Νόρις Κόουλ: Από τα… πυροτεχνήματα στην αμφισβήτηση

Νόρις Κόουλ: Από τα… πυροτεχνήματα στην αμφισβήτηση

Νόρις Κόουλ: Από τα… πυροτεχνήματα στην αμφισβήτηση
Η ιστορία του Νόρις Κόουλ διαφέρει με τις συνηθισμένες των μαύρων Αμερικάνων παικτών και η Euroleague Greece εστιάζει στην περίπτωση του 28χρονου γκαρντ ο οποίος έζησε τα πάντα στα πρώτα δύο χρόνια της επαγγελματικής καριέρας του, αλλά στο τελευταίο διάστημα δείχνει να είναι χαμένος σ’ έναν λαβύρινθο.

Η περίπτωση του γκαρντ της Μπουντούτσνοστ είναι ξεχωριστή γιατί δεν εμπεριέχει σκάνδαλα ή μπλεξίματα στα περιβόητα γκέτο των κακόφημων αμερικανικών γειτονιών. Ο Νόρις Κόουλ από παιδική ηλικία είχε ξεκάθαρη σκέψη, δεν υπήρξε απλά σπουδαίος αθλητής στα σχολικά αλλά και κολεγιακά χρόνια του, αλλά και… κοφτερό μυαλό, έχοντας πάρει bachelor στις επιστήμες που αφορούν την υγεία, ενώ είναι μέλος και του National Honor Society. Εκεί βρίσκονται τα ονόματα μόνο μαθητών που διακρίθηκαν στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

Επίσης, διαθέτει δραστήρια προσωπικότητα, με πλούσια κοινωνική δράση και σπουδαιότερη ενέργεια τη δημιουργία του ιδρύματος Norris Cole Foundation στη γενέτειρά του (στο Ντέιτον, Οχάιο) το οποίο επικεντρώνεται στην κοινωνικοποίηση, την άθληση και τη μόρφωση των παιδιών καθώς επίσης και στη δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ των μελών των οικογενειών.

Μπασκετικά, η περίπτωσή αποτελεί μυστήριο. Γιατί οι προσδοκίες ήταν πολύ υψηλότερες από αυτές που (σήμερα) υπηρετεί. Γιατί επίσης στα πρώτα επαγγελματικά χρόνια του πάτησε στην… κορυφή του Έβερεστ. Προηγήθηκαν τα σπουδαία χρόνια στο λύκειο, καθώς κατέκτησε διαδοχικά εθνικά Πρωταθλήματα με το Ντάνμπαρ, πήγε με υποτροφία στο Κλίβελαντ Στέιτ κι όταν αποφοίτησε (2011) αποσύρθηκε και η φανέλα του (Νο30) σε μια εκδήλωση στην οποία παρευρέθηκε και ο ΛεΜπρον Τζέιμς.

Στην τελευταία του χρονιά έγινε ο μοναδικός αθλητής στην Horizon League που αναδείχθηκε ταυτόχρονα πολυτιμότερος παίκτης αλλά και καλύτερος αμυντικός. Πέρα από άλλους ατομικούς τίτλους ήταν ο φιναλίστ του Wooden Award αλλά κι ένας από τους πέντε υποψηφίους για το βραβείο «Μπομπ Κούζι».

Το στοιχείο που τον έκανε να ξεχωρίζει ήταν η αθλητικότητα του. Γιατί ασχολήθηκε με κάθε κορυφαίο άθλημα των Ηνωμένων Πολιτειών. Έπαιξε ράγκμπι, μπέιζμπολ, ενώ ήταν και σπρίντερ στην ομάδα του πανεπιστημίου. Διότι από μικρή ηλικία κι έχοντας την κατεύθυνση του πατέρα και του θείου του (σ. σ. αμφότεροι είναι προπονητές), όχι απλά συμβιβάστηκε, αλλά λάτρεψε τον τρόπο ζωής ενός αθλητή.

Αυτά τα εφόδια, πιθανόν, να τον οδήγησαν στα επιτεύγματα στην προ-επαγγελματική ζωή του. Ενδεχομένως, να έβαλε το χεράκι του και ο ΛεΜπρον Τζέιμς τη νύχτα που επιλέχθηκε στο ντραφτ (2011) από τους Μινεσότα Τίμπεργουλφς, όπου σε trade μεταξύ τριών ομάδων, κατέληξε στους Μαϊάμι Χιτ, με τον τίτλο της… χρήσιμης ρεζέρβας, πίσω από τους Τζέιμς, Ουέιντ, Μπος και Τσάλμερς.

Μια διετία στ’ αστέρια

Η πρώτη διετία του στο ΝΒΑ ήταν κάτι παραπάνω από ονειρική. «Σε δύο χρόνια κατέκτησα δύο Πρωταθλήματα, όταν σπουδαίοι αθλητές στην ιστορία του ΝΒΑ δεν κατάφεραν να πάρουν ούτε ένα. Είναι λογικό να νιώθω ευλογημένος», είχε πει μετά την κατάκτηση του 2013. Την ίδια εποχή, ο συμπαίκτης του κι ένας από τους κορυφαίους σουτέρ στην ιστορία του ΝΒΑ, ο Ρέι Άλεν, μάλλον τον είχε προσγειώσει ανώμαλα στην πραγματικότητα. «Δε νομίζω ότι μπορεί να συνειδητοποιήσει το εκκωφαντικό της κατάστασης. Του είπα μια μέρα καθώς καθόμασταν στον πάγκο του Μαϊάμι, ότι δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι από πάρα πολλές χώρες του κόσμου αυτή τη στιγμή σε παρακολουθούν να μεγαλώνεις. Πρέπει να καταλάβεις την κατάσταση και το μέγεθός της. Δεν ήθελα να τον τρομάξω, αλλά να τον βοηθήσω ώστε να εκτιμήσει αυτό που ζούσε», είχε πει ο Άλεν.

Ο Κόουλ έγινε ο 4ος γρηγορότερος ρούκι στην ιστορία του Μαϊάμι που σκόραρε τουλάχιστον 20 πόντους σ’ ένα παιχνίδι. Μόνο όμως που ένας παίκτης δεν κρίνεται από 1-2 χρονιές, αλλά από την εξέλιξη που παρουσιάζει σε βάθος χρόνου. Αυτό κάνει να διαφέρει έναν ΝΒΑ παίκτη από κάθε άλλον. Κι αυτό ήταν το βασικό πρόβλημα του.

Η πτώση των ποσοστών

Στη δεύτερη σεζόν του στο ΝΒΑ, ο Κόουλ ανέβασε όλα τα ποσοστά ευστοχίας του. Στο τέλος αυτής, μέτρησε 101 αγώνες και στα Play Offs σούταρε με 48.1% στα δίποντα και με 53% στα τρίποντα. Η διατήρηση αυτών των ποσοστών αποτελούσε ό,τι λιγότερο θα μπορούσε να κάνει. Πιθανή αύξησή τους θα τον έβαζε στη λίστα των υποψηφίων All Star, η μείωση τον οδήγησε σταδιακά στην πόρτα της εξόδου. Στις σεζόν που ακολούθησαν, ο Κόουλ χαρακτηρίστηκε από αγωνιστική αστάθεια φθάνοντας στην τελευταία του χρονιά στο ΝΒΑ (με την Οκλαχόμα) να σουτάρει με 30.8% στα δίποντα και 23.1% στα τρίποντα. Είχαν προηγηθεί δύο κακές σεζόν και στη Νέα Ορλεάνη. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν βρήκε ομάδα το καλοκαίρι του 2017 και αφού είχαν προηγηθεί εννιά αγώνες στην Κίνα, η Euroleague ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να του προκύψει.

Μακάμπι, όπως ΝΒΑ

Πέρυσι, η συμφωνία του με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ αποτέλεσε μία από τις πιο ηχηρές κινήσεις στην Euroleague. Μόνο που η χρονιά του θύμισε… καρδιογράφημα. Υπήρξαν σπουδαίες βραδιές γι’ αυτόν κι άλλες όπου χανόταν στο παρκέ. Κι επειδή στο μπάσκετ οι παίκτες πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος του συνόλου, δεν κατάφερε να εδραιωθεί ως Euroleague παίκτης. Τα ποσοστά του ήταν καλύτερα σε σχέση με το ΝΒΑ (σ. σ. 44.5% στα δίποντα και 31.9% στα τρίποντα), αλλά το καλοκαίρι βρήκε δουλειά στην Αβελίνο.

Η δεύτερη ευκαιρία μέσω Μπουντούτσνοστ

Η δεύτερη ευκαιρία στην Euroleague ήρθε μέσω της Μπουντούτσνοστ και είναι αλήθεια ότι η ομάδα του Μαυροβουνίου δικαιώθηκε πανηγυρικά για την επιλογή της. Γιατί ο εκρηκτικός γκαρντ δεν την άλλαξε απλά, αλλά την ομόρφυνε σε μεγάλο βαθμό. Γιατί επίσης η παραγωγικότητά του θυμίζει τα χρόνια του στο κολέγιο. Με 18.9 πόντους κατά μέσο όρο και ποσοστά για… Όσκαρ – 55.4% στα δίποντα και 41.2% στα τρίποντα – ενδεχομένως η χρονιά στην Euroleague να είχε εξελιχθεί διαφορά γι’ αυτήν, αν τον είχε επιλέξει μερικούς μήνες νωρίτερα. Το βέβαιο είναι πάντως ότι σε λίγους μήνες και μ’ αυτές τις εμφανίσεις, ο Κόουλ δεν θα δυσκολευτεί να βρει καλό συμβόλαιο.