Φτάνει πια με τις δικαιολογίες για τους «απέναντι»

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Φτάνει πια με τις δικαιολογίες για τους «απέναντι»

bet365

Ο Χρήστος Κιούσης γράφει για το θλιβερό περιστατικό των πανό στο ΣΕΦ και όπου αλλού και προτείνει να αφαιρέσουμε τα "χρώματα" από τους εγκληματίες.

Οι «απέναντι», η δράση και η αντίδραση, τι ξεκινήσαμε εμείς και τι ξεκίνησαν οι «άλλοι», ποιος έβρισε πρώτος, ποιος σήκωσε χέρι ή πέτρα πρώτος, είναι φαινόμενα που μπορεί να παρατηρήσει κανείς σε κάθε φάση της νεοελληνικής πραγματικότητας. Από τον αθλητισμό ως την πολιτική, από την οδηγική έως την καταναλωτική συμπεριφορά. Δεν είναι μόνο η ευγένεια και η ανεκτικότητα, είναι και η ευθύνη της προσωπικής επιλογής που απουσιάζει από τον καθημερινό δημόσιο αλλά και ιδιωτικό διάλογο.

Αφορμή για αυτά που γράφω δε σας κρύβω είναι το περιστατικό με τα πανό στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (αλήθεια τι αταίριαστο όνομα για ελληνικό γήπεδο) στον πρόσφατο αγώνα του Ολυμπιακού για την Euroleague. Τα συγκεκριμένα πανό είναι προφανώς προσβολή της μνήμης ενός νεκρού και επιτρέψτε μου να συμπληρώσω προσβολή της ανθρώπινης ύπαρξης των παρευρισκομένων θεατών και τηλεθεατών. Την τελευταία κατηγορία προσβολής τη συναντάς σε κάθε ελληνικό γήπεδο είτε οπτικά είτε ηχητικά μέσω των εμετικών συνθημάτων, αλλά το χειρότερο είναι ότι την έχουμε συνηθίσει και (δεν) αντιδρούμε, σαν να είναι πλέον αυτονόητη.

H συζήτηση λοιπόν από προχτές είναι, αν θα υπάρχει τιμωρία αυτών που σήκωσαν τα πανό, ποια θα είναι η επίσημη θέση και αντίδραση της διοίκησης του Ολυμπιακού και αυτή η ακατάσχετη σχολιογραφία περί οπαδικών ανδραγαθημάτων σε Παιανίες, κολυμβητήρια, ανοικτά και κλειστά γήπεδα. Η δική μου οπτική είναι το πως σχετίζονται όλα αυτά με τον αθλητισμό και το συμπέρασμα πάντα ένα: δεν σχετίζονται.

Θύλακες εγκληματιών μπορούμε να συναντήσουμε σε κάθε συνάθροιση πολιτική, κοινωνική αλλά για κάποιον λόγο που ειλικρινά δεν καταλαβαίνω, στις αθλητικές συναθροίσεις όπου οι εγκληματίες φέρουν κάποιο χρωματιστό κασκόλ αντιμετωπίζονται ως «τα παιδιά στην κερκίδα» ή «ο κόσμος μας». Οι τσαμπουκάδες και τα πεσίματα είναι σχεδόν παράλληλες αθλητικές εκδηλώσεις χιλιοτραγουδισμένες και να που απέκτησαν και εικονοποίηση με τη μορφή πανό. Όχι μόνο στο ΣΕΦ, παντού.

Κάποιοι κακοποιοί είναι πάντα πιο σκληροί, πιο ανελέητοι από κάποιους άλλους, κάποια εγκλήματα ειδεχθέστερα από άλλα και όλα αυτά εκτυλίσσονται ή συνορεύουν με αθλητικούς χώρους, όπου υποτίθεται πρέπει να πληρώσω εισιτήριο για να πάω μαζί με τα παιδιά μου. Αυτό το τελευταίο εννοείται ξεχάστε το, σέβομαι τον εαυτό μου και τα παιδιά μου και δε θα συμβεί ποτέ ξανά, απλά εξακολουθώ να πιστεύω στην κοινωνική επιρροή που μπορούν να έχουν τα υγιή αθλητικά σωματεία και που τώρα σχεδόν αγνοείται.

Ο ελληνικός αθλητισμός είναι απολύτως χρεοκοπημένος και ηθικά και σε νούμερα. Ξεχάστε τους αριθμούς του Γιαννακόπουλου, του Σαββίδη, του Μαρινάκη, είναι μεμονωμένα προσωποκεντρικά παραδείγματα. Πρόσφατα έβλεπα ένα αφιέρωμα στο πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου της χρονιάς 1979-80. Σε μια τυχαία αγωνιστική τα εισιτήρια που κόπηκαν ήταν 116.000 κι αυτό χωρίς να είναι διαθέσιμο το Ολυμπιακό Στάδιο των 75.000 θέσεων. Θέλετε να το συγκρίνουμε με το σήμερα; Θέλετε να ψάξουμε να βρούμε, που πήγε ο κόσμος και γιατί έφυγε;

Ας πάμε στο πιο απτό παράδειγμα του μπασκετικού Ολυμπιακού που στάθηκε και αφορμή για το άρθρο. Μια υπερ-επιτυχημένη ομάδα των προηγούμενων ετών εγκαταλείφθηκε από μεγάλο μέρος του κοινού της, που αποδείχτηκε ότι ίσως αγαπούσε τις νίκες περισσότερο από το μπάσκετ και ενός άλλου μέρους του κοινού της που σίγουρα κουράστηκε να συναγελάζεται με Τσουκαλάδες. Κάποιοι από εκείνους που δεν πάνε πια γήπεδο, είναι κανονικοί άνθρωποι οι οποίοι αντιλαμβάνονται το μπάσκετ ως άθλημα συναρπαστικό κι όχι ως έρεισμα εγκληματικό.

Έχω γράψει πολλές φορές ότι τα φίλαθλα συναισθήματά μου είναι πράσινων αποχρώσεων αλλά ίσως δεν έχω γράψει, ότι ο αδερφός μου και η μητέρα μου είναι Ολυμπιακοί, οι παιδικοί μου φίλοι στην περιοχή της Δάφνης επίσης Ολυμπιακοί και ο επί πέντε χρόνια διπλανός μου στη σχολική τάξη επίσης Ολυμπιακός. Όταν σκέφτομαι το όνομα «Ολυμπιακός», σκέφτομαι αυτούς, κανέναν χουλιγκάνο, κανέναν δολοφόνο. Σκέφτομαι τον χαβαλέ και την καζούρα μας, τις ατελείωτες συζητήσεις για το ιδανικό ρόστερ πάνω από τραπέζια με καφέδες και αθλητικές εφημερίδες. Σκέφτομαι το πράσινο και το κόκκινο ως κοντράστ κι όχι ως έχθρα. Το ίδιο με τα άλλα χρώματα.

Συνήθως όταν γράφω τέτοια κείμενα, το μεγαλύτερο πέσιμο που τρώω έχει να κάνει με, «τις λύσεις που δεν προτείνεις ρε Κιούση». Οι λύσεις πρακτικά είναι φανερές. Φωτογραφίες υπάρχουν, τηλεοπτικά πλάνα υπάρχουν, οι ίδιοι οι εγκληματίες ποζάρουν περήφανοι, πιάστε τους και τιμωρήστε τους. Ό,τι άλλο σημαίνει, ότι βολεύει να υπάρχουν. Μια άλλη λύση είναι επίσης επιβεβλημένη. Αφαιρέστε τους τα χρώματα των ομάδων. Μην τους σκέφτεστε ως Ολυμπιακούς, Παναθηναικούς, ΑΕΚτζήδες ή κάτι άλλο. Είναι απλά εγκληματίες που κρύβονται πίσω από ένα δίχρωμο κασκόλ. Ψυχοπαθολογικές περιπτώσεις που ψάχνουν να βρουν περιβάλλον να «εκφραστούν». Αφαιρέστε τους το προνόμιο να υπάρχουν ως οπαδοί στην κερκίδα, ανήκουν στον άρρωστο περίγυρό τους.

Αν ήμουν στη διοίκηση του μπασκετικού Ολυμπιακού, το μεγάλο μου στοίχημα τώρα, που πολλά μέτωπα έχουν ανοίξει, θα ήταν πως το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας δε θα ξαναγνωρίσει στιγμή σαν της προηγούμενης Παρασκευής. Αυτή την ανερυθρίαστη δημόσια επίδειξη ισχύος και αλητείας. Αν η απάντηση είναι, «ναι αλλά και στο ΟΑΚΑ...» τότε συζήτηση δεν υπάρχει. Καλώς καμωμένα όλα από την κερκίδα κι εμείς ας δούμε ΝΒΑ.

Υ.Γ. Σας έχω ξαναγράψει και στο παρελθόν, δεν είμαι ο διαχειριστής των σχολίων κάτω από τα άρθρα μου. Στο συγκεκριμένο άρθρο θα έκοβα αυτόματα κάθε σχόλιο που θα ξεκινούσε με το «Ναι αλλά και οι άλλοι...» Θέλετε να το ονομάσετε λογοκρισία; Εγώ το λέω εξοικονόμηση χρόνου και φαιάς ουσίας.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.