Δεν του λύνει (οριστικά) το πρόβλημα

Δεν του λύνει (οριστικά) το πρόβλημα

Βασίλης Βλαχόπουλος Βασίλης Βλαχόπουλος
Δεν του λύνει (οριστικά) το πρόβλημα

bet365

Ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για τη διαφαινόμενη προσθήκη του Ιβάν Μάρας, την ανισορροπία των γραμμών και την επιδερμική λύση ενός προβλήματος.

Παναθηναϊκός - Εφές με προσφορά ημέρας*, αμέτρητα ειδικά στοιχήματα και forzato cashout*! (21+) * Ισχύουν Οροι και Προϋποθέσεις

Αν υποδεχθεί κάποιος το ζήτημα με την ψυχρή μαθηματική λογική θα διαπιστώσει το αυτονόητο. Την αποχώρηση τεσσάρων παικτών και την προσθήκη τριών. Αν βάλει στην εξίσωση και τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά των παικτών που αποχώρησαν σε συνδυασμό με τα αντίστοιχα των αθλητών που αποκτήθηκαν, θα αντιληφθεί μια εξόφθαλμη αγωνιστική ισορροπία. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η διαφαινόμενη προσθήκη του Ιβάν Μάρας σίγουρα διαμορφώνει καλύτερα δεδομένα για τον Άρη σε σχέση με αυτά που ίσχυαν στους τελευταίους αγώνες. Γιατί στην… ολόγυμνη φροντ λάιν των «κίτρινων» προστίθεται ένας παίκτης με πίβοτ κινήσεις.

Καταρχάς είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι στην αφετηρία του φετινού αγωνιστικού μαραθωνίου, το ρόστερ του Άρη παρουσίαζε ισορροπία μεταξύ κοντών και ψηλών. Βέβαια, η πολυκοσμία σε περιφέρεια (επτά παίκτες) και σε γραμμή των ψηλών (έξι παίκτες) είχε οδηγήσει σε προβλήματα διαχείρισης και σε… παρεξηγήσεις. Διότι οι τρεις ψηλοί που αποχώρησαν (σ. σ. Πέτγουει, Μοράντ και Μπένσον) επί μονίμου βάσεως είχαν παράπονα για τον χρόνο συμμετοχής τους και σε κάποιες περιπτώσεις η αντίδρασή τους έβγαζε μάτι. Αυτός ήταν εξάλλου ένας από τους βασικούς λόγους της αποχώρησης των δύο τελευταίων πέραν του οικονομικού ζητήματος.

Φεύγοντας από τον Άρη, η κατάσταση πήγε στο άλλο άκρο γιατί ξαφνικά ξέμειναν τρεις ψηλοί (Τσαϊρέλης, Χρηστίδης, Βασιλόπουλος). Μάλιστα, όταν ο τελευταίος είχε συμφωνήσει, (του) είχε σημειωθεί ότι υπολογίζεται να χρησιμοποιείται και στη θέση «3», όπως κι έγινε σε κάποια επίσημα παιχνίδια όπου πήρε λεπτά συμμετοχής στη συγκεκριμένη θέση. Από τη στιγμή όμως που η γραμμή των ψηλών δεν είχε περισσότερους από τρεις παίκτες, τέτοιου είδους ιδέες (λογικά) εγκαταλείφθηκαν.

Με την απόκτηση του Ιβάν Μάρας ενισχύεται η φροντ λάιν αλλά δεν λύνεται το πρόβλημα της ανισορροπίας μεταξύ των δύο γραμμών. Γιατί στην περιφέρεια και στις θέσεις 1-2-3 ο Παναγιώτης Γιαννάκης έχει να επιλέξει μεταξύ επτά παικτών, ενώ κανείς εκ των δύο βασικών φόργουορντ (σ. σ. Ουίβερ, Πρίουιτ) δεν μπορεί να δώσει λεπτά συμμετοχής στο «4» - ασχέτως του ότι έγινε αυτό με τον Ουίβερ στον αγώνα με τα Τρίκαλα. Η δε γραμμή των ψηλών αποτελείται από μόλις τέσσερις παίκτες.

Πάμε στον Μάρας. Βάσει αγωνιστικών χαρακτηριστικών του Μαυροβούνιου σέντερ, το μοναδικό δίδυμο ψηλών που δεν μπορεί να συνυπάρξει στο παρκέ είναι αυτό του Μάρας με τον Χρηστίδη. Ακόμη κι αν ο πρώτος θυμηθεί τις προ τριετίας επιδόσεις του έξω από τη γραμμή του τριπόντου όπου σούταρε με 36%. Γιατί θα υστερεί πολύ σε αθλητικότητα και σε ταχύτητα. Αντιθέτως, όλοι οι υπόλοιποι «συνδυασμοί» μπορούν να γίνουν. Ο Μάρας είναι παίκτης με καλές κινήσεις πίβοτ ο οποίος – αναλόγως της ομάδας στην οποία αγωνίστηκε – δοκίμαζε και από μακρινή απόσταση.

Αν κανείς ρίξει μια ματιά στους αριθμούς της τελευταίας περίπου τετραετίας, το πιθανότερο είναι να μπερδευτεί. Γιατί τη σεζόν 2014-15 επιχειρούσε (σχεδόν) τρία τρίποντα ανά αγώνα (σε σύνολο 45 παιχνιδιών) και σούταρε με αυτό το 36%. Έναν χρόνο αργότερα με τα ίδια παιχνίδια περιορίστηκε στα (σχεδόν) δύο τρίποντα ανά αγώνα και το ποσοστό του έπεσε στο 25%, πέρυσι στη Λευκάδα υπήρξαν αγώνες στους οποίους δεν κοίταξε καλάθι από μακρινή απόσταση και φέτος έκανε μόλις έξι τρίποντα.

Μιλώντας πρόσφατα με τον Χρήστο Ταπούτο (με τον οποίον συνυπήρξαν στη Δόξα Λευκάδας), είπε χαρακτηριστικά… «στην καλή του μέρα μπορεί να κολλήσει και 2-3 τρίποντα». Ο Άρης δεν παίρνει τον Μάρας με αυτό το σκεπτικό αλλά για να έχει τη δυνατότητα του παιχνιδιού στη ρακέτα από έναν παίκτη που μπορεί να ανταποκριθεί στη συγκεκριμένη ευθύνη.

Μένει να φανεί αν ο Παναγιώτης Γιαννάκης θα αποφασίσει (νέα) διαφοροποίηση του ρόλου του Μιχάλη Τσαϊρέλη ή θα θυσιάσει αγωνιστικά λεπτά του Χρηστίδη. Ελλείψει άλλων λύσεων, ο «Τσάι» επέστρεψε στη ρακέτα, χρησιμοποιήθηκε στη θέση «5» που του ταιριάζει περισσότερο και στους τελευταίους αγώνες είχε περί των 15 πόντων ανά αγώνα. Κοινώς, έκανε τα καλύτερά του παιχνίδια παίζοντας ως σέντερ.

Το ίδιο έγινε και μετά τις αποχωρήσεις της περσινής χρονιάς. Ο Πρίφτης μάταια προσπάθησε να τον «βαφτίσει» 4αρι και ο Τσαϊρέλης από πλεονέκτημα έγινε… τρανταχτό μειονέκτημα για την ομάδα. Όταν πήγε στη φυσική θέση του (κι ας υστερεί σε όγκο) όχι απλά δικαιολόγησε την παρουσία του αλλά έκανε τα καλύτερα παιχνίδια του με τη φανέλα του Άρη. Το ότι συμβαίνει το ίδιο συμβαίνει και φέτος, προφανώς δεν εντάσσεται στη σφαίρα του τυχαίου.

Κλείνοντας, με την διαφαινόμενη απόκτηση του Μάρας (και βάσει χαρακτηριστικών) δεν λύνεται το πρόβλημα στη ρακέτα. Η έλλειψη ενός αθλητικού παίκτη με την ικανότητα να παίξει στις θέσεις 4-5 υπάρχει και θα συνεχίζει να υφίσταται. Εξάλλου, ο Άρης δεν σκοπεύει και δεν μπορεί (για οικονομικούς λόγους) να προχωρήσει σε άλλες κινήσεις. Θα πολεμήσει με τους υπάρχοντες παίκτες, στηριζόμενος στο ελληνικό στοιχείο του. Αυτό έγινε και πέρυσι και το αποτέλεσμα τον είχε δικαιώσει.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Βλαχόπουλος
Βασίλης Βλαχόπουλος

Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στα τελευταία χρόνια της… λαδόκολλας. Χάριν οικονομίας, το λευκό χαρτί χρησιμοποιούταν σε έκτακτες και ιδιαιτέρως σοβαρές καταστάσεις, ούτως ή άλλως ήταν δυσεύρετο. Πρόλαβε τη διαδικασία αποστολής των φαξ, αλλά και τις πρώτες συσκευές κινητής τηλεφωνίας με τη λαστιχένια κεραία που θύμιζαν στρατιωτικούς ασυρμάτους.

Παρακολουθεί όλες… τις μπάλες, αλλά η αδυναμία του είναι η πορτοκαλί, η σπυριάρα, λόγω της ειδοποιού διαφοράς μεταξύ ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Στο μπάσκετ ΠΑΝΤΑ κερδίζει ο καλύτερος. Στο ποδόσφαιρο, μπορεί να κερδίσει ο πιο τυχερός.

ΥΓ: Οσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα περιοδικά κι αν πέσουν στα χέρια του, το «Τρίποντο» ήταν, είναι και θα είναι το κορυφαίο forever and ever.