«Ναι» στην ελληνοποίηση, «όχι» στην αποδόμηση

«Ναι» στην ελληνοποίηση, «όχι» στην αποδόμηση

Άρης Λαούδης Άρης Λαούδης
«Ναι» στην ελληνοποίηση, «όχι» στην αποδόμηση

bet365

Ο Αρης Λαούδης γράφει για τη διαφορά της ελληνοποίησης με την αποδόμηση, για το καλοκαίρι του 2014 που μπορεί να θυμίσει τον «εφιάλτη» του 2012 και τον κίνδυνο να χαθούν τα «πιτσιρίκια», μαζί με τους τίτλους, που πράγματι δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός για τον Παναθηναϊκό.

Να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω…

Καλοκαίρι του 2012: Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς αποχωρεί από τον Παναθηναϊκό, τον ακολουθούν οι 12 από τους 14 παίκτες και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αναγκάζεται να «στήσει» μια καινούρια προσπάθεια πάνω στους Διαμαντίδη και Τσαρτσαρή, καταγγέλοντας «αποδόμηση της ομάδας», βλέποντας τον έναν μετά τον άλλον τους παίκτες (ξένους και Ελληνες) να αποχωρούν από το ΟΑΚΑ…

Καλοκαίρι του 2014: Ο Γιαννακόπουλος επαναλαμβάνει τα περί ελληνοποίησης του Παναθηναϊκού και λίγες ώρες αργότερα το σάιτ που ανήκει στην ιδιοκτησία του προαναγγέλει την αποχώρηση των Λάσμε, Γκιστ, Ματσιούλις κι όλων βεβαίως των παικτών που δεν δεσμεύονται με συμβόλαιο και που λίγο – πολύ ήταν γνωστό ότι θα αποχωρήσουν.

Δεδομένης της εγκυρότητας του ρεπορτάζ, το συμπέρασμα είναι ότι η ελληνοποίηση που ορθώς πρεσβεύει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος συνοδεύεται με την αποδόμηση του «κορμού», με τη διαφορά πως η φετινή απόπειρα θα είναι κατ΄ επιλογή κι αυτή του 2012 ήταν εξ ανάγκης.

Ουσιαστικά, δύο χρόνια μετά την προσπάθεια ανασυγκρότησης, ο Παναθηναϊκός θέλει να επιστρέφει στο ίδιο σημείο και δηλώνει αποφασισμένος να «γκρεμίσει» και να «ξαναχτίσει» από την αρχή το οικοδόμημα. Όπως δηλαδή θα έκαναν οι πλήρως αποτυχημένες ομάδες που θεωρούν ότι το υλικό «κάηκε» και η φουρνιά των «αποτυχημένων» πρέπει να παραδώσει την σκυτάλη…

Δεν υπάρχει φίλος του Παναθηναϊκού που να διαφωνεί με την ελληνοποίηση που προτίθεται να κάνει ο Γιαννακόπουλος. Δεν αμφισβητεί κανείς πως ο ελληνικός «κορμός», η ελληνική «μαγιά» χαρακτηρίζει τις επιτυχημένες ομάδες στην Ελλάδα και το αντιλαμβάνεται κανείς, αν αποφασίσει να ανατρέξει στο παρελθόν και να δει τα ρόστερ με τα οποία ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός έφτασαν στην κορυφή της Ευρώπης.

Με μια (μεγάλη) διαφορά: Η ελληνοποίηση, από την στιγμή μάλιστα που δεν πρόκειται να περιλαμβάνει τους Ελληνες από το πρώτο ράφι (σ.σ. με εξαίρεση τον Καλάθη), θα πρέπει να συνοδεύεται από τις απαραίτητες προσθήκες ξένων και κοινοτικών. Θυμίζω πως οι Διαμαντίδης, Τσαρτσαρής για παράδειγμα, δεν ήρθαν παιδάκια στον Παναθηναϊκό, ήρθαν έτοιμοι παίκτες που έγιναν 10 φορές καλύτεροι υπό την καθοδήγηση του προπονητικού τιμ και τις παραστάσεις στις προπονήσεις, δίπλα σε πολύ μεγάλα ονόματα. Ακόμη κι ο Φώτσης που ήρθε αμούστακο παιδί από τα Ιλίσια, χρειάστηκε να φάει τα… ψωμιά του για να γίνει παίκτης υψηλού επιπέδου στην Ευρωλίγκα.

Ακόμη κι αν δεχτώ, μάλιστα συμφωνώ, το επιχείρημα του Γιαννακόπουλου πως οι τίτλοι δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός για τον Παναθηναϊκό των έξι ευρωπαϊκών, το μεταβατικό στάδιο για να περάσει μια ομάδα από τη μία εποχή στην άλλη, απαιτεί εμπειρία, πρωτοκλασάτους ξένους και παίκτες που θα σηκώσουν το μεγάλο βάρος, μέχρι τα ελληνόπουλα να είναι σε θέση να ανταποκριθούν.

Ναι, δεν έγινε και τίποτα να χαθούν και δύο τίτλοι, αλλά θα ‘ναι πολύ μεγαλύτερη η «ζημιά» για τα ίδια τα παιδιά, αν ο Παναθηναϊκός πιστέψει ότι θα ρίξει στα βαθιά τους Διαμαντάκο, Χαραλαμπόπουλο, Παπαγιάννη (αν αποκτηθεί) και σε τρία χρόνια θα ΄ναι έτοιμοι για να σηκώσουν κούπες.

Δεν υπάρχει το άσπρο (διώχνω τους πάντες για να παίζουν τα ελληνόπουλα) ή το μαύρο (δεν παίζουν καθόλου επειδή κάνω πρωταθλητισμό), υπάρχει και το γκρι, δηλαδή η σταδιακή ενσωμάτωση των Ελλήνων μέσα από μια διαδικασία που θα πρέπει να περιλαμβάνει παίκτες υψηλής ποιότητας, εμπειρίας και ικανούς να διαχειριστούν τις κρίσεις. Κι αν μη τι άλλο, τέτοιους ξένους διαθέτει ο Παναθηναϊκός αυτή την στιγμή και μάλιστα σε θέσεις – κλειδιά που δύσκολα θα βρει να τους αναπληρώσει.

Συνήθως, στην Ελλάδα το μότο της «ελληνοποίησης» σημαίνει μείωση του μπάτζετ, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Καταρχήν, ουδείς από ‘μας δικαιούται να υποδείξει στον ιδιοκτήτη πόσα χρήματα θέλει να βάλει για το χόμπι του, όπως αντίστοιχα δεν μπορεί να του υποδείξει πόσα χρήματα θα ρίξει στην οποιαδήποτε εταιρεία διευθύνει. Δεν είναι κακό να πει κάποιος «τόσα έχω, τόσα δίνω», κάθε άλλο μάλιστα, αυτό είναι το τίμιο και το σωστό, αρκεί να μην «βαφτίζεται» ως ελληνοποίηση η μείωση του μπάτζετ…

Αν πάλι ο Γιαννακόπουλος σκοπεύει να δαπανήσει τα ίδια χρήματα με πέρυσι, δεν ασπάζεται τη συνήθη πρακτική των Ελλήνων παραγόντων, αποκτώντας για παράδειγμα τον Καλάθη (σ.σ. ακούγονται ποσά που αγγίζουν τα 6 εκατομμύρια δολάρια για τρία χρόνια) και αποδεσμεύοντας τρεις παίκτες που κοστίζουν αντίστοιχα χρήματα, τότε μάλλον θα πρέπει να σκεφτεί πώς θα τους αντικαταστήσει επάξια για να έχει τουλάχιστον ένα ανταγωνιστικό σύνολο με τα δεδομένα που έχει προαναγγείλει…

Υ.Γ.: Το παιχνιδάκι στην πλάτη της Εθνικής ομάδας πρέπει να σταματήσει. Αποδέχομαι, ασχέτως αν διαφωνώ, την προσωπική επιλογή των παικτών να απέχουν από το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, όταν έχουν προσφέρει επί δεκαετίες, αλλά δεν επιτρέπεται η εθνική ομάδα να γίνεται τσιφλίκι κανενός συλλόγου. Είναι η ώρα που οι ίδιοι οι διεθνείς, αλλά και ο ΠΣΑΚ, πρέπει να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να ξεκαθαρίσουν στον Ολυμπιακό τη θέση τους. Αν μη τι άλλο το ελληνικό μπάσκετ διαθέτει αθλητές με προσωπικότητα που δεν επιτρέπεται να γίνονται έρμαιο στις διαθέσεις κανενός.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Άρης Λαούδης
Άρης Λαούδης

Μεγαλωμένος ολημερίς σ' ένα ανοικτό γηπεδάκι στην Αγιά Παρασκευή δύο πράγματα θα μπορούσα να είναι: Ή μπασκετμπολίστας ή δημοσιογράφος κι επειδή το πρώτο ήταν ολίγον δύσκολο για πολλούς λόγους, προτίμησε το δεύτερον, αυτό που συνήθως διαλέγουν οι «αποτυχημένοι αθλητές» για να απαλύνουν τον πόνο τους και να αισθάνονται τη μυρωδιά των αποδυτηρίων. Ως (δήθεν) μπασκετμπολίστας έφτασε να δοκιμάζεται μέχρι τα παιδικοεφηβικά των Αμπελοκήπων, αλλά ως συντάκτης τα κατάφερε μάλλον καλύτερα. Συντάκτης μπάσκετ από το 1993 στο αθλητικό τμήμα του «ΕΘΝΟΥΣ», ρεπόρτερ στα θέματα Παναθηναϊκού από το 1997 μέχρι το 2012, ζώντας όλες τις ένδοξες στιγμές των «πράσινων», αρθρογράφος στα «Πράσινα Νέα», επί χρόνια αρχισυντάκτης στο SentraGoal, ραδιοφωνικός παραγωγός στον Sentra 103,3 και αρθρογράφος στο Goal News για τις βραδιές της Ευρωλίγκας.