οσονούπω και, εκτός απροόπτου, ο Τζέικομπ Ουάιλι.

Έξι παίκτες, που πέρυσι (και τα προηγούμενα χρόνια) δεν κίνησαν το ενδιαφέρον ομάδων της Euroleague ή χώρεσαν οριακά στη δεξαμενή των 30x12=360.

Αραδιάζεις στη σειρά τα έξι ονόματα, τα συγκρίνεις με τα «ρόστερ» των μνηστήρων του τίτλου και καταλαβαίνεις ότι ούτε ένας από αυτούς δεν θα έβρισκε θέση στη 12άδα (για να μη πω 16άδα) της Ρεάλ, της ΤΣΣΚΑ, της Φενέρ, της Εφές ή της Μπαρτσελόνα.

Επιπρόσθετα, ο Παναθηναϊκός αποχαιρέτισε τον άνθρωπο με το μαγικό ραβδάκι, ενώ ο Ολυμπιακός συνεχίζει με έναν προπονητή που απογοήτευσε πέρυσι ακόμα και τον πιο πιστό υποστηρικτή του. Ο Πεδουλάκης δεν είναι Πιτίνο και ο Μπλατ δεν είναι ο Μπλατ που νομίζαμε ότι είναι.

Προσθέστε στο κοκτέιλ άλλους αστάθμητους και σταθμισμένους παράγοντες (τραυματισμούς, κόπωση υλικού, ηλικίες βασικών παικτών, ζητήματα αγωνιστικής φιλοσοφίας, ανακατωσούρα από την εντός των τειχών αβεβαιότητα, αυτοκαταστροφική πολιτική των δύο διοικήσεων, καταπόνηση από το Μουντομπάσκετ) και θα συμφωνήσετε ότι έρχεται δύσκολη χρονιά.

Ίσως δυσκολότερη από όσο μπορεί να διακρίνει το γυμνό μάτι. Ακόμα και το σανό της οπαδογραφίας μοιάζει πλέον πιο άνοστο και δύσπεπτο.

Στον Παναθηναϊκό προσπαθούν να «πουλήσουν» τον Φρεντέτ (όχι «Φριντέτ» ούτε «Φριντέντ») σαν νέο Μάικ Τζέιμς, λες και γεννηθήκαμε χθες και συναντάμε πρώτη φορά τον παίκτη. Ο Ολυμπιακός κολλάει με επίφαση την ετικέτα «Champions League MVP» στο βιογραφικό του Πάντερ, παραλείποντας να θυμίσει ότι παρόμοια διάκριση κέρδισε πρόπερσι ο Μπόγρης.

Όλοι ανεξαιρέτως οι νεοαποκτηθέντες είναι ικανοί παίκτες, ορισμένοι έχουν και εκτυφλωτικές εκλάμψεις (όπως οι παραστάσεις του Ράις στο final-4 του Μιλάνου), αλλά δεν κάνουν για πρωταθλητισμό στην Εuroleague.

Tουλάχιστον όχι σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η αυτογνωσία είναι το πρώτο βήμα προς την πρόοδο.

Υπάρχουν βεβαίως ελαφρυντικά και μάλιστα ισχυρότατα, με πρωταρχικό την οικονομική ύφεση. Το πρόβλημα είναι, ότι οι ομάδες μας απώλεσαν το «μαγικό άγγιγμα» που ξεκλείδωνε τα μυστικά της αγοράς. Aυτό, που νικούσε και την ανέχεια.

Εάν αντέχουν να ακροβατούν μέχρι σήμερα στην κορυφογραμμή και να κονταροχτυπιούνται με τους τιτάνες, το οφείλουν κυρίως στη δουλειά ικανότατων προπονητών (π.χ. του Σφαιρόπουλου και του Πασκουάλ) και στην αγωνιστική οντότητα παικτών όπως ο Καλάθης, ο Σπανούλης, ο Πρίντεζης.

Ας απολαύσουμε αυτό που έχουμε όσο προφταίνουμε και ας αποφεύγουμε τα άλματα στο κενό, διότι φοβάμαι ότι βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους. Η καλύτερη ελληνική ομάδα είναι πλέον η Εθνική.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Νίκος Παπαδογιάννης
Νίκος Παπαδογιάννης

Ανέμων, υδάτων και ακραίων καιρικών φαινομένων το ανάγνωσμα. Μπήκατε στο λημέρι του μπάσκετ, αλλά κινδυνεύετε να διαβάσετε ό,τι άλλο βρέξει ο ουρανός. Το πορτοκαλί ένδυμα υποχρεωτικό, το χαμόγελο προαιρετικό. Εδώ δεν χαϊδεύουμε αυτιά, ούτε κρύβουμε λόγια. Αυτές είναι οι αρχές μας. Αν σας αρέσουν, αφήστε τα έγχρωμα γυαλιά στην είσοδο και κοπιάστε. Αν δεν σας αρέσουν, έχουμε κι άλλες.

Μοναδικός απαράβατος κανόνας είναι ότι όλα επιτρέπονται.